Το ψυχόραμα: το 1958 έλαβε χώρα το πρώτο ψυχόραμα, στο Fort Lee του New Jersey. Μια φωτογραφία απεικονίζει μια εικόνα η οποία αναγκαστικά είναι στατική, γι αυτό πολλές φορές ζητούμε από τον φωτογράφο να τραβήξει 3-4 διαφορετικές πόζες για να δημιουργηθεί η εικόνα της κίνησης. Ο κινηματογράφος δεν είναι τίποτε άλλο από από πολλές φωτογραφίες τραβηγμένες διαδοχικά σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μεταξύ τους. Έτσι όταν προβάλουμε τις φωτογραφίες με συγκεκριμένο χρονικό ρυθμό, η εικόνα μας δίνει την ψευδαίσθηση της πραγματικής κίνησης. Βλέπουμε δηλαδή έναν άνθρωπο να κινείται, ενώ στην πραγματικότητα ο άνθρωπος είναι στατικός απλά είναι σε διαφορετικές στάσεις. Στον κινηματογράφο έχει οριστεί να προβάλλονται 25 φωτογραφίες (καρέ) ανά δευτερόλεπτο. Το 25 έχει επιλεγεί όχι τυχαία, είναι η ισορροπία που το μάτι αντιλαμβάνεται την κίνηση smoothly δηλαδή να μην προλαβαίνει να τις ξεχωρίσει (να τις βλέπει ως “ένα”), και του κόστους, δεν θα ήταν οπτικά σωστό αν είχε π.χ. 20 καρέ ανά δευτερόλεπτο. Θα μπορούσε φυσικά να έχει 50 καρέ το δευτερόλεπτο, να ήταν δηλαδή ακόμα πιο smooth η κίνηση, αλλά αφενός το κόστος θα διπλασιαζόταν και αφετέρου το ανθρώπινο μάτι δεν θα είχε να κερδίζει κάτι περισσότερο από αυτό των 25 καρέ.
Οι Αμερικάνοι λοιπόν σκέφτηκαν να κάνουν ένα πείραμα, ανάμεσα στα καρέ (φωτογραφίες) ανά τακτά χρονικά διαστήματα να προβάλουν κάποιες, φωτογραφίες (καρέ) άσχετες με αυτές του συνόλου της ταινίας. Σκέφτηκαν ότι λόγω της ταχύτητας το συνειδητό δεν θα προλάβαινε να το επεξεργαστεί οπότε θα κατάφερναν να τις περάσουν κατ ευθείαν ως ιδέα στο υποσυνείδητο.
Έτσι λοιπόν στην ταινία PicNic με την Kim Novak, ανάμεσα στις σκηνές ανά τα τακτά χρονικά διαστήματα και σε κλάσματα δευτερολέπτου προβάλλονταν δυο διαφημίσεις “πεινάτε; τρώτε Ποπ Κόρν” και “διψάτε; πίνετε κόκα κόλα”. Ουδείς από τους θεατές δεν είδε κάποια διαφήμιση, ο ερεθισμός έφτανε στο οπτικό νεύρο, επειδή όμως ακολούθησε και άλλη πληροφορία (άλλες εικόνες) δεν πρόλαβε να το μυαλό να το επεξεργαστεί και στάλθηκε στην “αποθήκη” στο υποσυνείδητο. Η ταινία προβλήθηκε αρκετό καιρό ώστε να την δει η πλειοψηφία των κατοίκων και μετά έκαναν μια στατιστική έρευνα η οποία έδειξε άυξηση των πωλήσεων του ποπ κορν κατά 18% και της κόκα κόλα κατά 30%. Οι κάτοικοι λοιπόν έτρωγαν περισσότερο ποπ κορν και έπιναν περισσότερη κόκα κόλα χωρίς να ξέρουν το γιατί.
Κάτι ανάλογο ισχύει με τον ήχο, υπάρχουν συχνότητες που το αυτί ακούει μεν αλλά δεν προλαβαίνει να επεξεργαστεί δε.
Το Σοβιετικό ψυχόραμα:
Οι Ρώσοι παρέλαβαν την εφεύρεση ένα χρόνο αργότερα, το 1959. Σε έναν κινηματογράφο της Μόσχας, οι θεατές όταν έφευγαν ρωτήθηκαν τι αισθάνθηκαν στο τέλος της ταινίας, η απάντηση των περισσότερων ήταν απέχθεια για τα Χιτλερικά και Ναζιστικά εγκλήματα, ενώ η ταινία δεν είχα καμία σχέση με το θέμα αυτό! Πως προεκλήθει αυτό; απλά στα τελευταία 10 λεπτά της ταινίας είχαν προβληθεί με τον ίδιο τρόπο φωτογραφίες από τα Χιτλερικά στρατόπεδα...
Πλύσις εγκεφάλου:
Πλύσις εγκεφάλου:
Ο Παυλώφ παρατήρησε ότι οι άνθρωποι που υπεβάλλοντο σε παρατεταμένη φυσική και ψυχική ένταση, είτε ενός είτε σε σειρά έντονων και αιφνίδιων “σοκ” πέραν κάποιου χρονικού ορίου, ο εγκέφαλος τους και το ψυχικό τους “είναι” παρουσίαζε βαθιά νευρική κατάπτωση και έπεφτε σε “απεργία”, έπαυε να λειτουργεί, έχαναν την συνείδηση τους, η βούλησις εκμηδενίζετο και εφέροντο με τρόπο ασυνάρτητο (15 μέρες οι ευαίσθητοι, 30 οι νορμάλ, 50 οι σκληρότεροι). Όταν η βούλησις εκμηδενίζεται ο εγκέφαλος μετατρέπεται σε λευκό χαρτί σαν μια άγραφη ταινία που μπορεί να καταγράψει και να εκτελέσει την θέληση και να εκτελέσει τις εντολές του άλλου. Με αυτόν τον τρόπο τα θύματα “πείθονται” να ομολογήσουν.
Φτάνουν στο σημείο να απαιτήσουν ακόμη και την θανατική τους καταδίκη!
Η προπαγάνδα χρειάζεται φανατικούς οπαδούς, οπότε ο Προπαγανδιστής δεν πρέπει να ξεπεράσει τα όρια και να επέλθει η πλήρης κατάρρευση του θύματος οπότε και το θύμα γίνει εντελώς άχρηστος για το σύστημα και να πάει για εκτέλεση. Ο “κατηχητής” σταματά στο σημείο που πρέπει και αντικαθιστά τα παλαιά του ανακλαστικά με νέα, δηλαδή να του "εμφυτέψει" νέους τρόπους συμπεριφοράς, καινούριες αντιδράσεις και ιδέες, οπότε το θύμα να μετατραπεί ως “χρήσιμος” στο σύστημα.
Πρακτικοί τρόποι:
η διαδικασία διευκολύνεται όταν το θύμα είναι κουρασμένο, άρρωστο, άυπνο, συγκινησιακά καταβεβλημένο, γι αυτό στα Νοσοκομεία των Κομμουνιστικών κρατών κάτω από τα μαξιλάρια είχαν μεγάφωνα που προπαγάνδιζαν, γι αυτό ο Χίτλερ έκανε μαζικές συγκεντρώσεις την ώρα του Λυκόφως, γι αυτό οι Αμερικάνικες εταιρείες σπαταλούν χρήμα για διαφήμιση σε βραδυνές και νυχτερινές ζώνες!
- 1. αποστολή υπέρμετρων και έντονων εξωτερικών “σημάτων” και ερεθισμών. Με αυτόν τον τρόπο γίνεται υπερφόρτωση του “δέκτη” που κάμπτεται.
- 2. ανώμαλη παράστασις του χρόνου που μεσολαβεί ανάμεσα στο “σήμα” και τον ερεθισμό που λογικά θα συνοδευόταν, έτσι το υποκείμενο παραμένει σε αγωνιώδη αβεβαιότητα που υπονομεύει την ψυχική του ισορροπία.
- 3. αποστολή ερεθισμών αντίθετων προς το σήμα που προηγήθηκε, αυτό συνεπάγεται ότι ο “δέκτης” που αντιμετωπίζει ερεθισμούς διαφορετικούς από εκείνους που συνήθιζε, παραμένει αδρανής και σαστισμένος, οπότε να κλονίζεται η αυτοπεποίθηση του, χάνει της εμπιστοσύνη προς το μυαλό του, αμφιβάλει για την διανοητική του κατάσταση, το ηθικό καταρρέει.
- 4. αποστολή μπερδεμένων ερεθισμών και “σημάτων” χωρίς λογική για το σύστημα ανακλαστικών, τότε ο εγκέφαλος εκτροχιάζεται!
η διαδικασία διευκολύνεται όταν το θύμα είναι κουρασμένο, άρρωστο, άυπνο, συγκινησιακά καταβεβλημένο, γι αυτό στα Νοσοκομεία των Κομμουνιστικών κρατών κάτω από τα μαξιλάρια είχαν μεγάφωνα που προπαγάνδιζαν, γι αυτό ο Χίτλερ έκανε μαζικές συγκεντρώσεις την ώρα του Λυκόφως, γι αυτό οι Αμερικάνικες εταιρείες σπαταλούν χρήμα για διαφήμιση σε βραδυνές και νυχτερινές ζώνες!
Ππροπαρασκευή:
ΕΒΡΑΙΟΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ
- 1. απομόνωση (μοναξιά, αίσθημα ότι κανείς δεν ενδιαφέρεται γι αυτόν)
- 2. αγωνιώδης παρατεινόμενη αναμονή (αρχίζει να προτιμά ακόμα και την καταδίκη του από την αναμονή)
- 3. να χάσει την αίσθηση του χρόνου (παίζει σοβαρό ρόλο στην διατήρηση της πνευματικής ισορροπίας, του προσφέρουν γεύματα σε άτακτα χρονικά διαστήματα, τον ξυπνάνε και τον αφήνουν να κοιμηθεί σε άτακτες ώρες)
- 4. ανακαλύπτουν ποιον ερεθισμό το νευρικό του σύστημα αδυνατεί να υποφέρει (θέα αποκρουστικού ζωυφίου, κάποιος ήχος, αηδιαστική τροφή) και το εκπέμπουν συνεχώς
όταν το θύμα αρχίζει να αμφιβάλει για την κατάσταση του μυαλού του την ώρα που κοιμάται του διοχετεύουν διοξείδιο του άνθρακα για να βλέπει εφιάλτες και να έχει πονοκέφαλο, ακούει ήχους ή φωνές που σταματούν όταν ξυπνήσει, βλέπει οράματα (από κρυφές φωτιστικές συσκευές) που σταματούν όταν τα πλησιάσει, τριγυρνούν πρόσωπα που εξαφανίζονται και ο φύλακας βεβαιώνει ότι ποτέ δεν υπήρξαν, ακούει ήχους από κρυφούς μηχανισμούς οι οποίοι σταματούν απότομα.
Η ανάκρισις: ξαφνικά ο κρατούμενος επαναφέρεται σε κάποια ομαλότητα συνθηκών, αυτή η αιφνίδια μεταβολή επιδεινώνει την σύγχυση του και τότε αρχίζει η ανάκρισις με διαδοχικά σφυροκοπήματα των δυο αντιθέτων πόλων, με επιταχυνόμενο ρυθμό, ούτως ώστε ο μεσόχρονος μεταξύ των δυο πληγμάτων όλο να μικραίνει μέχρι το θύμα να καταρρεύσει και ο εγκέφαλος να πάψει να αντιστέκεται. Κλασσικό σύστημα οι “2 ανακριταί” ένας καλός και ένας κακός, ο πρώτος προσφέρει καλή μεταχείριση άρα ελπίδα ενώ ο δεύτερος κακή μεταχείριση άρα απελπισία, και ο ένας να διαδέχεται τον άλλον. Τα 2 ανακριτικά γραφεία έχουν περιβάλλον μελετημένο, τα έπιπλα τα χρώματα τα αντικείμενα να προκαλούν τις δυο αντίθετους και αντίρροπους πόλους.
Επειδή λείπουν οι εξωτερικοί ερεθισμοί το θύμα αρχίζει και συγχέει τις σκέψεις του ανακριτή με τις δικές του, εκλαμβάνει ως δικές του ιδέες και πληροφορίες αυτές που του υπέβαλε ο ανακριτής.
Τελικής φάσις: τελικά κατά κανόνα το θύμα που διατηρείται σε συνεχή φοβία και αβεβαιότητα καταλήγει στο “πραϋντικό” γραφείο με τον καλό ανακριτή, και αυτός παίζει έναν συγκεκριμένο ρόλο, δίνει δήθεν την μάχη μαζί με το θύμα, καλεί τον κρατούμενο να αγωνισθούν μαζί για την σωτηρία του, έτσι ο κρατούμενος βρισκόμενος σε συναισθηματική φόρτιση αντιδρά ως παιδί και αγκιστρώνεται στον σωτήρα του.
Για να σωθεί όμως πρέπει να δεχθεί να προσχωρήσει σε ορισμένα πράγματα που του ζητά ο σωτήρας, όπως να παραδεχθεί λάθη του, να αρχίσει να συνεργάζεται στην “αναμόρφωση” του κτλ. Στόχος είναι να αναγνωρίσει τον ανακριτή ως εκπρόσωπο της κοινωνίας και του νόμου με την διαδικασία της αυτοδέσμευσης δηλαδή να έρθει σε τέτοια ψυχολογική κατάσταση που μόνο του το θύμα θα το αναζητήσει. Μοναδικό μέσον είναι η άσκησις ψυχολογικής πίεσης μέσω της άρνησης του διαλόγου πράγμα που θα σημάνει για το θύμα η επιστροφή στον εφιάλτη της απομονώσεως και της σιωπής, έτσι λοιπόν ο ανακριτής-σωτήρας προσποιείται “απομάκρυνση” η οποία προκαλεί στο θύμα επανάσταση σε ολόκληρο το “είναι” του, οπότε εξαναγκάζεται να αγκιστρωθεί περισσότερο στον ανακριτή για να αποκλείσει την περίπτωση του επικείμενου εφιάλτη. Η διακοπή της ανακρίσεως καταντά απειλή και ο ανακρινόμενος προσπαθεί να βρει τεχνάσματα για να παρατείνει τον “διάλογο”, έτσι αυτόματα γίνεται ομιλητικότερος, αποκαλυπτικότερος, κάνει εκμυστηρεύσεις για να πείσει τον ανακριτή-σύμμαχο να μην αποσύρει την συμπάθεια του και να μην χάσει το ενδιαφέρον του.
Η ομολογία: Όταν το θύμα συμφωνήσει να ομολογήσει (δηλαδή να “αναμορφωθεί”) αρχίζει από κοινού με τον ανακριτή την σύνταξη της ομολογίας ή δηλώσεως της πίστης.
Το πρώτο μέρος είναι η “αυτοβιογραφία”. Κάθε αντίφαση που παρουσιάζεται ανάμεσα στις άπειρες αφηγήσεις που αναγκάστηκε να κάνει το θύμα, χαρακτηρίζεται από τον ανακριτή ως ψεύδος, ο οποίος “αγανακτά” για την δήθεν μη ειλικρινή συνεργασία, έτσι το θύμα σπεύδει να να αποδείξει την ειλικρίνεια του υιοθετώντας σε όλα τα σημεία την εκδοχή του ανακριτού, και εν τέλει συγγράφει την ιστορία όπως την θέλει η ανάκρισις, δηλαδή ο ανακριτής οδηγεί το θύμα να γράψει “αυτοβούλως” αυτά που θέλει ο ανακριτής.
Το δεύτερο μέρος είναι η διατύπωσις των κατηγοριών βάσει των δεδομένων της ίδιας του της αυτοβιογραφίας. Ο ανακριτής διευκρινίζει ότι είναι υποχρεωμένος να διατυπώσει τις κατηγορίες αφού το ίδιο το θύμα “ομολόγησε” την διάπραξη των εγκλημάτων. Όποτε ο κρατούμενος τολμήσει να αμφισβητήσει κάποια κατηγορία ο ανακριτής απειλεί ότι θα αποσύρει την βοήθεια του και θα τον αφήσει να καταστραφεί.
Το τρίτο μέρος είναι η από κοινού κατάστρωσις της απολογίας με βάσει την αναγνώριση όλων των εγκλημάτων για τα οποία κατηγορείται. τα δυο σημεία της απολογίας είναι η αυτοκριτική και η προθυμία της εξιλέωσης του
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου