Ἡ μετάπτωση των ισημεριών ἀνεκαλύφθη ἀπὸ τὸν Ἵππαρχο Ῥόδιο. Δεινὸς μαθηματικός, ἀστρονόμος, ἀστρολόγος, γεωγράφος, καὶ μετεωρολόγος, ὁ Ἵππαρχος θεωρεῖται ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων ἀρχαίων ἐπιστημόνων.
Ὅμως ὁ ἀληθινὸς Ἵππαρχος ἀπεῖχε πολὺ ἀπὸ τὸ στερεότυπο τοῦ συχρόνου “ἀστρονόμου”, ὅπως μᾶς ἔχει παρουσιασθεῖ ἐπανειλημμένα. Τὸ δὲ ἔργο του εἶναι ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων τῆς πρωΐμου ἑλληνικῆς ἀστρολογίας.
Περὶ τοῦ ἰδίου τοῦ Ἱππάρχου δὲν θὰ γνωρίζαμε τίποτε ἐὰν δὲν ἀναφερόντουσαν εἰς αὐτὸν πλεῖστοι ἄλλοι μεταγενέστεροι συγγραφεῖς, ὅπως ὁ Πλούταρχος, ὁ Πλίνιος ὁ πρεσβύτερος, ὁ Πτολεμαῖος, ὁ Θέων Σμυρναῖος, ὁ Στράβων, ὁ Αἰλιανός, ὁ Θέων Ἀλεξανδρεύς, καὶ ὁ Ἡφαιστίων Θηβαῖος. Ἀπὸ τὰ συγγράμματά του μόνον ἕνα σώζεται καθ’ ὁλοκληρία, μὲ τίτλο Τῶν Ἀράτου καὶ Εὑδόξου Φαινομένων ἐξηγήσεως, ἕνας ἐκτενῆς σχολιασμὸς εἰς τὸ ἔργο τοῦ Ἀράτου.
Ὁρισμένα ὅμως ἔργα του διεσώθησαν ἀποσπασματικὰ ὑπὸ τοῦ Πτολεμαίου, ὁ ὁποῖος συμπεριέλαβε καὶ τὸν λίαν σημαντικὸ κατάλογο ἀστέρων τοῦ Ἱππάρχου. Ὁ Ἡφαιστίων διέσωσε λεπτομερῶς τὰ μέρη τῶν ζῳδιακῶν ἀστερισμῶν ὅπου ὑπόκεινται διάφορες χῶρες, καὶ ποὺ χρησιμεύουν γιὰ προγνώσεις περὶ τῶν χωρῶν αῦτῶν, “ὅπως εἶχαν ὁρισθεῖ ἀπὸ τὸν Ἵππαρχο καὶ τοὺς παλαιοὺς Αἰγυπτίους”.
Ὁρισμένα ὅμως ἔργα του διεσώθησαν ἀποσπασματικὰ ὑπὸ τοῦ Πτολεμαίου, ὁ ὁποῖος συμπεριέλαβε καὶ τὸν λίαν σημαντικὸ κατάλογο ἀστέρων τοῦ Ἱππάρχου. Ὁ Ἡφαιστίων διέσωσε λεπτομερῶς τὰ μέρη τῶν ζῳδιακῶν ἀστερισμῶν ὅπου ὑπόκεινται διάφορες χῶρες, καὶ ποὺ χρησιμεύουν γιὰ προγνώσεις περὶ τῶν χωρῶν αῦτῶν, “ὅπως εἶχαν ὁρισθεῖ ἀπὸ τὸν Ἵππαρχο καὶ τοὺς παλαιοὺς Αἰγυπτίους”.
Ἡ ἀναγραφὴ τῶν ἀπλανῶν
Τὸ ἔτος 134 π. Χ. ὁ Ἵππαρχος παρατήρησε τὴν αἰφνιδία ἐμφάνιση ἑνὸς ἀστέρος στὸν ἀστερισμὸ τοῦ Σκορπιοῦ, ποὺ εἰκάζεται ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ καινοφανή. Διαπιστώνοντας ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ ἐμφανισθοῦν νέοι ἀστέρες, ποὺ ποτὲ ἄλλοτε δὲν εἶχαν παρατηρηθεῖ, ἀποφάσισε νὰ συντάξῃ κατάλογο ἀπλανῶν ἀστέρων. Κατέγραψε τὴν ἀκριβὴ θέση ἑκάστου καὶ τὴν λαμπρότητά του, ἔχοντας προηγουμένως κατατάξει τοὺς ἀπλανεῖς ἀναλόγως φωτεινότητος εἰς 6 μεγέθη. Ὁ κατάλογος αὐτός περιείχε 1080 ἀστέρες καὶ διεσώθη ὑπὸ τοῦ Πτολεμαίου εἰς τὴν Μαθηματικὴ Σύνταξη (Ἀλμαγέστη) περιέχοντας συνολικῶς 1022 ἀστέρες.
Διὰ τῆς ἐργασίας του αὐτῆς παρέδωσε στοὺς μεταγενέστερους τὸ “ἀρχεῖο τοῦ Οὐρανοῦ” καὶ ὁ κατάλογός του, Περὶ τῶν ἀπλανῶν ἀναγραφαί, καθιερώθη ἔκτοτε εἰς τὴν μαθηματικὴ ἀστρονομία.
Καὶ ἀνέλαβεν ἔργον πρὸ τοῦ ὁποίου θὰ ὠπισθοχώρει καὶ θεός ἀκόμη· τουτέστι νὰ ἀριθμήσῃ χάρη τῶν μεταγενεστέρων πάντας τοὺς ἀστέρας καὶ νὰ δώσῃ εἰς ἕκαστον ἐξ αὐτῶν ἰδιαίτερον ὄνομα ἐν τῷ ἀστερισμῷ. Ἐφηῦρε κατάλληλα ὄργανα γιὰ τὸν ὁρισμὸ τῆς θέσεως ἑκάστου, ὥστε ἐξ αὐτῆς καὶ ἐκ τοῦ μεγέθους τοῦ ἀστέρος εὐκόλως νὰ ἀναγνωρίζωνται οὗτοι· προσέτι ἐάν τις ἐξ αὐτῶν ἐξηφανίζετο ἢ νέος τὶς ἐνεφανίζετο ἢ τινὲς τούτων μετεκινοῦντο ἢ ἐὰν ἡ λάμψη τινῶν μετεβάλλετο· οὕτω δὲ ἀφῆκεν εἰς τὴν ἀνθρωπότητα τὸν οὐρανὸν ὁλόκληρον ὡς κληρονομιά, ἥν πᾶς βουλόμενος καὶ δυνάμενος ἠδύνατο νὰ δεχθῇ καὶ χρησιμοποιήσῃ.
~ Πλίνιος, Φυσικὴ Ἱστορία, ΙΙ, 26
Ὁ Ἵππαρχος συνέταξε καὶ ἀστρικὲς ἐφημερίδες, ὑπολογίζοντας θέσεις ἡλίου καὶ σελήνης γιὰ περίοδο 600 ἐτῶν, συμπεριλαμβανομένων τῶν μηνῶν, τῶν ἡμερῶν καὶ τῶν ὡρῶν, καθὼς καὶ τὴν προσαρμογὴ γιὰ τὰ κλίματα διαφόρων τόπων καὶ τὶς ὄψεις ποὺ σχηματίζουν (Πλίνιος ). Ὑπάρχουν πολλὲς διάσπαρτες ἀναφορὲς ἀπὸ ἀρχαίους συγγραφεῖς γιὰ τὴν περίοδο τῶν 600 ἐτῶν, ποὺ ὀνομάζεται μέγα ἔτος, καθὼς τὰ ἡλιακὰ καὶ τὰ σεληνιακὰ φαινόμενα ἐπαναλαμβάνονται ἀκριβῶς ἐπὶ τῶν ἰδίων σημείων. Τὰ 600 ἔτη ἰσοῦνται μὲ 7421 σεληνιακοὺς μῆνες, καὶ ἀντιστοιχοῦν εἰς 32 δεκαεννεατηρίδες μεῖον μία ὀκταετηρίδα (608 ἔτη / 7520 σεληνιακοὶ μῆνες μεῖον 8 ἔτη / 99 σεληνιακοὺς μῆνες).
Τὸ ἔτος 134 π. Χ. ὁ Ἵππαρχος παρατήρησε τὴν αἰφνιδία ἐμφάνιση ἑνὸς ἀστέρος στὸν ἀστερισμὸ τοῦ Σκορπιοῦ, ποὺ εἰκάζεται ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ καινοφανή. Διαπιστώνοντας ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ ἐμφανισθοῦν νέοι ἀστέρες, ποὺ ποτὲ ἄλλοτε δὲν εἶχαν παρατηρηθεῖ, ἀποφάσισε νὰ συντάξῃ κατάλογο ἀπλανῶν ἀστέρων. Κατέγραψε τὴν ἀκριβὴ θέση ἑκάστου καὶ τὴν λαμπρότητά του, ἔχοντας προηγουμένως κατατάξει τοὺς ἀπλανεῖς ἀναλόγως φωτεινότητος εἰς 6 μεγέθη. Ὁ κατάλογος αὐτός περιείχε 1080 ἀστέρες καὶ διεσώθη ὑπὸ τοῦ Πτολεμαίου εἰς τὴν Μαθηματικὴ Σύνταξη (Ἀλμαγέστη) περιέχοντας συνολικῶς 1022 ἀστέρες.
Διὰ τῆς ἐργασίας του αὐτῆς παρέδωσε στοὺς μεταγενέστερους τὸ “ἀρχεῖο τοῦ Οὐρανοῦ” καὶ ὁ κατάλογός του, Περὶ τῶν ἀπλανῶν ἀναγραφαί, καθιερώθη ἔκτοτε εἰς τὴν μαθηματικὴ ἀστρονομία.
Καὶ ἀνέλαβεν ἔργον πρὸ τοῦ ὁποίου θὰ ὠπισθοχώρει καὶ θεός ἀκόμη· τουτέστι νὰ ἀριθμήσῃ χάρη τῶν μεταγενεστέρων πάντας τοὺς ἀστέρας καὶ νὰ δώσῃ εἰς ἕκαστον ἐξ αὐτῶν ἰδιαίτερον ὄνομα ἐν τῷ ἀστερισμῷ. Ἐφηῦρε κατάλληλα ὄργανα γιὰ τὸν ὁρισμὸ τῆς θέσεως ἑκάστου, ὥστε ἐξ αὐτῆς καὶ ἐκ τοῦ μεγέθους τοῦ ἀστέρος εὐκόλως νὰ ἀναγνωρίζωνται οὗτοι· προσέτι ἐάν τις ἐξ αὐτῶν ἐξηφανίζετο ἢ νέος τὶς ἐνεφανίζετο ἢ τινὲς τούτων μετεκινοῦντο ἢ ἐὰν ἡ λάμψη τινῶν μετεβάλλετο· οὕτω δὲ ἀφῆκεν εἰς τὴν ἀνθρωπότητα τὸν οὐρανὸν ὁλόκληρον ὡς κληρονομιά, ἥν πᾶς βουλόμενος καὶ δυνάμενος ἠδύνατο νὰ δεχθῇ καὶ χρησιμοποιήσῃ.
~ Πλίνιος, Φυσικὴ Ἱστορία, ΙΙ, 26
Ὁ Ἵππαρχος συνέταξε καὶ ἀστρικὲς ἐφημερίδες, ὑπολογίζοντας θέσεις ἡλίου καὶ σελήνης γιὰ περίοδο 600 ἐτῶν, συμπεριλαμβανομένων τῶν μηνῶν, τῶν ἡμερῶν καὶ τῶν ὡρῶν, καθὼς καὶ τὴν προσαρμογὴ γιὰ τὰ κλίματα διαφόρων τόπων καὶ τὶς ὄψεις ποὺ σχηματίζουν (Πλίνιος ). Ὑπάρχουν πολλὲς διάσπαρτες ἀναφορὲς ἀπὸ ἀρχαίους συγγραφεῖς γιὰ τὴν περίοδο τῶν 600 ἐτῶν, ποὺ ὀνομάζεται μέγα ἔτος, καθὼς τὰ ἡλιακὰ καὶ τὰ σεληνιακὰ φαινόμενα ἐπαναλαμβάνονται ἀκριβῶς ἐπὶ τῶν ἰδίων σημείων. Τὰ 600 ἔτη ἰσοῦνται μὲ 7421 σεληνιακοὺς μῆνες, καὶ ἀντιστοιχοῦν εἰς 32 δεκαεννεατηρίδες μεῖον μία ὀκταετηρίδα (608 ἔτη / 7520 σεληνιακοὶ μῆνες μεῖον 8 ἔτη / 99 σεληνιακοὺς μῆνες).
Ἡ ἀνακάλυψη τῆς μεταπτώσεως τῶν ἰσημεριῶν
Ἀσχολούμενος μὲ τὸν προσδιορισμὸ τῆς διαρκείας τοῦ τροπικοῦ ἔτους καὶ μὲ τὴν μέτρηση τῶν ἐκλειπτικῶν συντεταγμένων τῶν ἀπλανῶν ἀστέρων προς σύνταξη τοῦ ἀστρικοῦ του καταλόγου, τῇ βοηθείᾳ ἀστρολάβων ποὺ εἶχε ἐπινοήσει, ὁ Ἵππαρχος παρατήρησε τὴν διαφορὰ παλαιοτέρων ὑπολογισμῶν. Κατὰ τὴν μελέτη παλαιοτέρων συγγραμμάτων, ὅπως τοῦ ποιήματος τοῦ Ἀράτου, Φαινόμενα (ἡ ἔμμετρη ἀπόδοση τοῦ ὁμωνύμου ἔργου τοῦ Εὐδόξου Κνιδίου, Φαινόμενα), ἐπρόσεξε ὅτι οἱ περιγραφόμενες θέσεις τῶν ἀστέρων διέφεραν ἐν συγκρίσει πρὸς αὐτὲς ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε παρατηρήσει. Ἦταν λόγῳ τῆς ἀνεπαρκείας τῶν ὀργάνων καὶ τῶν σφαλμάτων παρατηρήσεως τῶν παλαιοτέρων ἀστρονόμων ἢ μήπως ὑπῆρχε κάποια ἄλλη αἰτία;
Ὁ Ἵππαρχος ἀνέτρεξε εἰς τὰ συγγράμματα δύο γνωστῶν ἀλεξανδρινῶν φιλοσόφων καὶ παρατηρητῶν ἀστρικῶν φαινομένων, τοῦ Τιμοχάριδος καὶ τοῦ Ἀριστύλλου Σαμίου (6ος αἰ. μ. Ὀ. / 3ος αἰ. π. Χ.) ποὺ ἀμφότεροι εἶχαν ὑπολογίσει τὴν θέση ἀρκετῶν λαμπρῶν ἀστέρων. Συγκρίνοντας τὴν θέση τοῦ Στάχυος (α′ Παρθένου), που εἶχε καταγράψει ὁ Τιμόχαρις 154 ἔτη πρὸ τοῦ Ἱππάρχου μὲ αὐτὴν ποὺ ὑπολόγισε ὁ ἴδιος παρατήρησε σταθερὰ διαφορὰ 2°: ὁ Τιμόχαρις ἔθετε τὸν Στάχυ εἰς ἀποστάσι 8° ἐκ τοῦ σημείου τῆς φθινοπωρινῆς ἰσημερίας, ἐνῶ ὁ Ἵππαρχος εἶχε ὑπολογίσει ἀπόσταση 6°. Παρόμοια ἀπόκλιση ὑπῆρχε καὶ γιὰ ἄλλους λαμπροὺς ἀστέρες. Παρομοία εἰκόνα παρουσίαζαν καὶ οἱ ὑπολογισμοὶ τοῦ Ἀριστύλλου.
Διεπίστωσε ὅτι εἶχε μεταβληθεῖ τὸ ἐκλειπτικὸ μῆκος τῶν ἀστέρων ἀλλὰ ὄχι τὸ πλάτος, συμπεραίνοντας τὴν ὀπισθοδρόμηση τῶν ἰσημερινῶν σημείων ὡς πρὸς τοὺς ἀστερισμοὺς τῆς Ἐκλειπτικῆς κατὰ 48″ ἀνὰ ἔτος (σήμερα ὑπολογίζεται εἰς 50,26″). Οὕτως ὁδηγήθη εἰς τὴν διατύπωση τοῦ φαινομένου τῆς μεταπτώσεως τῶν ἰσημεριῶν.
Ἡ φθινοπωρινὴ ἰσημερία τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἱππάρχου καὶ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἀριστύλλου, καὶ ὁ ἐγγὺς λαμπρὸς ἀστὴρ Στάχυς τῆς Παρθένου.
Σημείωση
Ὁ Ἵππαρχος ἐχρησιμοποίησε τὸ ἐκλειπτικὸ σύστημα, ὅπου ἡ μέτρηση τοῦ μῆκους γίνεται ἐπὶ τῆς ἐκλειπτικῆς καὶ τὸ πλάτος (ὕψος ἀστέρος) ὑπολογίζεται ὡς ἀπόσταση ἄνω ἢ ὕπὸ τῆς ἐκλειπτικῆς. Δεῖτε σχετικὰ τὰ συστήματα συντεταγμένων.
Ἀσχολούμενος μὲ τὸν προσδιορισμὸ τῆς διαρκείας τοῦ τροπικοῦ ἔτους καὶ μὲ τὴν μέτρηση τῶν ἐκλειπτικῶν συντεταγμένων τῶν ἀπλανῶν ἀστέρων προς σύνταξη τοῦ ἀστρικοῦ του καταλόγου, τῇ βοηθείᾳ ἀστρολάβων ποὺ εἶχε ἐπινοήσει, ὁ Ἵππαρχος παρατήρησε τὴν διαφορὰ παλαιοτέρων ὑπολογισμῶν. Κατὰ τὴν μελέτη παλαιοτέρων συγγραμμάτων, ὅπως τοῦ ποιήματος τοῦ Ἀράτου, Φαινόμενα (ἡ ἔμμετρη ἀπόδοση τοῦ ὁμωνύμου ἔργου τοῦ Εὐδόξου Κνιδίου, Φαινόμενα), ἐπρόσεξε ὅτι οἱ περιγραφόμενες θέσεις τῶν ἀστέρων διέφεραν ἐν συγκρίσει πρὸς αὐτὲς ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε παρατηρήσει. Ἦταν λόγῳ τῆς ἀνεπαρκείας τῶν ὀργάνων καὶ τῶν σφαλμάτων παρατηρήσεως τῶν παλαιοτέρων ἀστρονόμων ἢ μήπως ὑπῆρχε κάποια ἄλλη αἰτία;
Ὁ Ἵππαρχος ἀνέτρεξε εἰς τὰ συγγράμματα δύο γνωστῶν ἀλεξανδρινῶν φιλοσόφων καὶ παρατηρητῶν ἀστρικῶν φαινομένων, τοῦ Τιμοχάριδος καὶ τοῦ Ἀριστύλλου Σαμίου (6ος αἰ. μ. Ὀ. / 3ος αἰ. π. Χ.) ποὺ ἀμφότεροι εἶχαν ὑπολογίσει τὴν θέση ἀρκετῶν λαμπρῶν ἀστέρων. Συγκρίνοντας τὴν θέση τοῦ Στάχυος (α′ Παρθένου), που εἶχε καταγράψει ὁ Τιμόχαρις 154 ἔτη πρὸ τοῦ Ἱππάρχου μὲ αὐτὴν ποὺ ὑπολόγισε ὁ ἴδιος παρατήρησε σταθερὰ διαφορὰ 2°: ὁ Τιμόχαρις ἔθετε τὸν Στάχυ εἰς ἀποστάσι 8° ἐκ τοῦ σημείου τῆς φθινοπωρινῆς ἰσημερίας, ἐνῶ ὁ Ἵππαρχος εἶχε ὑπολογίσει ἀπόσταση 6°. Παρόμοια ἀπόκλιση ὑπῆρχε καὶ γιὰ ἄλλους λαμπροὺς ἀστέρες. Παρομοία εἰκόνα παρουσίαζαν καὶ οἱ ὑπολογισμοὶ τοῦ Ἀριστύλλου.
Διεπίστωσε ὅτι εἶχε μεταβληθεῖ τὸ ἐκλειπτικὸ μῆκος τῶν ἀστέρων ἀλλὰ ὄχι τὸ πλάτος, συμπεραίνοντας τὴν ὀπισθοδρόμηση τῶν ἰσημερινῶν σημείων ὡς πρὸς τοὺς ἀστερισμοὺς τῆς Ἐκλειπτικῆς κατὰ 48″ ἀνὰ ἔτος (σήμερα ὑπολογίζεται εἰς 50,26″). Οὕτως ὁδηγήθη εἰς τὴν διατύπωση τοῦ φαινομένου τῆς μεταπτώσεως τῶν ἰσημεριῶν.
Ἡ φθινοπωρινὴ ἰσημερία τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἱππάρχου καὶ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἀριστύλλου, καὶ ὁ ἐγγὺς λαμπρὸς ἀστὴρ Στάχυς τῆς Παρθένου.
ΕΝΑΛΛΑΓΗ ΕΤΩΝ 150 ΚΑΙ 290 Π.Χ.
Σημείωση
Εἰς τὰ διαγράμματα ἡ ἐρυθρὰ γραμμὴ εἶναι ὁ ἰσημερινὸς μὲ ἕκαστο διάστημα 20′ (λεπτὰ ὡρῶν) νὰ ἀντιστοιχῇ εἰς 5°, καὶ ἡ κίτρινη γραμμὴ ἡ ἐκλειπτικὴ μὲ διαστήματα 5°. Ἡ τομή τους, ἰσημερινῆς τιμῆς 12ω καὶ ἐκλειπτικῆς 180°, εἶναι τὸ σημεῖο τῆς φθινοπωρινῆς ἰσημερίας ὅπου εὑρίσκεται ὁ Ἥλιος.
Ὁ Ἵππαρχος ἐχρησιμοποίησε τὸ ἐκλειπτικὸ σύστημα, ὅπου ἡ μέτρηση τοῦ μῆκους γίνεται ἐπὶ τῆς ἐκλειπτικῆς καὶ τὸ πλάτος (ὕψος ἀστέρος) ὑπολογίζεται ὡς ἀπόσταση ἄνω ἢ ὕπὸ τῆς ἐκλειπτικῆς. Δεῖτε σχετικὰ τὰ συστήματα συντεταγμένων.
Ἡ περιγραφὴ τῆς μεταπτώσεως
Ἡ Γῆ ταλαντεύεται κατὰ τὴν περιστροφή της, δηλαδὴ ὁ ἄξων της μεταπίπτει ἀκριβῶς ὅπως καὶ ὁ περιστρεφόμενος ῥόμβος (κοιν. σβούρα). Ἡ μετάπτωση αὐτὴ ὀφείλεται εἰς τὴν ἄσκηση κάποιας ἐξωτερικῆς δυνάμεως, π. χ. διὰ τὴν ἀξονικὴ μετάπτωση τοῦ ῥόμβου, ὑπεύθυνη εἶναι ἡ γήινη ἔλξη. Ἡ μετάπτωση τοῦ ἄξονος τῆς Γῆς προκαλεῖται κυρίως ἐκ τῆς ἐλκτικῆς δυνάμεως τοῦ Ἡλίου καὶ ἐλαχίστως τῆς Σελήνης. Ἡ ταλάντωση τῆς Γῆς εἶναι βραδύτατη καὶ χρειάζεται περίπου 25.920 ἔτη γιὰ τὴν πλήρη περιστροφὴ γύρω ἀπὸ τοὺς ἐκλειπτικοὺς πόλους. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ταλαντώσεως αὐτῆς εἶναι ὅτι οἱ ἀξονικοὶ πόλοι καὶ ὁ ἰσημερινὸς προβαλλόμενοι ἐπὶ τῆς οὐρανίας σφαίρας φαίνονται νὰ κινοῦται ὡς πρὸς τοὺς ἀπλανεῖς κατὰ 1° / 71,5 ἔτη περίπου.
Ὁμοίως καὶ οἱ πολικοὶ ἀστέρες φαίνονται νὰ μετατοπίζονται βραδέως λόγῳ τῆς διαφορετικῆς θέσεως τοῦ ἄξονος τῆς Γῆς. Περὶ τὸ ἔτος 2871 μ. Ὀ. / 2095 μ. Χ. ὁ γνωστός μας Πολικὸς (α′ Μικρᾶς Ἄρκτου) θὰ φθάσει τὴν μεγίστη εὐθυγράμμιση μὲ τὸν προβαλλόμενο ἄξονα τοῦ βορείου πόλου τῆς Γῆς, ἀπέχοντας μόλις 27′. Μετὰ ἀπὸ 2.000 ἔτη δὲν θὰ σημειοδοτεῖ κάποιος ἀστὴρ τὸν βόρειο οὐράνιο πόλο, ἀκριβῶς ὅπως δὲν ὑπῆρχε καὶ πρὸ 2.000 ἐτῶν. Οἱ ἐπόμενοι ἀστέρες ποὺ θὰ σημάνουν τὸν βορρᾶ θὰ εἶναι ὁ α′ Κηφέως (Ἀλδεραμίν, Al Deramin) μετὰ ἀπὸ 5.500 ἔτη καὶ ὁ α′ Κύκνου (Δενέβ, Deneb) μετὰ ἀπὸ 8.000 ἔτη. Περίπου 12.000 ἔτη ἀπὸ σήμερα ὁ ἄξων τῆς Γῆς θὰ ἔχει εὐθυγραμμισθεῖ μὲ τὸν λαμπρὸ ἀστέρα Λύρα (α′ Λύρας, Vega). Καθὼς ἡ ἀργὴ αὐτὴ περιστροφὴ θὰ συνεχίζεται ὁ α′ Δράκοντος (Θουβάν, Thuban) ἔπειτα ἀπὸ 18.500 ἔτη θὰ εἶναι ὁ ἑπόμενος πολικὸς ἀστὴρ, θέση ποὺ κατεῖχε πρὸ 5.500 ἐτῶν.
Ἡ μετάπτωση τοῦ γηίνου ἄξονος ἐπηρεάζει ὅλην τὴν εἰκόνα τῆς οὐρανίας σφαίρας, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν Γῆ. Πέραν τῶν πόλων, καὶ τὰ σημεία τῶν τροπῶν (ἡλιοστάσια) καὶ τῶν ἰσημεριῶν μετακινοῦνται βραδέως ὡς πρὸς τοὺς ἀστερισμοὺς τοῦ ζῳδιακοῦ, ἀφοῦ αὐτοὶ φαίνονται νὰ ὀπισθοδρομοῦν ὡς πρὸς τὰ σημεῖα αὐτά. Γιὰ τὴν ἀστρολογία τὸ φαινόμενο τῆς μεταπτώσεως εἶναι σημαντικὸ διότι ἡ φαινόμενη ὀπισθόδρομος κίνηση τῶν ἀστερισμῶν τῆς ἐκλειπτικῆς ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν βραδεία μεταβολὴ τῶν ἡμερομηνιῶν τῆς διελεύσεως τοῦ ἡλίου ἀπὸ τὰ ζῴδια.
Ἡ Γῆ ταλαντεύεται κατὰ τὴν περιστροφή της, δηλαδὴ ὁ ἄξων της μεταπίπτει ἀκριβῶς ὅπως καὶ ὁ περιστρεφόμενος ῥόμβος (κοιν. σβούρα). Ἡ μετάπτωση αὐτὴ ὀφείλεται εἰς τὴν ἄσκηση κάποιας ἐξωτερικῆς δυνάμεως, π. χ. διὰ τὴν ἀξονικὴ μετάπτωση τοῦ ῥόμβου, ὑπεύθυνη εἶναι ἡ γήινη ἔλξη. Ἡ μετάπτωση τοῦ ἄξονος τῆς Γῆς προκαλεῖται κυρίως ἐκ τῆς ἐλκτικῆς δυνάμεως τοῦ Ἡλίου καὶ ἐλαχίστως τῆς Σελήνης. Ἡ ταλάντωση τῆς Γῆς εἶναι βραδύτατη καὶ χρειάζεται περίπου 25.920 ἔτη γιὰ τὴν πλήρη περιστροφὴ γύρω ἀπὸ τοὺς ἐκλειπτικοὺς πόλους. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ταλαντώσεως αὐτῆς εἶναι ὅτι οἱ ἀξονικοὶ πόλοι καὶ ὁ ἰσημερινὸς προβαλλόμενοι ἐπὶ τῆς οὐρανίας σφαίρας φαίνονται νὰ κινοῦται ὡς πρὸς τοὺς ἀπλανεῖς κατὰ 1° / 71,5 ἔτη περίπου.
Ἡ μετάπτωση τοῦ γηίνου ἄξονος ἐπηρεάζει ὅλην τὴν εἰκόνα τῆς οὐρανίας σφαίρας, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν Γῆ. Πέραν τῶν πόλων, καὶ τὰ σημεία τῶν τροπῶν (ἡλιοστάσια) καὶ τῶν ἰσημεριῶν μετακινοῦνται βραδέως ὡς πρὸς τοὺς ἀστερισμοὺς τοῦ ζῳδιακοῦ, ἀφοῦ αὐτοὶ φαίνονται νὰ ὀπισθοδρομοῦν ὡς πρὸς τὰ σημεῖα αὐτά. Γιὰ τὴν ἀστρολογία τὸ φαινόμενο τῆς μεταπτώσεως εἶναι σημαντικὸ διότι ἡ φαινόμενη ὀπισθόδρομος κίνηση τῶν ἀστερισμῶν τῆς ἐκλειπτικῆς ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν βραδεία μεταβολὴ τῶν ἡμερομηνιῶν τῆς διελεύσεως τοῦ ἡλίου ἀπὸ τὰ ζῴδια.