Ελληνορωσικός Οιδίπους Τύραννος


I. Ο μύθος του Οιδίποδα στην αρχαιοελληνική παράδοση

Ο μύθος του Οιδίποδα είναι ο σημαντικότερος από τους αρχαιότατους θηβαϊκούς μύθους· αναφέρεται ήδη στα ομηρικά έπη, που ακολουθούν ίσως παλαιότερες παραδόσεις άγνωστων επικών ποιητών. Στη ραψωδία Ψ της Ιλιάδας έχουμε μόνο μια μνεία, από δύο μονάχα στίχους, που μας πληροφορούν ότι ο Οιδίπους σκοτώθηκε στο πεδίο της μάχης και ότι, προς τιμή του, οργάνωσαν επικήδειους αγώνες, στους οποίους νίκησε όλους τους Θηβαίους ο Ταλαϊονίδης Ευρύαλος, ισόθεος άντρας, γιος του βασιλιά Μηκιστέα:

ὅς ποτε Θήβασδ’ ἦλθε δεδουπότος Οἰδιπόδαοἐς τάφον· ἔνθα δὲ πάντας ἐνίκα Καδμείωνας.(679-680)Έτσι, σύμφωνα με την παράδοση που ακολουθεί ο ποιητής της Ιλιάδας, ο Οιδίπους, όταν υπέκυψε, δεν ήταν ούτε τυφλός ούτε καταραμένος.

Πιο διαφορετική είναι η αφήγηση της Οδύσσειας, στη ραψωδία λ (Νέκυια), που υποθέτει γνωστή την παράδοση, όπως επαναλήφθηκε από τους τραγικούς.

Στον Κατάλογο ηρωΐδων γυναικών (225-332), ανάμεσα στις γυναίκες που προσέρχονται διαδοχικά, σε ονειρική παρέλαση από σκιώδεις οπτασίες, στον ερεβώδη δόμο του Άδη, ο Οδυσσεύς βλέπει την ωραία Επικάστη, που αργότερα ονομάσθηκε Ιοκάστη, μητέρα του Οιδίποδα, με την τραγική της μοίρα:

«Είδα του Οιδίποδα τη μάνα, την όμορφη Επικάστη,
που έκανε πράξη ανήκουστη, δίχως ο νους της να το ξέρει,
σμίγοντας με τον ίδιο της το γιο και εκείνος τον πατέρα του
σκοτώνοντας την πήρε (γῆμε)· αμέσως όμως οι θεοί
φανέρωσαν τα ανόσια έργα, και ο κόσμος βούϊξε.

Παρ’ όλα αυτά εκείνος ξέμεινε στη λατρευτή του Θήβα,
συφοριασμένος των Καδμείων βασιλιάς, δέσμιος
της φρικτής βουλής των αθανάτων.

Εκείνος όμως πέρασε στον Άδη, άσπλαχνο φύλακα
στις κάτω πύλες, αφού πρώτα σε μια θηλιά κρεμάστηκε,
δένοντας το μακρύ σχοινί απ’ την ψηλή οροφή της κάμαρής της
η απελπισία την έπνιξε (ᾧ ἄχεϊ σχομένη).

Άφησε ωστόσο και σ’ εκείνον κληρονομιά πόνους πολλούς,
όσοι απαιτούν να πέσουν πάνω τους οι Ερινύες της μητέρας».
(271-284, μτφρ. Δ. Ν. Μαρωνίτη)

Στους δέκα τέσσερις αυτούς στίχους της Νέκυιας περιέχεται το ουσιώδες της παράδοσης, διατυπωμένο με τέτοιο τρόπο, όπως θα το συναντήσουμε και αργότερα. Για πρώτη φορά πληροφορούμαστε για την αξιοθρήνητη μοίρα της γυναίκας αυτής: να παντρευτεί το γιο της, αφού εκείνος είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Λόγος για τύφλωση του Οιδίποδα δε γίνεται ούτε για τα δύο του παιδιά, Ετεοκλή και Πολυνείκη (πρβλ. Δ376 κ.ε.), στα οποία συνεχίζεται η κατάρα του γένους.

Αντίθετα, στο ησιόδειο έπος Ἔργα καὶ Ἡμέραι βρίσκουμε μια αναφορά στον πόλεμο μεταξύ Πολυνείκη και Ετεοκλή, στον οποίο οι ήρωες φονεύονται για τα κοπάδια του Οιδίποδα:μαρναμένους μήλων ἕνεκα Οἰδιπόδαο (162), ενώ στη Θεογονία αναφέρεται πως η Σφίγξ (βοιωτική παραλλαγή Φῖξ), κόρη της Έχιδνας, ήταν αιτία ολέθρου για τους Καδμείους (326).

Ο μύθος του Οιδίποδα αποτέλεσε κυρίως θέμα των επών του θηβαϊκού κύκλου: τρία επικά ποιήματα ασχολούνται με την τύχη του Οιδίποδα και των γιων του, η Οἰδιπόδεια και οι Ἐπίγονοι, –από τα οποία δεν έχει τίποτε διασωθεί– και η Θηβαΐς, έργο που γνωρίζουμε καλύτερα χάρη σ’ ένα απόσπασμα δέκα στίχων, όπου ο τυφλός Οιδίπους, εγγίζοντας με τα δύο του χέρια, το ωραίο χρυσό κύπελλο (χρύσειον καλὸν δέπας), που βρίσκεται μπροστά του, αναγνωρίζει ότι είναι του πατέρα του Λαΐου, πρόξενου όλων των συμφορών. Εξοργισμένος γιατί ο Πολυνείκης παραβίασε την εντολή του πατέρα του, εκστομίζει κατάρα και για τα δύο του παιδιά (θεῶν δ’ οὐ λάνθαν’ ἐρινύν): να αλληλομισούνται και να διαμοιράζονται την κληρονομιά του με τα όπλα στα χέρια (ἀμφοτέροισι δ’ ἀεὶ πόλεμοί τε μάχαι τε, 10).

Ο μύθος του Οιδίποδα ενέπνευσε και τον Πίνδαρο, ο οποίος εξυμνεί τη σοφία του ήρωα (Πυθιόν. IV, 263) και την υποταγή του στη Μοίρα, χαρακτηρίζοντάς τον καίρια με την επίκληση, μόριμος υἱὸς (=πεπρωμένος):

ἐξ οὗπερ ἔκτεινε Λᾷον μόριμος υἱόςσυναντόμενος, ἐν δὲ Πυθῶνι χρησθὲνπαλαίφατον τέλεσσεν.
(Ὀλυμπ. II, 38-40)Στη συνέχεια, ο μύθος χρησιμοποιήθηκε ως θέμα τραγωδιών των μεγάλων τραγικών ποιητών της Αρχαιότητας: του Αισχύλου, στην τραγωδία Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας (στίχ. 1077), τελευταίο δράμα της τριλογίας Οἰδιπόδεια, στην οποία ανήκαν και τα μη σωζόμενα έργα Λάιος και Οιδίπους με το σατυρικό Σφίγξ· του Σοφοκλή, ο οποίος αφιέρωσε στο θέμα τρεις τραγωδίες: Οἰδίπους Τύραννος, Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ, Ἀντιγόνη· τέλος, του Ευριπίδη, στην ομώνυμη τραγωδία Οἰδίπους (από την οποία σώζονται συνολικά 40 περίπου στίχοι). Ο ποιητής και σε άλλα δράματά του, όπως στις Ἱκέτιδες και στις Φοίνισσες, καθώς και στην Αντιγόνη (αποσπάσματα μόνο) αναφέρεται στο μύθο των Λαβδακιδών.

Παράλληλα και άλλοι ελάσσονες δραματικοί ποιητές, όπως: Εύβουλος, Αχαιός, Καρκίνος, Φιλοκλής, Νικόμαχος, Μέλητος, Λυκόφρων κ.ά., διαπραγματεύθηκαν τον οιδιπόδειο μύθο στις ομώνυμες τραγωδίες τους, εκμεταλλευόμενοι την πλούσια μυθική παράδοση, πανελλήνια και τοπική της Αττικής.

II. Ο μύθος του Οιδίποδα στον Σοφοκλή

Ο Σοφοκλής αντλώντας τις πηγές του από το άφθονο μυθολογικό υλικό και αξιοποιώντας, κατάλληλα, τις ποικίλες παραλλαγές και λεπτομέρειες του μύθου, τροποποιώντας ανάλογα μερικά σημεία της μυθικής παράδοσης, δραματοποίησε έξοχα την τραγική μοίρα του Οιδίποδα· ειδικότερα, από τις εφτά διασωθείσες τραγωδίες του οι τρεις αναφέρονται στην πολύπαθη μορφή του Λαβδακίδη και στα παιδιά του.


Στη συγκεκριμένη τραγωδία, Οἰδίπους Τύραννος, που θα εξετάσουμε. τα προηγούμενα γεγονότα που οδηγούν στην υπόθεση του έργου έχουν ως εξής:

Ο πανίσχυρος βασιλιάς (κράτιστος πᾶσιν) της Θήβας Λάιος, γιος του Λάβδακου, έλαβε κάποτε χρησμό από το θεό Απόλλωνα ότι θα φονευόταν από το παιδί που θα αποκτούσε από τη σύζυγό του Ιοκάστη.
Όταν αργότερα η Ιοκάστη, παρά τη θεϊκή πρόρρηση, γέννησε ένα αγόρι, ο Λάιος τρομαγμένος και για να αποφύγει την απειλή του δελφικού χρησμού, το παρέδωσε σ’ ένα πιστό του δούλο-βοσκό, –αφού πρώτα τρύπησε και έδεσε τους αστραγάλους του–, με την εντολή να αφήσει το νεογέννητο έκθετο στον άγριο Κιθαιρώνα.

Ο βοσκός, όμως, που θα εκτελούσε την εντολή, λυπήθηκε το νήπιο και το παρέδωσε σ' έναν άλλο βοσκό από την Κόρινθο, ο οποίος το μετέφερε στην πόλη αυτή και το έδωσε στον κύριό του Πόλυβο, βασιλιά της Κορίνθου. Ο Πόλυβος και η σύζυγός του Μερόπη, που δεν είχαν παιδιά, το υιοθέτησαν με χαρά και το ονόμασαν Οιδίποδα (οἰδέω + πούς), εξαιτίας των πρησμένων ποδιών του.

Όταν μεγάλωσε ο Οιδίπους, μια μέρα, σε κάποιο συμπόσιο, αποκλήθηκε υβριστικά από έναν ομοτράπεζο του νόθος· επειδή ο Πόλυβος και η Μερόπη δεν κατόρθωσαν να δώσουν ικανοποιητικές εξηγήσεις, όταν ερωτήθηκαν από τον προσβληθέντα Οιδίποδα, κατευθύνθηκε ο ίδιος στους Δελφούς για να μάθει ποιοι ήταν οι γονείς του.

Η απάντηση της Πυθίας ήταν ρητή: να μην επιστρέψει πια στην πατρίδα του, γιατί, αν γύριζε, θα σκότωνε τον πατέρα του και θα έπαιρνε γυναίκα την ίδια τη μητέρα του. Έτσι, για να αποφύγει την πατροκτονία και την αιμομιξία αποφάσισε να μην ξαναγυρίσει στην Κόρινθο, αλλά να ακολουθήσει τον αντίθετο δρόμο προς τη Βοιωτία.

Σ’ ένα φωκικό τρίστρατο, «σχιστή οδό», κοντά στη Δαύλεια, γίνεται η μοιραία συνάντηση με τον Λάιο και την ακολουθία του· ύστερα από μια σφοδρή λογομαχία, ο Οιδίπους τους σκοτώνει όλους εκτός από ένα δούλο, που κατόρθωσε να διασωθεί· ήταν ακριβώς αυτός που παρέλαβε κάποτε τον Οιδίποδα – βρέφος για να το εγκαταλείψει στον Κιθαιρώνα.

Ο βοσκός πανικόβλητος επέστρεψε στη Θήβα και ανακοίνωσε ότι ο Λάιος σκοτώθηκε σ’ ένα σταυροδρόμι, ἐν τριπλαῖς ἁμαξιτοῖς ὁδοῖς, από ληστές που του είχαν στήσει ενέδρα.

Οταν ο Οιδίπους έφτασε στη Θήβα, βρήκε τους πολίτες τρομοκρατημένους εξαιτίας της αινιγματικής Σφίγγας (ποικιλῳδὸς Σφίγξ), η οποία καθισμένη σ’ ένα βράχο, κοντά στην πόλη, προκαλούσε τους διαβάτες με το γνωστό αίνιγμά της. Ο Οιδίπους έδωσε εύστοχη απάντηση, λύνοντας με την ευφυΐα και το θάρρος του, το αίνιγμα και υποχρεώνοντας το τέρας να γκρεμιστεί από το βουνό Φίκιο.

Έτσι, ανακηρύχθηκε σωτήρας της πόλης και πήρε το έπαθλο, που ο προσωρινός βασιλιάς της Θήβας Κρέων είχε ορίσει: τη χήρα βασίλισσα Ιοκάστη ως γυναίκα και το θρόνο.

Ως λαοπρόβλητος βασιλιάς ο Οιδίπους ζούσε ευτυχισμένος και μεγάλη ευδαιμονία επικρατούσε στη χώρα του. Από το γάμο του με την Ιοκάστη απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Ετεοκλή, τον Πολυνείκη, την Αντιγόνη και την Ισμήνη, που ήταν ταυτόχρονα και αδέλφια του. Ξαφνικά, όμως, μεγάλη συμφορά ενέσκηψε στην πόλη του Κάδμου (ἄστυ Καδμεῖον): φοβερή επιδημία (λοιμὸς ἔχθιστος), που απειλούσε κάθε ζωντανό στη φύση και στην πόλη, μάστιζε τη χώρα, παράλληλα με την αφορία της γης και την αποβολή, στον τοκετό, των γυναικών και των ζώων. Για να βρει την αιτία της συμφοράς και το μέσο για τη λύτρωση, ο Οιδίπους ζήτησε χρησμό από το μαντείο των Δελφών.

Η τραγωδία αρχίζει από το σημείο που ο Οιδίπους περιμένει με αγωνία το γυναικάδελφό του Κρέοντα, γιο του Μενοικέα, που τον έστειλε ως απεσταλμένο στα πυθικά δώματα του Φοίβου, για να του φανερώσει με ποιον τρόπο θα απαλλαγεί η πόλη από τα δεινά της.III. 

Αξιολόγηση της τραγωδίας «Οἰδίπους Τύραννος»

Ο Οἰδίπους Τύραννος (στίχοι 1530, πιθανότερη χρονολόγηση 430-425 π.Χ.) αποτελεί μια δραματική δημιουργία που αποκαλύπτει τη μεγαλοφυΐα του Σοφοκλή, σημειώνοντας το κέντρο και την κορύφωση της καλλιτεχνικής του πορείας: ένα έργο με άριστη πλοκή του μύθου, άρτια οργάνωση των επιμέρους σκηνών, εξαίρετη ηθογραφία και στιχουργική δεξιοτεχνία, τέλεια αξιοποίηση της περιπέτειας, της αναγνώρισης και της κλιμάκωσης της τραγικής ειρωνείας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο συγγραφέας της Ποιητικῆς επανέρχεται συνεχώς σ’ αυτήν την τραγωδία, ιδιαίτερα όταν προσπαθεί να καθορίσει τα συστατικά στοιχεία του μύθου· για τα στοιχεία αυτά παρατηρεί ότι τα τελειότερα παραδείγματα μας τα προσφέρει ο Οἰδίπους Τύραννος (Αριστοτ. Περὶ Ποιητικῆς, 1452α 1). Το ήθος του τραγικού ήρωα απασχολεί κυρίως τον Αριστοτέλη για να ορίσει τους κανόνες της τραγικής τέχνης (Περί Ποιητικῆς, 1452α-1453α).

Ο Οἰδίπους Τύραννος αποβαίνει το αιώνιο σύμβολο του τρόπου με τον οποίο το πεπρωμένο «εμπαίζει» τον άνθρωπο· μια μοίρα τόσο αινιγματική και μυστηριώδης όσο και το δυσεπίλυτο αίνιγμα της Σφίγγας που, όμως, έλυσε ο τραγικός ήρωας με την ευφυΐα και την οξύνοιά του.

Η πολυτλήμων προσωπικότητα του Οιδίποδα, ορόσημο και πρότυπο του αθηναϊκού λαού και ενός πολιτισμού που έχει φτάσει σε πολύ υψηλό βαθμό αυτογνωσίας, συμβολίζει την Αθήνα του Περικλή, την «πόλιν τύραννον», αλλά και την «παίδευσιν της Ἑλλάδος», όπως εύστοχα παρατηρεί ο Β. σε σχετική μελέτη του.

Η τραγική μοίρα του πολύπαθου Θηβαίου βασιλιά, η άνοδος και η κατακόρυφη πτώση του, το μεγαλείο και η συντριβή του, η αναζήτηση της αλήθειας και οι φρικτές πλάνες του δεν αποτελούν απλώς τους σταθμούς μιας ατομικής περιπέτειας, αλλά συμβολίζουν την αέναη πορεία προς την αυτοσυνειδησία ενός ολόκληρου πολιτισμού με τις επιτυχίες, τις αμφισβητήσεις και τα αδιέξοδά του.

Η δράση των θεών είναι ουσιαστικό στοιχείο του έργου· η θεϊκή οργή, που αποτελεί τον αρχικό πυρήνα του μύθου, εκδηλώνεται με το λοιμό, τον οποίο προκάλεσε για το μίασμα του φόνου. Το τέλος του δραματικού μύθου συμπίπτει με την επαλήθευση και πραγματοποίηση των χρησμών. Ο ποιητής παρουσιάζει τον αποφασιστικό Οιδίποδα να συγκρούεται τόσο με τη μοίρα του, την οποία καθορίζουν οι χρησμοί, υποκαθιστώντας τη θεϊκή παρουσία, όσο και με τη μοίρα του αμαρτωλού οίκου των Λαβδακιδών, τον οποίο καταδιώκουν οι κεραυνοί του Διός και η θεία Δίκη εξαιτίας του αμαρτήματος του Λαΐου.

Η σύγκρουση αυτή του Οιδίποδα με τη μοίρα και τη θεία Δίκη καθιστούν τον ήρωα τραγικό πρόσωπο και στην αναμέτρηση της εσωτερικής ελευθερίας με την εξωτερική αναγκαιότητα βρίσκουμε το τραγικό στοιχείο όλου του έργου.

Ο Οιδίπους ως τραγικός ήρωας είναι μοναδικός. Υφίσταται τα πλήγματα της μοίρας, χωρίς να έχει διαπράξει «αμπλακήματα», σφάλματα, για να υποστεί τις φρικτές συνέπειες. Δεν έχει παραβεί ή δεν τείνει να αθετήσει συνειδητά τους νόμους των θεών ή την ηθική. Η τιμωρία του για εγκλήματα που διέπραξε «ἐν ἀγνοίᾳ» προέρχεται από το σκοτεινό μέρος της μοίρας, από μηχανισμούς που η ανθρώπινη λογική αδυνατεί να συλλάβει, γιατί βρίσκονται πέρα από τη διανοητική εμβέλεια των θνητών. Αφορούν εκείνο το τμήμα της θεϊκής λογικής ή θείας πρόνοιας που δε θα μπορέσουμε ποτέ να προσεγγίσουμε και πολύ λιγότερο να κατανοήσουμε. Το μόνο ασφαλές συμπέρασμα είναι ότι ο Οιδίπους συμβολίζει τον άνθρωπο ο οποίος τιμωρείται γιατί επιδιώκει να μάθει.

Η γνώση πληρώνει, αλλά και πληρώνεται με φοβερό αντίτιμο. Ο ήρωας μαθαίνει ότι, έστω και ακούσια, είναι μέγας αμαρτωλός: πατροκτόνος και αιμομίκτης. Ο συμβολισμός γίνεται προφανής. Αν η γνώση που περιλαμβάνει την αυτογνωσία συνιστά κορυφαίο ιδεώδες, πρέπει ο άνθρωπος να το επιδιώκει, επειδή αυτό θα τον οδηγήσει στο επίπεδο των θεών. Κάτι παρόμοιο υπαινίσσονται τα πάθη και η αποθέωση στο τέλος της τραγωδίας «Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ», η οποία, ως θεατρική συνέχεια του «Οἰδίποδος Τυράννου», συμπληρώνει το μέγιστο αυτό μάθημα.

Ο μύθος του Οιδίποδα έχει εμπνεύσει, κατά καιρούς, από την Αρχαιότητα ως την Αναγέννηση, πολλούς δραματικούς ποιητές και συγγραφείς (Άττιος, Σενέκας, Κορνήλιος, Ρακίνας, Βολταίρος), οι οποίοι συνέθεσαν έργα με πρότυπο το σοφόκλειο Οιδίποδα, εξασφαλίζοντας, στα μέτρα του δυνατού, τη διαχρονικότητα του μύθου, χωρίς, όμως, να φθάσουν την κορυφαία ποιητική δημιουργία του Σοφοκλή.

Η αποτίμηση του Οἰδίποδος Τυράννου συνεχίζεται και στους νεότερους χρόνους· το έργο, εκτός από τη μορφωτική και παιδευτική του αξία, ανταποκρίνεται στις αναζητήσεις των ανθρώπων της σημερινής εποχής. Επιστήμονες, με αφετηρία τη συγκεκριμένη τραγωδία και το κεντρικό πρόβλημά της, που είναι η ανθρώπινη πρόκληση η οποία απειλεί να διασαλεύσει την αιώνια τάξη της οποίας θεματοφύλακες είναι οι θεοί, διατυπώνουν θεωρίες σχετικά με την ερμηνεία του μύθου, όπως π.χ. άποψη του Νίτσε για το τραγικό ηρωικό στοιχείο, ή ασχολούνται με διάφορες έρευνες: ψυχαναλυτικές (π.χ. ερμηνεία ονείρων, του Φρόυντ) και εθνολογικές (π.χ. δομική ανάλυση, του Λέβι-Στρως).

Παράλληλα, στον τομέα της κλασικής φιλολογίας, διαμορφώνονται δύο τάσεις που ερμηνεύουν το έργο με διαφορετική οπτική γωνία: ουμανιστική θεώρηση, που δίνει προτεραιότητα στην προσωπικότητα του ήρωα και θεολογική, που δίνει μεγαλύτερη σημασία στη θεϊκή παρέμβαση. Στους άλλους τομείς, καλλιτέχνες δημιουργούν ενδιαφέροντα έργα, εικαστικά και μουσικά, ενώ, στο θεατρικό χώρο, σκηνοθέτες διδάσκουν θεατρικές παραστάσεις με σύγχρονους προβληματισμούς, νέες τεχνικές και μεταφραστικές προτάσεις.

Στη θεατρική σκηνή, το αρχαίο ελληνικό θέατρο, με πρώτο δράμα τον Οἰδίποδα Τύραννο, αποτελεί σταθμό για την παράσταση της ελληνικής τραγωδίας. Στην αναβίωση του αρχαίου δράματος, στη χώρα μας, μνημειώδης παραμένει η σκηνοθεσία του Φώτου Πολίτη που εγκαινιάζει τις παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου (πρώην Βασιλικού) το 1932, όπου τον κύριο ρόλο του Οιδίποδα ερμηνεύει ο Αιμίλιος Βεάκης- στη συνέχεια, οι σκηνοθετικές προτάσεις του Αλέξη Μινωτή και του Καρόλου Κουν, καθώς και οι ερμηνείες των Αλέξη Μινωτή, Θάνου Κωτσόπουλου, Μάνου Κατράκη, Γιώργου Λαζάνη και άλλων νεοτέρων πιστοποιούν τη φιλοδοξία των πιο άξιων σκηνοθετών και ηθοποιών να υποδυθούν το σοφόκλειο ήρωα, που αποτελεί μέγιστο ρόλο του παγκόσμιου θεάτρου.

Ο μύθος του Οιδίποδα επιβιώνει και στις μνήμες του ελληνικού λαού, με παραμύθια και λαϊκές παραδόσεις σε διάφορες παραλλαγές.

Προσφιλής επίσης είναι ο οιδιπόδειος μύθος στη νεότερη ελληνική ποίηση· πολλοί ποιητές μας, όπως οι Ν. Καρούζος, Τ. Πατρίκιος, Ντ. Χριστιανόπουλος, Ν. Λαδάς, Μ. Σαχτούρης κ.ά. χρησιμοποιούν το μύθο σαν σύμβολο, αλλά και σαν στοιχείο δομικό για να εκφράσουν τις απόψεις τους. Με το μύθο του Οιδίποδα, εξάλλου, τελειώνει την ομιλία του στη Στοκχόλμη, στην απονομή Νόμπελ, ο Γ. Σεφέρης, ενώ στην Κίχλη διαβάζουμε τους στίχους της μικρής Αντιγόνης για το «γέροντα ικέτη καθρεφτισμένο στο αίμα του» (Γ, 59-61), που σημαδοτοτούν τη μοίρα του Οιδίποδα.

Η επιβίωση του Οἰδίποδος Τυράννου και η αναμφισβήτητη επικαιρότητα αποδεικνύουν ότι το έργο του Σοφοκλή αποτελεί, ἐς τὸ διηνεκές, το υψηλότερο και αντιπροσωπευτικότερο δείγμα τραγικής τέχνης.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
Οιδίπους
Ιερεύς Ιοκάστη
Κρέων Άγγελος
Χορός Θηβαίων γερόντων Θεράπων Λαΐου
Τειρεσίας Εξάγγελος

Βωβά πρόσωπα
Δορυφόροι του Οιδίποδα – Ικέτες
Οι δύο κόρες του Οιδίποδα.

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη