Την Πέμπτη, 18 Σεπτεμβρίου 2014, πραγματοποιήθηκε συνάντηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, με τον Πάπα Φραγκίσκο Α’, στο Βατικανό. Στον μεν ΣΥΡΙΖΑ, υπήρξε ενθουσιασμός για την τιμή που έγινε στον πρόεδρό τους να συναντηθεί με τον πάπα, στον δε ελλαδικό Τύπο, ευρέως κυριάρχησε μια θετική στάση προς τον πάπα, δεδομένου άλλωστε ότι το Βατικανό είναι ιστορικός και πολιτιστικός πυλώνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ανήκει και η Ελλάδα.
Ποιος, αλήθεια, είναι ο πάπας Φραγκίσκος Α’, του οποίου το κοσμικό όνομα είναι Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο (Jorge Mario Bergoglio);
Στις 13 Μαρτίου 2013, το Κονκλάβιο του Βατικανού εξέλεξε τον Αργεντινό καρδινάλιο Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο ως τον νέο πάπα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Κατά το παπικό έθιμο, ο νεοεκλεγείς πάπας Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο επέλεξε το παπικό του όνομα. Συγκεκριμένα, το παπικό όνομα που επέλεξε ήταν «Φραγκίσκος Α’», προς τιμήν του παπικού αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης.
Αρχικά, θα εξετάσουμε τα πρώτα βήματα του Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο στην Εκκλησία. Το 1973, διορίστηκε «Έπαρχος» Αργεντινής για την «Εταιρεία του Ιησού» (Societas Iesu), γνωστή και ως Τάγμα των Ιησουιτών. Υπό αυτήν την ιδιότητα, ο Μπεργκόλιο ήταν ο πιο υψηλόβαθμος Ιησουίτης στην Αργεντινή κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας του στρατηγού Χόρχε Βιντέλα (Jorge Videla), δηλαδή την περίοδο 1976-1983 (στη φωτογραφία μαζί του). Στη συνέχεια, έγινε επίσκοπος και ύστερα αρχιεπίσκοπος Μπουένος Άιρες. Ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ τον ανύψωσε σε καρδινάλιο το 2001.
Όταν η στρατιωτική χούντα της Αργεντινής παρέδωσε την εξουσία, το 1983, ο κανονικά εκλεγείς πρόεδρος Ραούλ Αλφονσίν (Raúl Alfonsín) θέσπισε την Επιτροπή της Αλήθειας (TruthC ommission) για τη διερεύνηση των εγκλημάτων που διεπράχθησαν στο πλαίσιο του λεγόμενου «Βρώμικου Πολέμου» (La Guerra Sucia) των χουντικών.
Η στρατιωτική χούντα της Αργεντινής είχε υποστηριχθεί μυστικά από τις ΗΠΑ. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ (Henry Kissinger) είχε παίξει σημαντικό παρασκηνιακό ρόλο στο πραξικόπημα του 1976. Ο αναπληρωτής τού Κίσινγκερ στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρμόδιος για τη Λατινική Αμερική ήταν ο Ουίλιαμ Ρότζερς (William Rogers), ο οποίος του είπε δύο ημέρες μετά το πραξικόπημα στην Αργεντινή: «στην Αργεντινή, σύντομα, πρέπει να αναμένουμε μια μεγάλη ποσότητα καταστολής, πιθανόν πολύ αίμα», σύμφωνα με τα αποχαρακτηρισμένα Αρχεία Εθνικής Ασφάλειας (National Security Archive) των ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκαν στις 23 Μαρτίου 2006.
Επιχείρηση Κόνδωρ
Κατά ειρωνεία της τύχης, στις 5 Μαρτίου 2013, δηλαδή μόλις μια εβδομάδα πριν την εκλογή του πάπα Μπεργκόλιο («Φραγκίσκου Α’»), ξεκίνησε μια πολύ σημαντική δίκη στο Μπουένος Άιρες. Η εν λόγω δίκη είχε το εξής αντικείμενο: να ερευνήσει το σύνολο των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν στο πλαίσιο της Επιχείρησης Κόνδωρ (Operation Condor), που ήταν μια συντονισμένη επιχείρηση ποικίλων λατινοαμερικανικών δικτατοριών υποστηριζόμενων από τις ΗΠΑ, στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, με σκοπό να εξοντώσουν, να βασανίσουν και να δολοφονήσουν χιλιάδες αντιφρονούντες εκείνων των καθεστώτων.
Η στρατιωτική χούντα του στρατηγού Χόρχε Βιντέλα διέπραξε πολυάριθμες πολιτικές δολοφονίες, μεταξύ των οποίων και δολοφονίες ιερέων και μοναζουσών που δεν συμμορφώθηκαν πλήρως με το υποστηριζόμενο από τη CIA πραξικόπημα της 24 Μαρτίου 1976, που ανέτρεψε την κυβέρνηση της Ιζαμπέλ Περόν (Isabel Peron). Ο Βιντέλα ήταν μεταξύ των στρατηγών που καταδικάστηκαν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, περιλαμβανομένων των «εξαφανίσεων» πολιτικών αντιφρονούντων, των βασανιστηρίων, των δολοφονιών και των απαγωγών. Το 1985, ο Βιντέλα καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη στη στρατιωτική φυλακή Magdalena. (Στη φωτογραφία το αποχαρακτηρισμένο αρχείο της CIA για την «Επιχείρηση Κόνδωρ»)
Τα οικονομικά συμφέροντα και η παπική ελίτ
Η χούντα της Αργεντινής –καθ’ υπόδειξη αμερικανικών χρηματιστηριακών συμφερόντων– διόρισε υπουργό Οικονομίας της χώρας τον Χοσέ Αλφρέντο Μαρτίνεζ ντε Χοζ (Jose Alfredo Martinez de Hoz), ο οποίος ήταν μέλος του επιχειρηματικού κατεστημένου της Αργεντινής και στενός φίλος του Ντέιβιντ Ροκφέλερ (David Rockefeller).
Η μακροοικονομική πολιτική του Χοσέ Αλφρέντο Μαρτίνεζ ντε Χοζ ήταν ακριβές αντίγραφο εκείνης που επιβλήθηκε στη Χιλή από τη χούντα του Πινοσέτ, τον Οκτώβριο του 1973. Αυτά τα πακέτα μακροοικονομικής πολιτικής συντάχθηκαν και υπαγορεύθηκαν από τα λεγόμενα «Αγόρια του Σικάγο» (Chicago Boys), δηλαδή τους ζηλωτές του μονεταρισμού, οι οποίοι επέβαλλαν τα δόγματά τους μέσω δικτατοριών. Με την πολιτική του Μαρτίνεζ ντε Χοζ, στην Αργεντινή, οι μισθοί πάγωσαν αμέσως με διάταγμα της κυβέρνησης, η πραγματική αγοραστική δύναμη μειώθηκε κατά 30% μέσα σε τρεις μήνες από την εκδήλωση του πραξικοπήματος της 24 Μαρτίου 1976 και ο λαός της Αργεντινής βυθίστηκε στη φτώχεια.
Υπό την ιδιότητα του υπουργού Οικονομίας, ο Μαρτίνεζ ντε Χοζ παρέδωσε την κεντρική τραπεζική και τη νομισματική πολιτική της χώρας του στα μεγάλα αφεντικά της Wall Street και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η αγορά του αργεντινού νομίσματος («πέσο») χειραγωγήθηκε άγρια. Το πέσο παρέμεινε σκοπίμως υπερτιμημένο –σύμφωνα με τη μονεταριστική ορθοδοξία– οδηγώντας σε συσσώρευση υψηλού εξωτερικού χρέους. Η εθνική οικονομία της χώρας οδηγήθηκε σε χρεοκοπία.
Η ελίτ της Wall Street προωθούσε τα συμφέροντά της πίσω από τη στρατιωτική χούντα τής Αργεντινής, η οποία διεξήγε τον λεγόμενο «Βρώμικο Πόλεμο». Η ιεραρχία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, με τη σειρά της, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ενίσχυση και στη νομιμοποίηση της στρατιωτικής χούντας.
Το Τάγμα των Ιησουιτών –το οποίο εξέφραζε το συντηρητικό και ισχυρότερο κομμάτι της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, το οποίο ήταν στενά συνδεδεμένο με τις οικονομικές ελίτ– υποστήριζε τη στρατιωτική χούντα, εναντίον των λεγόμενων «Αριστεριστών» του κινήματος των Περονιστών.
Αξίζει, σε αυτό το σημείο, να αναφέρουμε λίγα λόγια και για το ρωμαιοκαθολικό μοναστικό Τάγμα των Ιησουιτών καθεαυτό. Όταν ένας χαμηλόβαθμος Ιησουίτης πρόκειται να προαχθεί στην κανονική βαθμίδα του Ιησουίτη μοναχού, οδηγείται σε ναό τού εν λόγω Τάγματος, όπου είναι παρόντες τρεις υψηλόβαθμοι Ιησουίτες, εκ των οποίων ο προϊστάμενος (Superior) στέκεται μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Δεξιά και αριστερά τού προς προαγωγή Ιησουίτη, στέκεται ένας εκ των δύο άλλων ανωτέρων Ιησουιτών: ο ένας κρατά λάβαρο με τα χρώματα της Παπωσύνης, δηλαδή κίτρινο και λευκό, ενώ ο άλλος κρατά ένα μαύρο λάβαρο εικονίζον ένα εγχειρίδιο και έναν κόκκινο σταυρό πάνω από μια νεκροκεφαλή με χιαστί οστά, το αρκτικόλεξο INRIκαι από κάτω τις λέξεις «IUSTUM NECAR REGES IMPIOUS» που σημαίνουν: «είναι δίκαιο να εξαλειφθούν οι ασεβείς/αιρετικοί Βασιλείς/Κυβερνώντες/Ηγεμόνες» (πηγή:Journals of the 62nd Congress, 3rd Session, of the United States Congressional Record, House Calendar No. 397, Report No. 1523, 15 February 1913, σελ. 3215-3216).
Η «Εταιρεία του Ιησού» (Societas Iesu), όπως είναι επισήμως γνωστό το τάγμα των μοναχών Ιησουιτών, ιδρύθηκε, το 1539, από τον Ισπανό ιππότη και εν συνεχεία ιερομόναχο Ιγνάτιο ντε Λογιόλα (Ignatius of Loyola), ως επικεφαλής, και μερικούς ακόμη ακολούθους του. Ο Ιγνάτιος ντε Λογιόλα ανακηρύχθηκε άγιος από τον πάπα Γρηγόριο 15ο, το 1622. Όμως, το 1773, ο πάπας Κλήμης 14ος, υπό την πίεση της κοινής γνώμης, διέταξε τη διάλυση του Τάγματος των Ιησουιτών, το οποίο είχε αναπτύξει εκτεταμένη συνωμοτική και δεσποτική δραστηριότητα διεθνώς. Κατά την περίοδο που το Τάγμα των Ιησουιτών είχε απωλέσει την κανονικότητά του στους κόλπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, συνέχισε να λειτουργεί και να αναπτύσσεται αυτοτελώς μέσω ενός ευρέως δικτύου κολεγίων και πανεπιστημίων που είχε υπό τον έλεγχό του. Το 1814, μετά από 41 έτη καταστολής των Ιησουιτών, ο πάπας Πίος ο Έβδομος διέταξε την αποκατάσταση και επανανομιμοποίηση του Τάγματος των Ιησουιτών από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Ο Τζον Άνταμς (John Adams), 2ος κατά σειράν πρόεδρος των ΗΠΑ, είχε πει για τους Ιησουίτες ότι η αποκατάσταση και επανανομιμοποίηση του Τάγματος των Ιησουιτών από τον πάπα Πίο τον Έβδομο (το 1814) «είναι πράγματι ένα βήμα προς τον σκοταδισμό, την αγριότητα, τον δεσποτισμό, τον θάνατο...Αν υπάρξει ποτέ ένα σώμα ανθρώπων που θα του άξιζε αιώνια καταδίκη επί γης και στην κόλαση, αυτό είναι η Εταιρεία του (Ιγνάτιου ντε) Λογιόλα» (πηγή: Επιστολή,με ημερομηνία 5 Μαΐου 1816, του Τζον Άνταμς προς τον Τόμας Τζέφερσον, ο οποίος έγινε ο 3ος κατά σειράν πρόεδρος των ΗΠΑ).
Ο «Βρώμικος Πόλεμος» και ο καρδινάλιος Μπεργκόλιο
Το 2005, η δικηγόρος ειδικευμένη σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων Μίριαμ Μπρέγκμαν (Myriam Bregman) κατέθεσε μήνυση κατά του καρδιναλίου Χόρχε Μπεργκόλιο (νυν πάπα Φραγκίσκου Α’), κατηγορώντας τον ότι συνωμότησε μαζί με τη στρατιωτική χούντα το 1976 στην υπόθεση της απαγωγής δύο Ιησουιτών ιερέων.
Ο Μπεργκόλιο (νυν πάπας Φραγκίσκος Α’), που εκείνο τον καιρό ήταν Έπαρχος Αργεντινής της Εταιρείας του Ιησού, είχε καθαιρέσει δύο «Αριστεριστές» Ιησουίτες ιερείς, για πολιτικούς λόγους, επιχειρώντας να ελέγξει την στάση της Εταιρείας του Ιησού απέναντι στο ζήτημα των σχέσεων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας με τη στρατιωτική χούντα τής Αργεντινής.
Το 2010, οι επιζώντες του «Βρώμικου Πολέμου» της στρατιωτικής χούντας της Αργεντινής κατηγόρησαν τον τότε καρδινάλιο και νυν πάπα Χόρχε Μπεργκόλιο ως συνένοχο στην απαγωγή δύο μελών της Εταιρείας του Ιησού, και η εφημερίδα «El Mundo» έδωσε εκτενή δημοσιότητα σε αυτό το γεγονός, στο φύλλο της 8 Νοεμβρίου 2010.
Κατά την πορεία της δικής που ξεκίνησε το 2005, για τη διερεύνηση των εγκλημάτων της αργεντινής χούντας, ο Μπεργκόλιο επικαλέστηκε δύο φορές το δικαίωμα που του δίδει το Δίκαιο της Αργεντινής να αρνηθεί να παραστεί σε ανοιχτή δίκη, και, όταν, τελικά, κατέθεσε, το 2010, οι απαντήσεις του ήταν γεμάτες υπεκφυγές και αοριστίες.
Η εφημερίδα «Los Angeles Times», την 1η Απριλίου 2005, έγραψε σχετικά τα εξής:
«Ο Μπεργκόλιο ενέχεται σε τουλάχιστον δύο υποθέσεις. Η μια αφορά τη διερεύνηση του βασανισμού δύο Ιησουιτών ιερέων του –του Ορλάντο Γιόριο (Orlando Yorio) και του Φρανσίσκο Γιάλικς (Francisco Jalics)– οι οποίοι απήχθησαν το 1976 από τις φτωχογειτονιές όπου κήρυσσαν τη θεολογία της απελευθέρωσης. Ο Γιόριο κατηγόρησε τον Μπεργκόλιο ότι κυριολεκτικά τον παρέδωσε στα τάγματα θανάτου...αρνούμενος να τους προσφέρει κάλυψη ενώπιον του καθεστώτος. Ο Γιάλικς αρνήθηκε να συζητήσει το θέμα μετά τον εγκλεισμό του σε ένα μοναστήρι στη Γερμανία».
Γενικότερα η ελίτ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας είχε υποστηρίξει τη στρατιωτική χούντα της Αργεντινής.
Η δικηγόρος Μίριαμ Μπρέγκμαν, είπε σχετικά στην εφημερίδα «Los Angeles Times», την 1η Απριλίου 2005, τα εξής:
«Οι ίδιες οι δηλώσεις του Μπεργκόλιο απέδειξαν ότι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι γνώριζαν εξ αρχής ότι η χούντα βασάνιζε και δολοφονούσε πολίτες της, και παρ’ όλα αυτά δημόσια υποστήριζαν τους δικτάτορες. Η δικτατορία δεν θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο χωρίς αυτήν την κρίσιμης σημασίας υποστήριξη».
«Οι ίδιες οι δηλώσεις του Μπεργκόλιο απέδειξαν ότι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι γνώριζαν εξ αρχής ότι η χούντα βασάνιζε και δολοφονούσε πολίτες της, και παρ’ όλα αυτά δημόσια υποστήριζαν τους δικτάτορες. Η δικτατορία δεν θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο χωρίς αυτήν την κρίσιμης σημασίας υποστήριξη».
Ο Μπεργκόλιο (νυν πάπας Φραγκίσκο Α’) ήταν συνειδητός χουντικός και άνθρωπος της CIA, διότι, όχι μόνο συμβίβασε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία με την αργεντινή χούντα, αλλά και αρνήθηκε να ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων Ρωμαιοκαθολικών αρχιερέων, που αντιτάχθηκαν στις χούντες που φύτευαν η CIA και η Wall Street στη Λατινική Αμερική εκείνα τα χρόνια.
Σε αντίθεση με τη γραμμή του Μπεργκόλιο, μετά την εκδήλωση του χιλιανού πραξικοπήματος της 11 Σεπτεμβρίου 1973, εναντίον της κυβέρνησης Αλιέντε, ο τότε καρδινάλιος του Σαντιάγκο, Ραούλ Σίλβα Χενρίκεζ (Raul Silva Henriquez), καταδίκασε ανοιχτά τη χούντα του Πινοσέτ. Η κριτική στάση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στη Χιλή απέναντι στη χούντα του Πινοσέτ έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να περιοριστεί το κύμα πολιτικών δολοφονιών αντιφρονούντων και παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αν ο Μπεργκόλιο είχε ακολουθήσει την πολιτική της χιλιανής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, θα είχαν σωθεί πολλές ζωές Αργεντίνων αντιφρονούντων.
«Επιχείρηση Κόνδωρ» και Βατικανό
Η εκλογή του καρδιναλίου Μπεργκόλιο από το Κονκλάβιο του Βατικανού ως πάπα Φραγκίσκου Α’ είχε άμεσες και σημαντικές παρενέργειες στη δίκη κατά της «Επιχείρησης Κόνδωρ» που διεξήχθη στο Μπουένος Άιρες. Δίκη της οποίας οι προεκτάσεις έφθαναν μέχρι τον πρώην Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ.
Κατ’ αρχάς, δεδομένης της εμπλοκής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στη στρατιωτική χούντα της Αργεντινής, είναι εύλογο να σκεφθεί κανείς ότι έγιναν προσπάθειες από τον νέο πάπα –που ήταν ο αρχηγός των Ιησουιτών στην Αργεντινή την περίοδο της χούντας– να συγκαλυφθούν στοιχεία που αφορούν τον βρώμικο ρόλο μελών της Ρωμαιοκαθολικής Ιεραρχίας κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής χούντας. Άρα, λοιπόν, ο πάπας Φραγκίσκος Α’ έρχεται ως προστάτης του Βατικανού απέναντι στη Δικαιοσύνη της Αργεντινής και απέναντι στα επιζώντα θύματα της αργεντινής χούντας.
Επιπλέον η εκλογή του πάπα Φραγκίσκου Α’ έχει σημαντικό γεωπολιτικό αντίκτυπο για τη Λατινική Αμερική. Τη δεκαετία του 1970, στην Αργεντινή, ο Μπεργκόλιο ήταν βασικός υποστηρικτής της υποκινούμενης από τις ΗΠΑ αργεντινής χούντας, όπως ο χουντικός υπουργός Οικονομίας Μαρτίνεζ ντε Χοζ ήταν ο άνθρωπος των συμφερόντων της Wall Street στην Αργεντινή.
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ασκεί μεγάλη πολιτική επιρροή στη Λατινική Αμερική. Αυτό το γεγονός είναι γνωστό στους αρχιτέκτονες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, οι οποίοι το αξιοποιούν μεθοδικά.
Σήμερα, στη Λατινική Αμερική, αρκετές κυβερνήσεις αμφισβητούν την ηγεμονία των ΗΠΑ. Μέσα σε αυτά τα δεδομένα, η εκλογή του πάπα Φραγκίσκου Α’ δίδει σημαντικές δυνατότητες στην Ουάσινγκτον –μέσω του Βατικανού και της διπλωματικής τέχνης των Ιησουιτών– να υπονομεύσει και να αποσταθεροποιήσει τις πολιτικές δυνάμεις/κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής που δεν είναι αρεστές στον Λευκό Οίκο. Η προοδευτική κυβέρνηση της Κριστίνα Κίρτσνερ (Cristina Kirschner) στην Αργεντινή καθώς και οι κυβερνήσεις της Βενεζουέλας, του Εκουαδόρ και της Βολιβίας, μετά τον θάνατο του Τσάβες και την εκλογή του πάπα Φραγκίσκου Α’, είναι ακόμη πιο ευάλωτες σε πιέσεις για να συμμορφωθούν με τις επιταγές των ΗΠΑ.
Ο πάπας Φραγκίσκος Α’ δεν είναι Φραγκίσκος της Ασίζης, δεν είναι «ο πάπας των φτωχών», αλλά ο πάπας των χρηματοοικονομικών ελίτ, ο πάπας ενός σκληρού Ουασινγκτόνιου κατεστημένου και βεβαίως ο πάπας των εχόντων φασιστικά ή φασίζοντα φρονήματα.
Νικόλαος Λάος
Εταίρος της "R-Techno private intelligence firm"
Η εκλογή του καρδιναλίου Μπεργκόλιο από το Κονκλάβιο του Βατικανού ως πάπα Φραγκίσκου Α’ είχε άμεσες και σημαντικές παρενέργειες στη δίκη κατά της «Επιχείρησης Κόνδωρ» που διεξήχθη στο Μπουένος Άιρες. Δίκη της οποίας οι προεκτάσεις έφθαναν μέχρι τον πρώην Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ.
Κατ’ αρχάς, δεδομένης της εμπλοκής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στη στρατιωτική χούντα της Αργεντινής, είναι εύλογο να σκεφθεί κανείς ότι έγιναν προσπάθειες από τον νέο πάπα –που ήταν ο αρχηγός των Ιησουιτών στην Αργεντινή την περίοδο της χούντας– να συγκαλυφθούν στοιχεία που αφορούν τον βρώμικο ρόλο μελών της Ρωμαιοκαθολικής Ιεραρχίας κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής χούντας. Άρα, λοιπόν, ο πάπας Φραγκίσκος Α’ έρχεται ως προστάτης του Βατικανού απέναντι στη Δικαιοσύνη της Αργεντινής και απέναντι στα επιζώντα θύματα της αργεντινής χούντας.
Επιπλέον η εκλογή του πάπα Φραγκίσκου Α’ έχει σημαντικό γεωπολιτικό αντίκτυπο για τη Λατινική Αμερική. Τη δεκαετία του 1970, στην Αργεντινή, ο Μπεργκόλιο ήταν βασικός υποστηρικτής της υποκινούμενης από τις ΗΠΑ αργεντινής χούντας, όπως ο χουντικός υπουργός Οικονομίας Μαρτίνεζ ντε Χοζ ήταν ο άνθρωπος των συμφερόντων της Wall Street στην Αργεντινή.
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ασκεί μεγάλη πολιτική επιρροή στη Λατινική Αμερική. Αυτό το γεγονός είναι γνωστό στους αρχιτέκτονες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, οι οποίοι το αξιοποιούν μεθοδικά.
Σήμερα, στη Λατινική Αμερική, αρκετές κυβερνήσεις αμφισβητούν την ηγεμονία των ΗΠΑ. Μέσα σε αυτά τα δεδομένα, η εκλογή του πάπα Φραγκίσκου Α’ δίδει σημαντικές δυνατότητες στην Ουάσινγκτον –μέσω του Βατικανού και της διπλωματικής τέχνης των Ιησουιτών– να υπονομεύσει και να αποσταθεροποιήσει τις πολιτικές δυνάμεις/κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής που δεν είναι αρεστές στον Λευκό Οίκο. Η προοδευτική κυβέρνηση της Κριστίνα Κίρτσνερ (Cristina Kirschner) στην Αργεντινή καθώς και οι κυβερνήσεις της Βενεζουέλας, του Εκουαδόρ και της Βολιβίας, μετά τον θάνατο του Τσάβες και την εκλογή του πάπα Φραγκίσκου Α’, είναι ακόμη πιο ευάλωτες σε πιέσεις για να συμμορφωθούν με τις επιταγές των ΗΠΑ.
Ο πάπας Φραγκίσκος Α’ δεν είναι Φραγκίσκος της Ασίζης, δεν είναι «ο πάπας των φτωχών», αλλά ο πάπας των χρηματοοικονομικών ελίτ, ο πάπας ενός σκληρού Ουασινγκτόνιου κατεστημένου και βεβαίως ο πάπας των εχόντων φασιστικά ή φασίζοντα φρονήματα.
Νικόλαος Λάος
Εταίρος της "R-Techno private intelligence firm"