Robert P. Murphy: Η καταστροφολογία των ευαγγελιστών της Κλιματικής Αλλαγής

Αγνοήστε την καταστροφολογία των ευαγγελιστών της «κλιματικής αποκαλύψεως»


Εάν ορισμένες παράκτιες περιοχές απειλούνται πραγματικά από την κλιματική αλλαγή, τότε στη χειρότερη περίπτωση οι άνθρωποι θα σταματήσουν να χτίζουν (και να επισκευάζουν) τα σπίτια και τις επιχειρήσεις κοντά στις αυξανόμενες στάθμες της θάλασσας. Οι άνθρωποι μπορούν σταδιακά να μετακινηθούν από αυτές τις (βυθιζόμενες) γειτονιές και να μετακινηθούν στην ενδοχώρα, μέσω μιας μεθοδικής και ελεγχόμενης διαδικασίας και όχι μιας μαζικής μετανάστευσης που θα προκληθεί από ένα παλιρροϊκό κύμα.

οι πιο ανησυχητικές κινδυνολογίες για τις βλάβες που θα προκαλέσει η κλιματική αλλαγή, βασίζονται σε αφελείς υποθέσεις σχετικά με την προσαρμοστικότητα του ανθρώπου.

Απόδοση στα Ελληνικά: Ευθύμης Μαραμής

Εισαγωγή

Σε ένα άρθρο που έγινε viral στα κοινωνικά δίκτυα, ένας γεωλόγος αποκαλύπτει μια τρομακτική συζήτηση που είχε με «ανώτατο μέλος» της IPCC (Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή), η οποία αποτελεί το σώμα των Ηνωμένων Εθνών που είναι αφιερωμένο στη μελέτη της επιστήμης του κλίματος. Το συμπέρασμα της συνομιλίας τους, ήταν ότι εκατομμύρια άνθρωποι θα πεθάνουν από την κλιματική αλλαγή, ένα συμπέρασμα που οδηγεί τον αρθρογράφο να θρηνεί για το ότι οι άνθρωποι έχουν δημιουργήσει έναν πολιτισμό που βασίζεται στην κατανάλωση και είναι «προσκολημμένοι στην αυτοκαταστροφή τους».

Όπως συμβαίνει με τις περισσότερες από αυτές τις κινδυνολογικές ρητορείες, υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία που τεκμηριώνουν αυτούς τους πομπώδεις ισχυρισμούς – ακόμη και αν περιοριστούμε σε «επίσημες» πηγές πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων των εκθέσεων της IPCC. Το ιστορικό αρχείο δεν δικαιολογεί πανικό, κάθε άλλο, μας οδηγεί να αναμένουμε συνέχιση της ανθρώπινης προόδου, εφόσον η κανονική λειτουργία της εθελοντικής αλληλεπίδρασης στην αγορά συνεχιστεί, χωρίς να σαμποτάρεται από αξιοσημείωτη πολιτική παρεμβατικότητα.

Η συζήτηση

Έτσι ξεκινάει το άρθρο του ο James Dyke, καθώς εντάσσει τον αναγνώστη σε μια συζήτηση αποκαλύψεως:

Ήταν άνοιξη του 2011 και είχα καταφέρει να προσεγγίσω ένα υψηλόβαθμο μέλος της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος για καφέ σε ένα εργαστήριο…

Η IPCC εξετάζει τα ογκώδη σύνολα της επιστήμης που ασχολείται με την αλλαγή του κλίματος και εκπονεί εκθέσεις αξιολόγησης κάθε τέσσερα χρόνια.

Δεδομένου του αντίκτυπου που έχουν τα ευρήματα της IPPC στην πολιτική και τη βιομηχανία, δίδεται μεγάλη προσοχή στην προσεκτική παρουσίαση και κοινοποίηση των επιστημονικών της πορισμάτων. Έτσι δεν περίμενα πολλά όταν τον ρώτησα ευθέως πόση αύξηση θερμοκρασίας πιστεύει ότι θα δημιουργήσουμε, πριν καταφέρουμε τις απαιτούμενες περικοπές στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

«Ω, νομίζω ότι βαδίζουμε προς μια αύξηση 3°C τουλάχιστον,» είπε…

«Μα, τι θα γίνει με τα εκατομμύρια των ανθρώπων που απειλούνται άμεσα», τον ρώτησα. «Όσοι ζουν σε χώρες με χαμηλά επίπεδα εδαφών, τους αγρότες που πλήττονται από απότομες καιρικές μεταβολές, τα παιδιά που εκτίθενται σε νέες ασθένειες;»

Αναστέναξε, σταμάτησε για μερικά δευτερόλεπτα και σχηματίστηκε ένα πικρό χαμόγελο παραίτησης στο πρόσωπό του. Τότε μου είπε απλά: «Θα πεθάνουν».

Αφήνοντας στην άκρη την ανατριχιαστική εικόνα κάποιου που χαμογελάει, καθώς προβλέπει εκατομμύρια θανάτους – όπως ένας «κακός» σε ταινία James Bond – πρέπει να ρωτήσουμε: Πόσο εύλογες είναι αυτές οι προειδοποιήσεις;

Υποστηρίζονται πραγματικά τέτοιες τολμηρές απεικονίσεις από τη μελέτη και τα κείμενα για την κλιματική αλλαγή;

Όπως αποδεικνύεται, η απάντηση είναι «όχι». Βεβαίως είναι αλήθεια ότι υπάρχουν πολλοί ιδιαίτεροι κίνδυνοι όσον αφορά την αλλαγή του κλίματος, οι οποίοι θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές συνέπειες στην ανθρώπινη ευημερία (ευρέως οριζόμενης). Αλλά για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι θα πεθάνουν εκατομμύρια ή ακόμα και δισεκατομμύρια άνθρωποι, όπως δηλώνει ο συντάκτης του άρθρου στα συμπερασματικά του σχόλια, πρέπει να υπερβάλλουμε ακραία με όλους τους διαφορετικούς μηχανισμούς, με κάθε πιθανό σενάριο και θα πρέπει να υποθέσουμε ότι οι άνθρωποι δεν θα κάνουν τίποτα για να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες κατά τη διάρκεια των ερχόμενων δεκαετιών.

Στην πραγματική ζωή, είναι πολύ πιο πιθανό πως οι άνθρωποι θα προσαρμοστούν σε οποιεσδήποτε κλιματικές αλλαγές τις επόμενες δεκαετίες και ότι διάφοροι δείκτες της ανθρώπινης ευημερίας – συμπεριλαμβανομένων όχι μόνο του ΑΕΠ, αλλά και του προσδόκιμου ζωής και της μείωσης των ποσοστών θνησιμότητας από διάφορες ασθένειες – θα συνεχίσουν να βελτιώνονται. Η εθελοντική οικονομία της αγοράς, αποτελεί μια εξαιρετική γενική λύση για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα, συμπεριλαμβανομένου του χειρισμού οποιωνδήποτε προβλημάτων μπορεί να προκαλέσει η κλιματική αλλαγή.

Η σύνοψη της IPCC για τις βλάβες της κλιματικής αλλαγής

Δυστυχώς, είναι δύσκολο να βρούμε στατιστικά στοιχεία, όπως: «Πόσους θανάτους προβλέπει η IPCC από την κλιματική αλλαγή έως το έτος 2100, εάν οι κυβερνήσεις δεν αναλάβουν περαιτέρω δράση;»

Εάν συμβουλευτείτε το AR5, το οποίο είναι η τελευταία έκθεση της IPCC, και εξετάσετε το κεφάλαιο 11 (Ομάδα εργασίας ΙΙ) σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη υγεία, θα δείτε διάφορες περιοχές και στοιχεία που αφορούν τους πληθυσμούς που βρίσκονται σε κίνδυνο, αλλά τίποτα τέτοιο που να μας επιτρέπει να συμμεριστούμε τους πρόχειρους ισχυρισμούς περί εκατομμυρίων θανάτων.

Ωστόσο, η IPCC μας λέει εκ των προτέρων:

Η τέταρτη έκθεση αξιολόγησης (AR4) επεσήμανε τη δραματική βελτίωση του προσδόκιμου ζωής στα περισσότερα μέρη του κόσμου τον 20ό αιώνα, μια τάση που συνεχίστηκε κατά την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα (Wang et al., 2012). Η ταχεία πρόοδος σε ορισμένες χώρες (κυρίως στην Κίνα) κυριαρχεί στην άνοδο των παγκοσμίων μέσων όρων, αλλά οι περισσότερες χώρες επωφελήθηκαν από τις σημαντικές μειώσεις στη θνησιμότητα. Παραμένουν μεγάλες και αναστρέψιμες ανισότητες στο προσδόκιμο ζωής, εντός και μεταξύ των εθνών, ανάλογα με την εκπαίδευση, το εισόδημα και την εθνικότητα (Beaglehole and Bonita, 2008) και σε ορισμένες χώρες, οι επίσημες στατιστικές είναι τόσο διαστρεβλωμένες σε ποιότητα και κάλυψη, ώστε είναι δύσκολο να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με τις τάσεις της υγείας (Byass, 2010). 

Τα προσδόκιμο ζωής ατόμων με αναπηρία τείνει να αυξάνεται στις περισσότερες χώρες (Salomon et al., 2012). Εάν η οικονομική ανάπτυξη συνεχίσει όπως προβλέπεται, αναμένεται ότι τα ποσοστά θνησιμότητας θα εξακολουθήσουν να μειώνονται στις περισσότερες χώρες. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.) εκτιμά ότι η παγκόσμια επιβάρυνση με ασθένειες (υπολογίζοντας την περίοδο ζωής ανά κάτοικο προσαρμοσμένη στις αναπηρίες) θα μειωθεί κατά 30% έως το 2030 σε σύγκριση με το 2004 (Π.Ο.Υ., 2008α). Οι βασικές αιτίες της κακής υγείας παγκοσμίως, αναμένεται να αλλάξουν ουσιαστικά, με πολύ μεγαλύτερη προεξοχή στις χρόνιες ασθένειες και τους τραυματισμούς. Ωστόσο, οι κύριες μολυσματικές ασθένειες ενηλίκων και παιδιών θα παραμείνουν σημαντικές σε ορισμένες περιοχές, ιδιαίτερα στην υποσαχάρια Αφρική και τη Νότια Ασία (Hughes et al., 2011). [Πέμπτη έκθεση αξιολόγησης της IPCC, Ομάδα εργασίας ΙΙ, Κεφάλαιο 11, η έμφαση προστέθηκε.]

Αργότερα στο ίδιο κεφάλαιο, βλέπουμε τον ακόλουθο πίνακα, ο οποίος είναι ενδεικτικός του γενικού προτύπου όσον αφορά τις μακροπρόθεσμες προβλέψεις για την βλάβη που θα προκαλέσει στους ανθρώπους η αλλαγή του κλίματος:

Όπως δείχνει ο πίνακας, ο απόλυτος αριθμός (πόσο μάλλον ως ποσοστό του πληθυσμού) υποσιτιζόμενων παιδιών σε όλες τις αναπτυσσόμενες χώρες, ακόμη και με την κλιματική αλλαγή, προβλέπεται (με συγκεκριμένες υποθέσεις) να μειωθεί κατά 9,4 εκατομμύρια από το 2000 έως το 2050. 

Είναι αλήθεια ότι ο αριθμός αυξάνεται στην υποσαχάρια Αφρική, αλλά πέφτει σε κάθε άλλη περιοχή.

(Αυξάνεται, επίσης, στην υποσαχάρια Αφρική, ακόμη και χωρίς την κλιματική αλλαγή.) Θα πρέπει επίσης να έχουμε κατά νου ότι οι προβλέψεις του ΟΗΕ υπολογίζουν πως ο πληθυσμός σε 26 αφρικανικές χώρες τουλάχιστον θα διπλασιαστεί μέχρι το 2050, πράγμα που σημαίνει ότι το ποσοστό των υποσιτιζόμενων παιδιών θα εξακολουθήσει να μειώνεται ακόμα και στην υποσαχάρια Αφρική και ακόμη και με την αλλαγή του κλίματος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ.

Όπως εξήγησα πρόσφατα σε άλλο άρθρο, όσον αφορά την κλιματική αλλαγή, οι μεγάλες προβλεπόμενες βλάβες θα συμβούν πολλές δεκαετίες αργότερα στο μέλλον. Αλλά για αυτούς τους ανθρώπους, η σταθερή οικονομική ανάπτυξη θα έχει αυξήσει το βασικό βιοτικό τους επίπεδο τόσο πολύ, ώστε ακόμη και αν οι προβλέψεις της κλιματικής αλλαγής που υποστηρίζονται από τα Ηνωμένα Έθνη είναι ακριβείς, οι άνθρωποι αυτοί θα ζουν και πάλι καλύτερα από ο, τι εμείς σήμερα.

Τα πάντα βελτιώνονται

Για να δούμε περισσότερα στοιχεία αυτού του μοτίβου, εξετάζουμε το ακόλουθο διάγραμμα που δημιουργήθηκε από το Our World in Data χρησιμοποιώντας δεδομένα από το Institute for Health Metrics and Evaluation (IHME), 2018 και απεικονίζει τη θνησιμότητα από διάφορες αιτίες:

Όπως δείχνει το διάγραμμα, τα ποσοστά θνησιμότητας από διάφορα αίτια έχουν μειωθεί δραστικά σε ολόκληρο τον κόσμο, ιδιαίτερα εκείνα που προέρχονται από μεταδοτικές ασθένειες. Όλα αυτά συμβαίνουν τα τελευταία 20 χρόνια – όταν η κλιματική αλλαγή φαίνεται να μετατρέπεται σε θανάσιμο πρόβλημα για την ανθρωπότητα, το οποίο μόνο οι «αρνητές» μπορούν να αγνοήσουν.

Για ακόμα περισσότερα στοιχεία, ας δούμε έναν πίνακα όπου ο ΟΗΕ μας δίνει κάποιες μετρήσεις των «συνολικών» ζημιών από την κλιματική αλλαγή.

Συγκεκριμένα, στο κεφάλαιο 10 του AR5 βλέπουμε τον ακόλουθο πίνακα που συνοψίζει τη βιβλιογραφία των οικονομικών της κλιματικής αλλαγής σχετικά με το θέμα:

Όπως συνοψίζει ο πίνακας, ακόμη και με μια αύξηση της θερμοκρασίας κατά 3 βαθμούς Κελσίου, όλες οι μελέτες εκτός από μία δεν προέβλεπαν ανησυχητικά μεγέθη ζημιών. (Αναλύω αυτόν τον πίνακα σε άλλο άρθρο.) Τώρα, πρέπει να τονιστεί ότι παρόλο που οι επιπτώσεις μετριούνται σε όρους ΑΕΠ, αυτές οι εκτιμήσεις ζημιών περιλαμβάνουν και επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και τη θνησιμότητα. Δεν αποτελούν απλώς μετρήσεις για τη μείωση της παραγωγής τηλεοράσεων, επειδή κάποια εργοστάσια βυθίστηκαν στη θάλασσα.

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να γίνει σαφές από τον πίνακα – σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει ο James Dyke – πως δεν πρέπει να αναμένουμε εκατομμύρια, πόσο μάλλον δισεκατομμύρια (!), θανάτων από την κλιματική αλλαγή. Ακόμη και αν η αλλαγή του κλίματος προχωρήσει με τα πιο απαισιόδοξα σενάρια των αρμόδιων οργανισμών έρευνας, κατά πάσα πιθανότητα θα σημαίνει απλώς ότι οι άνθρωποι κατά το έτος 2100 θα είναι απλά σε καλύτερη κατάσταση από ό, τι εμείς, αντί να είναι σε πάρα πολύ καλύτερη κατάσταση.

Τι ισχύει για τα σενάρια καταστροφής;

Τώρα, είναι αλήθεια ότι κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν θα υπάρξουν καταστροφές από την κλιματική αλλαγή. Πρέπει όμως να συνειδητοποιήσουμε ότι τουλάχιστον αρκετές από τις μελέτες που προειδοποιούν για τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις, βασίζονται σε προφανώς εσφαλμένες υποθέσεις.

Ο Oren Cass μας παρέχει μερικά παραδείγματα. Μία μελέτη εξέτασε την αύξηση της θνησιμότητας σε μια ψυχρή, βόρεια αμερικανική πόλη, κατά τη διάρκεια ενός ιδιαίτερα σκληρού καλοκαιριού και στη συνέχεια προέβλεψε έναν τεράστιο αριθμό υπερβολικών θανάτων από την υψηλή θερμοκρασία για δεκαετίες αργότερα, όταν αυτά τα «σκληρά καλοκαίρια» θα είναι πιο συνηθισμένα. Ωστόσο, στις προβλέψεις, οι βόρειες πόλεις δεν ήταν πιο θερμές από όσο είναι σήμερα οι νότιες πόλεις των ΗΠΑ και, ναι, αυτές οι νότιες πόλεις δεν έχουν ούτε κατά προσέγγιση το ίδιο ποσοστό θνησιμότητας όπως προβλέπεται πως θα έχουν οι βόρειες πόλεις δεκαετίες αργότερα.

Αυτό που ισχύει, γίνεται προφανές μετά από μια στιγμή προβληματισμού: Μια βόρεια πόλη όπως η Φιλαδέλφεια δεν είναι προσαρμοσμένη στο καυτό καλοκαίρι όπως είναι το Χιούστον ή το Λας Βέγκας. Αλλά αν η κλιματική αλλαγή μετέτρεπε πράγματι αυτές τις θερμοκρασίες σε κανόνα – σε διάστημα αρκετών δεκαετιών – τότε οι κάτοικοι των βόρειων πόλεων θα προσαρμοστούν. Θα εγκαταστήσουν περισσότερα κλιματιστικά και οι άνθρωποι που γεννήθηκαν κατά το έτος (πχ.) 2080 θα έχουν πολύ καλύτερη φυσική ικανότητα να αντιμετωπίσουν τις υψηλότερες θερμοκρασίες το 2100, από ο,τι οι άνθρωποι που ζουν εκεί σήμερα.

(Σ.Σ. Στην Ελλάδα το 1987, πέθαναν από τον καύσωνα 3.500 με 4.000 άτομα.

Έκτοτε, η χρήση κλιματιστικών εκμηδένισε σχεδόν ανάλογες απώλειες).

Αυτή είναι επίσης η γενική απάντηση που θα έδινα και στο θέμα της αύξησης της στάθμης της θάλασσας. Νομίζω ότι μεγάλο μέρος της ρητορικής επί του θέματος είναι υπερβολική, αλλά ακόμη και στο βαθμό που είναι αλήθεια, δεν χρειάζεται να ανησυχούμε πως θα πεθάνουν εκατομμύρια άνθρωποι. Ακόμη και αν είναι αλήθεια, αυτό είναι ένα πρόβλημα που θα εκδηλωθεί αρκετές γενιές αργότερα. Εάν ορισμένες παράκτιες περιοχές απειλούνται πραγματικά από την κλιματική αλλαγή, τότε στη χειρότερη περίπτωση οι άνθρωποι θα σταματήσουν να χτίζουν (και να επισκευάζουν) τα σπίτια και τις επιχειρήσεις κοντά στις αυξανόμενες στάθμες της θάλασσας. Οι άνθρωποι μπορούν σταδιακά να μετακινηθούν από αυτές τις (βυθιζόμενες) γειτονιές και να μετακινηθούν στην ενδοχώρα, μέσω μιας μεθοδικής και ελεγχόμενης διαδικασίας και όχι μιας μαζικής μετανάστευσης που θα προκληθεί από ένα παλιρροϊκό κύμα.

Συμπέρασμα

Οι κινδυνολόγοι της κλιματικής αλλαγής έχουν αποκτήσει το ελεύθερο να χρησιμοποιούν την πιο εξωφρενική ρητορική, όπως είδαμε και με την προειδοποίηση του αρθρογράφου-γεωλόγου James Dyke ότι πιθανώς θα πεθάνουν δισεκατομμύρια άνθρωποι εξαιτίας της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής. Ωστόσο, παρά την πίστη τους στην «επιστημονική συναίνεση», οι ισχυρισμοί αυτοί δεν υποστηρίζονται από τις εκθέσεις του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή.

Οι πιο ανησυχητικές κινδυνολογίες για τις βλάβες που θα προκαλέσει η κλιματική αλλαγή, βασίζονται σε αφελείς υποθέσεις σχετικά με την προσαρμοστικότητα του ανθρώπου. Ακόμα κι αν παραβλέψουμε τις επίσημες προβλέψεις στην πιο πρόσφατη αξιολόγηση της IPCC, μια «μη ελεγχόμενη» αλλαγή του κλίματος, πιθανόν να σημαίνει οτι τα δισέγγονα μας θα δουν μια μικρότερη αύξηση στο βιοτικό τους επίπεδο από ό, τι θα συνέβαινε διαφορετικά, αν κάποιες από τις ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα είχαν αφαιρεθεί χωρίς κόστος. Ένα τέτοιο πιθανό αποτέλεσμα, δεν αποτελεί λόγο πανικού και δεν δικαιολογεί μαζική κρατική παρέμβαση στους τομείς της ενέργειας ή των μεταφορών.

***

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Ludwig von Mises

O Robert P. Murphy είναι οικονομολόγος, ερευνητής και ανώτερος συνεργάτης του Ινστιτούτου Ludwig von Mises.

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη