Παναγιώτης Ήφαιστος: Το ισλαμικό «κράτος του αποκεφαλιστάν»


Παναγιώτης Ήφαιστος: Το ισλαμικό «κράτος του αποκεφαλιστάν» και η υπερεξάπλωση των δυτικών δυνάμεων μέσα σε μία δίνη ασύμμετρων απειλών, συν τρία άρθρα περί αυτού.

Η υπερεξάπλωση είναι μια γνωστή φράση στην στρατηγική θεωρία, όταν μια μεγάλη δύναμη, αλλά και ένα οποιοδήποτε άλλο κράτος, υιοθετεί επιλογές οι οποίες δημιουργούν ανεξέλεγκτες καταστάσεις, φθορά, κατασπατάληση μεγάλων πόρων και τελικά άτακτη υποχώρηση όπως έγινε με τις ΗΠΑ στο Βιετνάμ ή την ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν.

Όμως, οι αρθρογράφοι William Greider και Tom Engelhardt της Αμερικανικής έκδοσης “The Nation” των οποίων τα άρθρα αναπαράγουμε στο τέλος, αναφέρονται σε κατιτί διόλου άγνωστο στην ιστορία πλην πολύ πιο οξύ στην σύγχρονη εποχή όταν ακόμη και οι πλέον αδύναμοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία και την επικοινωνία και να αναιρέσουν πολλά πλεονεκτήματα του ισχυρού ή απλά να του προκαλέσουν ασήκωτο πολιτικό, οικονομικό και διπλωματικό κόστος. Εν μέρει, το πρόβλημα οφείλεται σε έλλειμμα στην σύγχρονη δυτική πολιτική σκέψη για τους Ανατολικούς πολιτικούς πολιτισμούς. Είτε δεν τους κατανοούν σωστά είτε αυτοκτονικά δεν θέλουν να τους κατανοήσουν.

Αφορά τον πραγματικό χαρακτήρα της εμπλοκής των ΗΠΑ στην Μεταψυχροπολεμική εποχή Ανατολικά και Νότια της Μεσογείου. Αναφερόμαστε βέβαια στο επεμβατικό όργιο μετά το 1990 όταν πολλοί ημέτεροι νομικιστές επί δύο δεκαετίες θεωρούν «νομοπαραγωγή» που θα οδηγήσει σε κάποιου είδους υπερεθνικό διεθνές δίκαιο το οποίο, περίπου, θα αναιρεί το κρατοκεντρικό διεθνές σύστημα. Το θέμα αυτό, μεταξύ άλλων, το αναλύω στο δοκίμιό μου Τα κράτη επιδιώκουν να αποκτήσουν «ισχύ», η οποία είναι το κύριο «νόμισμα» στη διεθνή πολιτική (Waltz) .

Οι Δυτικοί, όντας ακόμη καβάλα στο αποικιοκρατικό τους καλάμι, δεν κατανοούν τον πολιτικό πολιτισμό, τις πολιτικές παραδόσεις, την μεταφυσική πίστη πέντε περίπου δισεκατομμυρίων ανθρώπων Ανατολικά, Βόρεια και Νότια της Μεσογείου. Κυρίως, για να χρησιμοποιήσω τους όρους του Παναγιώτη Κονδύλη, δεν κατανοούν το τι ακριβώς σημαίνει η εισροή του «ταραχοποιού πνεύματος» μέσα στην δημόσια σφαίρα δεκάδων «αρχαίων εθνών» που εγείρονται και αξιώνουν πολιτική κυριαρχία.

Τους συμπεριφέρονται ως και να είναι ακόμη αποικιακοί υποτελείς και με γραμμικές αντιλήψεις που ισοπεδώνουν μια κατά τα άλλα απέραντη πολιτική και πνευματική ποικιλομορφία μέσα στο απέραντο πλανητικό πεδίο που συμπεριλαμβάνει μακραίωνα σμιλευμένα έθνη, πολιτισμούς και πολιτικές παραδόσεις.

Ούτε επίσης και κατανοούν ότι με το επεμβατικό μεταψυχροπολεμικό πλιάτσικο που αποσταθεροποίησε τις κρατοκεντρικές λογικές με το να αποδυναμώνει ήδη εύθραυστες κρατικές οντότητες όπως το Ιράκ, το Αφγανιστάν, η Συρία, η Λιβύη κ.α., έδωσαν τροφή στους πιο ακραίους εξτρεμισμούς όπως αυτοί του «κράτους του αποκεφαλιστάν» που επιχειρεί να εδραιωθεί στο χαώδες τετράγωνο που εμπερικλείουν οι ανεξέλεγκτες περιοχές μεταξύ Ιράν, Τουρκίας, Συρίας και Τουρκίας. Πολύ συχνά κατά την διάρκεια της μεταψυχροπολεμικής εποχής οι δυτικοί πυροβολούσαν το πόδι τους αποσταθεροποιώντας ολόκληρες περιφέρειες από τις οποίες εξαρτάται η ασφάλειά τους και η ευημερία τους.

Οι κανίβαλοι του «κράτους του Αποκεφαλιστάν» είναι οι ίδιοι εξτρεμιστές τους οποίους οι γραμμικά σκεπτόμενοι λιλιπούτειοι σύγχρονοι ηγέτες των δυτικών κρατών δημιούργησαν και τροφοδότησαν για να στηρίξουν τα καταχρηστικά ιμπεριαλιστικά τους παιχνίδια. [Ο όρος ιμπεριαλισμός εδώ δεν αναφέρεται στην μαρξιστική έννοια. Ιμπεριαλισμός ορίζεται ως η καταχρηστική και άνομη απόκτηση συντελεστών ισχύος εκτός της Επικράτειας ενός κράτους]

Ασφαλώς, πρέπει να είναι κανείς αιθεροβάμων για να μην βλέπει ότι τα στρατηγικά παίγνια των μεγάλων δυνάμεων δεν έχουν όρια στις μηχανορραφίες και συνομωσίες όταν σχεδιάζουν και εφαρμόζουν την στρατηγική τους. Το εμβληματικό έργο του John Mearsheimer, Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων εξάλλου, θεμελίωσε και τεκμηρίωσε σφαιρικά και βαθιά τον τρόπο με τον οποίο οι μεγάλες δυνάμεις σκέφτονται, λειτουργούν και δρουν.

Τα δύο αγγλικά άρθρα που ακολουθούν και η δική μας ανάλυση, όμως, δεν αναφέρονται σε αυτό αλλά στην μυωπική καταβύθιση των δυνάμεων αυτών στην άβυσσο των Ηφαιστείων των πρώην αποικιοκρατούμενων χωρών.

Αντί να μεριμνήσουν για κρατοκεντρικό ορθολογισμό που απαιτεί στέρεα κράτη με επίγνωση των εθνικών τους συμφερόντων και κυρίως του συμφέροντος επιβίωσής τους, με επιπολαιότητα τα αποσταθεροποιούν συχνά άνευ σκοπού ή προκαλώντας τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά των σκοπών που ήθελαν να εκπληρώσουν.

Όποιος έχει στοιχειώδη γνώση της κλασικής και σύγχρονης διεθνούς πολιτικής θα συμφωνήσει ότι η πολιτική εκείνη παράδοση της πολιτικής θεωρίας του διεθνούς συστήματος που προκαλεί εισροή ορθολογισμού, λογικής σκέψης και αποφάσεων που συντείνουν στην ισορροπία και στην σταθερότητα είναι η Θουκυδίδεια παράδοση. Ισχυρή κατά καιρούς στις ΗΠΑ και σε πολλά πανεπιστήμια τις Δύσης όπου εκπροσωπούνται από διαπρεπείς πολιτικούς στοχαστές όπως οι Carr, Morgenthau, Waltz, Gilpin, Mearsheimer et al.

Αυτή η ορθολογιστική πολιτική σκέψη, όμως, δεν κυριαρχεί πάντοτε. Άναρχα και ασυνάρτητα εφήμερα μίγματα ιδεολογικά προσανατολισμένων ρευμάτων σκέψεις προκαλούν εισροές ποταμών πολιτικών ανορθολογισμών, στρεβλώνουν μυαλά φορέων επιστημονικών τίτλων και ρυπαίνουν αναρίθμητα μυαλά φοιτητών και αναγνωστών. Αυτός ο ανορθολογισμός, εξάλλου, θα τον συναντήσει κανείς σε όλες τις ιστορικές στιγμές και ενίοτε, εκτός από αυτοτραυματισμούς, χρησιμεύει και ως «soft power» στο οπλοστάσιο των κρατών.

Παραμένει γεγονός, εν τούτοις, ότι όποιο κράτος μικρό ή μεγάλο θέλει να εκπληρώνει τα συμφέροντά του και όπως κινείται στην Οδύσσεια της σύγχρονης διεθνούς πολιτικής να λειτουργεί ορθολογιστικά, θα πρέπει να υιοθετεί στρατηγικές που είναι συμβατές με τα αξιώματα του Παραδείγματος των διεθνών σχέσεων που βρίσκονται όλα στην περιγραφική και αξιολογικά ελεύθερη ανάλυση του Θουκυδίδη.
Αμέσως μετά παραθέτω παλαιότερο σημείωμά μου σε αναφορά με τις πυρκαγιές που είχαν ξεσπάσει στην Αθήνα το 2007. Αυτό που ουσιαστικά συμβαίνει με τις πολιτικές των δυτικών δυνάμεων Ανατολικά και Νότια της Μεσογείου είναι μια απερίσκεπτη «υπερεξάπλωση μέσα σε μια δίνη ασύμμετρων απειλών» που τα ίδια τα δυτικά κράτη δημιουργούν με απερισκεψία, πραγματικά ανερμήνευτη. Ολοένα μεγαλύτερες περιοχές καθίστανται «μαύρες στρατηγικές τρύπες» οι οποίες παγιδεύουν εκατομμύρια ανθρώπους και τους ίδιους τους δράστες του ιμπεριαλισμού όπως τον ορίσαμε πιο πάνω.

Σε αυτό το κρίσιμο ιστορικό σταυροδρόμι η Ελλάδα λικνίζεται επικίνδυνα σχοινοβατώντας μεταξύ βράχων και κρημνών ενώ ο προσανατολισμός που ακολουθεί οδηγεί προς έλη. Τα αίτια για αυτό τον ατυχή προσανατολισμό τα έχουμε αναλύσει ξανά και ξανά. Μεταξύ άλλων, εκτός από την απελπιστική μετριότητα αναρίθμητων που θρέφονται από σπάνιους κοινωνικούς πόρους για εκφέρουν γνώμες, ιδεολογήματα και θεωρήματα και όχι γνώση στο πεδίο της πολιτικής θεωρίας του διεθνούς συστήματος, τα αίτια κανείς μπορεί να τα αναζητήσει στα εμφυλιακά σύνδρομα που καταβύθισαν τους νεοέλληνες στο τέλμα των ψευτο-ιδεολογιών του Ψυχρού Πολέμου, την συνεπαγόμενη ξένη εξάρτηση, την διαφθορά της σκέψης με προσδοκίες κάποιου είδους πλανητικής ενότητας που ποτέ δεν υπήρξε και ποτέ δεν θα υπάρξει και μια απελπιστικά αυτοκτονική παράβλεψη του εθνικού συμφέροντος ως κεντρική έννοια για κάθε κράτος εάν θέλει να λειτουργεί ορθολογιστικά στο σύγχρονο διεθνές σύστημα.

Υστερόγραφο: Απόσπασμα από το κεφάλαιο 11 του βιβλίου μου Ο πόλεμος και τα αίτιά του. Τρομοκρατία και ηγεμονισμός οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.. Υπογραμμίζω την καταπληκτική θεώρηση του Παναγιώτη Κονδύλη στο μνημειώδες έργο του «Θεωρία του Πολέμου» για την διαλεκτική σχέση τεχνολογίας, ισχυρού και αδυνάμου, και την «πρόβλεψη» μια δεκαετία πριν για τα κτυπήματα στα αστικά κέντρα των ισχυρών κρατών. Η «διεθνής επέμβαση» η κατάχρηση της οποίας τις δύο τελευταίες δεκαετίες όξυνε τα προβλήματα του διεθνούς συστήματος είναι ένα ζήτημα που θα τίθεται ολοένα και περισσότερο ως το μέγα πρόβλημα της μεταψυχροπολεμικής εποχής.

«…. Αυτών λεχθέντων και για να αποσυνδεθεί η συζήτηση από παράγοντες που είναι δύσκολο να προβλεφθεί πως θα διαμορφωθούν στο μέλλον, σημειώνω πως μεταξύ των σημερινών μεγάλων δυνάμεων, παραδόξως υπάρχει και μάλλον θα συνεχίσει να υπάρχει πυρηνική ισορροπία. Αυτό επιτρέπει να προβλεφθεί με κάποια βεβαιότητα πως μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων θα συνεχίσει να επιδεικνύεται αυτοσυγκράτηση όσον αφορά το ενδεχόμενο πολεμικής σύγκρουσης των δικών τους ένοπλων δυνάμεων. Όμως, δεν προδικάζει οτιδήποτε άλλο και κυρίως την αποκέντρωση της ισχύος όπως συνέβαινε κατά τη διάρκεια της πυρηνικής ισορροπίας ισχύος κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Ουσιαστικά, αν υπάρχει μια ευδιάκριτη και αναμφίβολη τάση στη μεταψυχροπολεμική εποχή είναι μια τέτοια αποκέντρωση της αστάθειας που πυροδότησε πλήθος περιφερειακών διενέξεων και μεγάλες ανακατανομές συνόρων και κυριαρχίας. Η συζήτηση αυτή μας φέρνει στο θέμα των σχέσεων μεταξύ ισχυρών δυνάμεων και μικρότερων δυνάμεων.

Επειδή και πάλιν οι ιδεαλιστικοί εξοβελισμοί στην φαντασία και στο υποθετικό δεν έχουν θέση σε μια σοβαρή συζήτηση, αποκλείονται, πρώτο, οι αλτρουιστικές συμπεριφορές και δεύτερο, η πιθανότητα ένα ισχυρό κράτος να μη καταχραστεί τη δύναμή του αν του προσφέρεται η δυνατότητα να κάνει κάτι τέτοιο.

Αν αυτή η θέση ευσταθεί, η συζήτηση του ηγεμονισμού και του πολέμου ή της σταθερότητας εντάσσεται στη λογική του κόστους-οφέλους εναλλακτικών εκατέρωθεν επιλογών. Για να το θέσω διαφορετικά, κανένα κράτος που ενεργεί σύμφωνα με τα συμφέροντά του δεν θα ενεργήσει με τρόπο που θα προκαλέσει στον εαυτό του μεγαλύτερο κόστος από το αναμενόμενο όφελος. Αυτή βεβαίως είναι μια κλασική αρχή της αποτρεπτικής στρατηγικής. Πρέπει να εξηγήσουμε επίσης, πως δεν αφορά μόνο εχθρικές σχέσεις με την έννοια της πολεμικής προετοιμασίας. Σε μια συμμαχία, για παράδειγμα, μικρότερα μέλη έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν διάφορους μοχλούς πίεσης για να επιτύχουν μια πιο ισόρροπη σχέση. Πιο κάτω, θα έχω την ευκαιρία να αναφερθώ σε μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις.

Η τελευταία θέση βάζει σε μια τάξη ένα εκ φύσεως περίπλοκο και σύνθετο θέμα. Μας επιτρέπει έτσι να εξετάσουμε το θέμα του ηγεμονισμού και του πολέμου υπό διαφορετικές οπτικές γωνίες. Καταρχήν είναι αναγκαίο να τονιστεί πως αν υπάρχουν μερικές ουσιώδεις διαφορές μεταξύ παρελθουσών διεθνών συστημάτων και του «σύγχρονου» αυτό συνίσταται σε μερικούς βασικούς παράγοντες. Θα αναφέρω μερικούς από αυτούς συσχετίζοντάς τους με το θέμα του κόστους-οφέλους.

Κατά πρώτον, στο σύγχρονο διεθνές σύστημα υπάρχουν πέραν των διακοσίων κρατών, μεσαίες δυνάμεις, μικρές και μεσαίες πυρηνικές δυνάμεις, πολυπληθή κράτη που είναι κοινωνικά, πολιτισμικά και γεωγραφικά δύσβατα για τους συντελεστές ισχύος μιας αναπτυγμένης μεγάλης δύναμης και μικρά ή μεσαία κράτη όπως το Βιετνάμ ή το Αφγανιστάν που απέδειξαν πως μπορούν να αντιπαραταχθούν ακόμη και με μια υπερδύναμη.

Δεύτερο, η τεχνολογία δεν είναι μόνο πλεονέκτημα για το ισχυρό κράτος αλλά και τρομερό όπλο ή και «εξισωτής ισχύος» ακόμη και για το πιο μικρό κράτος ή μια αυτονομημένη διεθνική ομάδα όπως είναι οι τρομοκρατικές ομάδες. Δεν θα επεκταθώ στις αυτονόητες περιπτώσεις πυρηνικής ισχύος ή δυνατοτήτων βιολογικού πολέμου που θα μπορούσαν να είναι φοβερά αποτρεπτικά όπλα στην κατοχή ακόμη και του πιο μικρού κράτους.

Αναφέρομαι ακόμη και σε άτομα ή ομάδες που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη τεχνολογία για να μεταφέρουν το κόστος μιας αντιπαράθεσης στο έδαφος του ισχυρότερου. Η σύγκαιρη πραγματικότητα προσφέρει ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα όταν το φθινόπωρο του 2001 μερικές δεκάδες καλά οργανωμένα άτομα χρησιμοποίησαν δύο αεροπλάνα για να μετατρέψουν το κέντρο της Νέας Υόρκης σε ερείπια και να αποστείλουν μερικούς φακέλους με βιολογικές ουσίες που αναστάτωσαν τον τρόπο ζωής μιας ολόκληρης ηπείρου.

Πριν εκατό χρόνια, η κατάληψη της Ινδίας ή του Πακιστάν από την Αγγλία και η εκμετάλλευσή της επί δεκαετίες δεν προκαλούσε κανένα πρόβλημα. Στον σύγχρονο τεχνολογικά αναπτυγμένο κόσμο πολιτικές που θα αύξαναν τους Οσάμα Μπιν Λάντεν [Αναφέρομαι στον Σαουδάραβα Ισλαμιστή που οι ΗΠΑ κατηγόρησαν ως οργανωτή των τρομοκρατικών κτυπημάτων κατά της Νέας Υόρκης τον Σεπτέμβριο 2001] ή ακόμη που θα προκαλούσαν ανάλογες αντιδράσεις από οργανωμένα κράτη, θα μπορούσαν να αλλάξουν την σχέση κόστους-οφέλους εναλλακτικών επιλογών με δραματικό τρόπο. 

Όπως σημειώνει ο Παναγιώτης Κονδύλης: 

«Ως συνέχεια της πολιτικής, ο πόλεμος του μέλλοντος θα πάρει διάφορες μορφές προκειμένου να αποτυπώσει εχθρικές σχέσεις ποικίλων πολιτικών υποκειμένων. Μια ουσιώδης έποψη του γεγονότος ότι η υφήλιος ενοποιείται είναι και η ικανότητα όλων(ή πάντως αρκετών) να πλήττουν με στρατιωτικά μέσα όλους (ή πάντως αρκετούς). … Η επέμβαση», σημείωσε προφητικά ο Παναγιώτης Κονδύλης, «δεν εξάγεται μόνο υπό μορφή στρατιωτικών επιχειρήσεων αλλά και εισάγεται υπό μορφή τρομοκρατικών ενεργειών» (Θεωρία του Πολέμου, 1997, σ. 367-8,371, 376).

Το κόστος της τεχνολογίας αλλάζει την σχέση ισχυρού αδύναμου και με ένα πολύ διαφορετικό τρόπο. Πλήγματα που απαιτούν ασήμαντη ισχύ όπως δύο αεροπλάνα ή μερικούς φακέλους με βιολογικά όπλα που ταχυδρομούνται ή μερικούς ισχυρούς υπολογιστές που μπορούν να παρέμβουν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα μιας μεγάλης δύναμης μπορούν, όπως τονίστηκε μόλις, να προκαλέσουν τρομερή κοινωνική αναστάτωση ή ακόμη και κατάρρευση της οικονομίας.

Εάν πάρουμε το παράδειγμα του τρομοκρατικού κτυπήματος κατά των πύργων της Νέας Υόρκης στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, υποστηρίχθηκε πως προήλθε από μερικές ολιγάριθμες ομάδες που εξέφραζαν παράπονα για την μη επίλυση του Παλαιστινιακού ή το κυβερνητικό καθεστώς της χώρας τους που είναι φίλα διακείμενο με τις ΗΠΑ. Πως θα μπορούσε να διαμορφωθεί το διεθνές πολιτικό σκηνικό, για παράδειγμα, αν για να διασφαλιστούν οι ροές ενεργειακών πηγών ή άλλων πλουτοπαραγωγικών πόρων μια μεγάλη δύναμη αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει μαζική στρατιωτική ισχύ κατά ενός μεγάλου μουσουλμανικού κράτους. 

Η απάντηση είναι πως με ευχαρίστηση, όπως εξάλλου γίνεται μετά το εμπάργκο πετρελαίου του 1973 από τα κράτη του OPEC οι ΗΠΑ βρίσκεται σε ένα συνεχές διακρατικό δούναι-λαβείν που διαρκώς εξελίσσεται με ποικίλους τρόπους».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο