Ο Καύκασος συγκαταλέγεται στις πιο διαιρεμένες και ασύνδετες περιοχές του κόσμου. Οι τρεις δημοκρατίες του- Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν και Γεωργία- απέτυχαν να μάθουν από τις ενωμένες χώρες, όπως η Benelux και οι χώρες της Βαλτικής, οι οποίες παρά τις ιστορικές διαμάχες και τις πολιτικές διαφορές ενώθηκαν για να επιτύχουν τους κοινούς στόχους της σταθερότητας, της ανάπτυξης και της δημοκρατίας.
Είναι άραγε πολύ αργά για τον Καύκασο να αλλάξει ρότα;
Για να είμαστε ακριβείς, όταν η Ρωσική αυτοκρατορία διαμελίστηκε μετά το πέρας του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν και Γεωργία σχημάτισαν μια συνομοσπονδία ώστε να αντιμετωπίσουν στα μεν δυτικά τους σύνορα την απειλή των Τουρκικών καταπατήσεων και στα δε ανατολικά τις Σοβιετικές επιδρομές. Η συνεργασία δεν κράτησε παρά λίγους μήνες και η κάθε μια τράβηξε το δρόμο της ανεξαρτησίας. Δύο χρόνια αργότερα όλες απορροφήθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση.
Όταν το 1991 και οι τρείς έγιναν για ακόμα μια φορά ανεξάρτητες, παρόμοιες προτάσεις περί συνομοσπονδίας και ένωσης τέθηκαν στο τραπέζι. Τίποτα όμως από αυτά δεν έγινε πραγματικότητα. Αυτό που χωρίζει αυτές τις τρεις χώρες δεν είναι ούτε η θρησκεία, ούτε η εθνικότητα ούτε η ιστορία και οι παραδόσεις· είναι το διαφορετικό όραμα, οι διαφορετικές οι προοπτικές, οι φιλοσοφίες, οι πεποιθήσεις και οι προσδοκίες τις οποίες ασπάζονται και επιδιώκουν.
Στο βαθμό στον οποίο οι πολιτικοί και οικονομικοί θεσμοί καθορίζουν το διεθνή ρόλο της περιοχής και τη φύση αυτού, η περιοχή του Καυκάσου είναι περισσότερο συγκρίσιμη με αυτή των συνορευόντων της Βόρειας Αφρικής παρά με αυτή της Βαλτικής ή της παλαιάς Ευρώπης.
Τα πολιτικά της συστήματα είναι ασταθή, οι οικονομίες είναι περισσότερο ολιγαρχικές παρά φιλελεύθερες, οι εδαφικές διαμάχες επιλύονται με τη βία και οι φορείς της εξωτερικής πολιτικής δείχνουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις.
Εκ των τριών, η Γεωργία είναι η πιο δημοκρατική. Το γεγονός ότι ο λαός της εξανάγκασε δύο φορές μέχρι σήμερα σε αλλαγή κυβερνήσεως –πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της Επανάστασης των Ρόδων το 2003 όπου η λαϊκή βούληση επιβλήθηκε στην μη εκλεγμένη κυβέρνηση αλλά και τον περασμένο χρόνο μέσω της κάλπης- έδωσε την αίσθηση της ισχυροποίησης.
Από την πλευρά τους οι Αρμένιοι ήρθαν τρεις φορές, πολύ κοντά στον να αναγκάσουν με διαδηλώσεις την κυβέρνηση σε αλλαγή, απέτυχαν όμως και στις τρεις περιπτώσεις. Καμία εκλογική διαδικασία από την αρχή της ανεξαρτησίας της δεν έχει φέρει αλλαγή της κυβέρνησης.
Τέλος στο Αζερμπαϊτζάν δεν έχει γίνει καμία σοβαρή κίνηση η οποία να στοχεύει την αλλαγή της κυβέρνησης. Πραγματικά η εξουσία έχει απλώς μεταφερθεί από τον Heydar Aliyev στον γιο του Ilham Aliyev ο οποίος μετά την ανάληψη των καθηκόντων του το 2003, τροποποίησε το Σύνταγμα ώστε να παραμείνει πρόεδρος εφ’ορου ζωής.
Αυτές οι αντιθετικές εμπειρίες και πραγματικότητες έχουν οδηγήσεις σε εκ διαμέτρου αντίθετες και επικίνδυνα διχαστικές προσεγγίσεις της εξωτερικής πολιτικής. Σχετικά με τα θέματα ασφαλείας η Γεωργία φιλοδοξεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, η Αρμενία αντίστοιχα είναι μέλος ενός Οργανισμού Συλλογικής Ασφάλειας ηγετικό ρόλο στον οποίο έχει η Ρωσία ενώ το Αζερμπαϊτζάν διατηρεί στενές σχέσεις με Τουρκία και Ισραήλ σε θέματα ασφάλειας ενώ ταυτόχρονα αγοράζει σύγχρονο στρατιωτικό εξοπλισμό από τη Ρωσία.
Ομοίως η Γεωργία πρόσφατα υπέγραψε συνθήκη διασύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ δεσμεύτηκε για οικονομικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα ενισχύσουν την ικανότητα της χώρας να ενσωματώσει την κοινοτική νομοθεσία.
Η Αρμενία έχει δείξει ετοιμότητα να ενταχθεί στην Ρωσικής ηγεσίας, Ευρασιατική Ένωση μαζί με την Λευκορωσία και το Καζακστάν και ήδη έχει σχηματίσει τελωνιακή ένωση με αυτές τις χώρες. Το Αζερμπαϊτζάν έχει αποστασιοποιηθεί και από αυτές τις δύο εναλλακτικές.
Ανεξάρτητα από τη φύση των επίσημων σχέσεων η Ρωσία ρίχνει τη σκιά της πάνω από την περιοχή του Καυκάσου. Ότι και αν αποφασίζουν οι τρεις χώρες θα πρέπει πάντα να λαμβάνουν υπόψη τους τον παράγοντα Ρωσία, ο οποίος αναπόφευκτα επηρεάζει τον προσανατολισμό της εξωτερικής τους πολιτικής.
Η Γεωργία αντιλαμβάνεται τη Ρωσία ως το σημαντικότερο αντίπαλό της, παρά τη δική της συμβολή στην αμοιβαία εχθρότητα των δύο χωρών. Θα πρέπει οι ηγέτες της Γεωργίας να αναγνωρίσουν ότι εάν τελικά η Γεωργία ενσωματωθεί στους κόλπους της Ευρωπαϊκής ασφάλειας και του Ευρωπαϊκού οικονομικού θεσμικού πλαισίου, η ενσωμάτωση αυτή δεν θα αντισταθμίσει πλήρως την απουσία σχέσεων με τη Ρωσία. Εάν η Γεωργία θέλει μια βιώσιμη ευημερία θα πρέπει να οικοδομήσει κανονικούς διμερείς δεσμούς.
Μέχρι τότε οι επιλογές της Αρμενίας θα παραμείνουν περιορισμένες. Για την Αρμενία η Ρωσία αποτελεί στρατηγικό εταίρο από επιλογή ενώ η Γεωργία είναι γεωπολιτικός εταίρος από ανάγκη. Η Ρωσία είναι μια εξαιρετικά σημαντική χώρα για την Αρμενία· η Γεωργία είναι ελαφρώς πιο σημαντική. Όταν η κακοκαιρία κλείνει το πέρασμα του Lars- το οποίο βρίσκεται μεταξύ Γεωργίας και Ρωσίας και το οποίο επίσης είναι η χερσαία σύνδεση της Αρμενίας με τη Ρωσία- η Αρμενία υποφέρει. Εάν τα σύνορα Γεωργίας-Αρμενίας κλείσουν, η Αρμενία πνίγεται.
Για αυτόν ακριβώς το λόγο η βασική γεωπολιτική πρόκληση της Αρμενίας δεν είναι τόσο η κανονικοποίηση των σχέσεων της με τις γείτονες χώρες όσο το να αποτρέψει αυτούς τους γείτονες από το να συσπειρωθούν και να της επιτεθούν μαζικά και στοχευμένα. Εδώ σημαντικό ρόλο έχει η απόρριψη εκ μέρους της Γεωργίας των εξαιρετικά προσοδοφόρων ενεργειακών και οικονομικών κινήτρων τα οποία προσφέρθηκαν από Αζερμπαϊτζάν και Τουρκία ώστε να απομονώσουν την Αρμενία.
Το Αζερμπαιτζαν βλέπει τη Ρωσία σαν εταίρο με τον οποίο μπορεί να διαπραγματευτεί , ειδικότερα σε θέματα που αφορούν την ενέργεια και τα στρατηγικά παιχνίδια που παίζει η Ρωσία με την Ευρώπη.
Αυτό που δεν έχει καταλάβει η κυβέρνηση Aliyev με τη στάση της στο θέμα των προς την Ευρώπη αγωγών αερίου ,είναι ότι έχει απολέσει σε μεγάλο βαθμό τα διαπραγματευτικά της όπλα. Η σταθερότητα και η ευημερία του Αζερμπαιτζάν απαιτούν από τον Aliyev να σταματήσει να εξαρτάται αποκλειστικά από τις εξαγωγές ενέργειας και να βοηθήσει να δοθεί ένα τέλος στην μακροχρόνια διαμάχη Αζέρων και Αρμενίων γύρω από το Nagorno-Karabakh.
Η νοσταλγία για τα οικονομικά οφέλη αλλά και την προβλεψιμότητα και την ασφάλεια που χαρακτήριζαν την εποχή του Ψυχρού Πολέμου την περιοχή του Καυκάσου δεν είναι συνετό να αποτελεί οδηγό πολιτικής. Όμως και η τυφλή πίστη στις δυτικές εναλλακτικές λύσεις στα προβλήματα οικονομίας και ασφάλειας,οι οποίες κάποιες φορές μοιάζουν πανάκεια επίσης δεν αποτελεί τη λύση.
Εάν αυτές οι τρεις χώρες σκεφτούν ρεαλιστικά τι είναι δυνατόν να πετύχουν κάτω από τις παρούσες συνθήκες θα αναγνώριζαν ότι μια συνεργατική και ενιαία προσέγγιση είναι η καλύτερη λύση για όλους.
Δυστυχώς όμως οι πολιτικοί ηγέτες- ειδικά σε αυταρχικά συστήματα- συχνά δεν ταυτίζουν τα μεγαλύτερα συμφέροντα των χωρών τους με τα δικά τους.
Μετάφραση - Επιμέλεια: Μαριέττα Χατζηδιάκου
japantimes.co.