ΝΑΤΟ: Κίνδυνος για την παγκόσμια ειρήνη
Η επίσημη μυθολογία είναι ότι ανάμεσα στο 1945 (ή 1946) και το 1989 (ή 1991) οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση (ΕΣΣΔ) ερχόντουσαν συνεχώς αντιμέτωποι, πολιτικά, στρατιωτικά και πάνω απ' όλα ιδεολογικά. Αυτό αποκλήθηκε “ψυχρός πόλεμος”. Αν και ήταν πόλεμος, η λέξη που θα έπρεπε να υπογραμμιστεί είναι “ψυχρός”, δεδομένου ότι οι δύο δυνάμεις δεν ενεπλάκησαν σε οποιαδήποτε άμεση στρατιωτική δράση, ο ένας εναντίον του άλλου, καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου.
Υπήρχαν ωστόσο, πολλές θεσμικές αντανακλάσεις αυτού του ψυχρού πολέμου, και για κάθε μία ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και όχι η ΕΣΣΔ που έκανε το πρώτο βήμα. Το 1949, οι τρεις δυτικές χώρες καταλαμβάνοντας την Γερμανία συνδύασαν τις ζώνες τους για να εγκαθιδρύσουν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (FRG) ως κράτος. Η Σοβιετική Ένωση ανταπάντησε, μετασχηματίζοντας τη ζώνη της σε Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (GDR).
Το 1949, το ΝΑΤΟ εγκαθιδρύθηκε από δώδεκα έθνη. Στις 5 Μαΐου, το 1955, οι τρεις δυτικές δυνάμεις σήμαναν και επίσημα τη λήξη της κατάληψης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (FRG), αναγνωρίζοντάς την ως ανεξάρτητο κράτος. Τέσσερις ημέρες αργότερα, επικυρώθηκε η ένταξη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (FRG) ως μέλος στο ΝΑΤΟ. Ως απάντηση σε αυτό το διάβημα, η ΕΣΣΔ ίδρυσε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, συμπεριλαμβάνοντας - ως ένα εκ των μελών της - την Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (GDR).
Η συνθήκη για την ίδρυση του ΝΑΤΟ επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή μονάχα εντός της Ευρώπης. Ένας λόγος ήταν το γεγονός ότι οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης είχαν ακόμη αποικίες εκτός Ευρώπης και δεν ήταν διατεθειμένες να παραχωρήσουν σε κανέναν οργανισμό την εξουσιοδότηση να παρεμβαίνει άμεσα στις πολιτικές τους αποφάσεις σχετικά με τις αποικίες αυτές. Οι στιγμές της εμφανώς οξυμμένης αντιπαράθεσης των δύο πλευρών - ο αποκλεισμός του Βερολίνου, η πυραυλική κρίση της Κούβας - όλες κατέληγαν σε μια προϋπάρχουσα κατάσταση ως αποτέλεσμα.
Η σημαντικότερη επίκληση των συνθηκών με απώτερο σκοπό να εμπλακούν στη στρατιωτική δράση ήταν εκείνη της ΕΣΣΔ να δράσει εντός των ορίων της δικής της ζώνης ενάντια στις εξελίξεις που θεωρήθηκαν επικίνδυνες για την ΕΣΣΔ- η Ουγγαρία το 1956, η Τσεχοσλοβακία το 1968, η Πολωνία το 1981. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρενέβησαν πολιτικά υπό παρόμοιες συνθήκες, όπως η πιθανή είσοδος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος στην ιταλική κυβέρνηση.
Αυτή η σύντομη σύνοψη είναι ενδεικτική της πραγματικής στόχευσης του ψυχρού πολέμου. Ο ψυχρός πόλεμος δεν είχε σκοπό να μετατρέψει τις πολιτικές πραγματικότητες της άλλης πλευράς (εκτός από κάποια στιγμή πολύ μακριά στο μέλλον). Ο ψυχρός πόλεμος ήταν ένας μηχανισμός για κάθε πλευρά για να κρατήσει τους δορυφόρους της υπό έλεγχο, διατηρώντας, παράλληλα, την επικυρωμένη συμφωνία των δύο δυνάμεων για μακροχρόνια διαίρεση του κόσμου σε δύο σφαίρες, με το ένα τρίτο να αποδίδεται στον έλεγχο και την εποπτεία της ΕΣΣΔ και τα δύο τρίτα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Προτεραιότητα δόθηκε από κάθε πλευρά ώστε να διασφαλιστεί η μη χρησιμοποίηση της στρατιωτικής δύναμης (ειδικά των πυρηνικών όπλων) του ενός εναντίον του άλλου. Αυτό έγινε γνωστό ως εχέγγυο κατά της «αμοιβαίως εξασφαλισμένης καταστροφής».
Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ σε δύο στάδια- η απόσυρση από την Ανατολική Ευρώπη το 1989 και η επίσημη διάλυση της ΕΣΣΔ το 1991- θα έπρεπε να σημαίνει θεωρητικά τον τερματισμό κάθε λειτουργίας του ΝΑΤΟ. Πράγματι, είναι ευρέως γνωστό ότι, όταν ο Πρόεδρος, Μιχαήλ Γκορμπατσοφ, της ΕΣΣΔ συμφώνησε την ενσωμάτωση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (GDR) στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (FRG), του δόθηκε η υπόσχεση ότι δεν θα προβλεπόταν η ένταξη των μελών του ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου) στο ΝΑΤΟ. Αυτή η υπόσχεση παραβιάστηκε. Αντίθετα, το ΝΑΤΟ ανέλαβε έναν ριζικά καινούργιο ρόλο.
Μετά το 1991, το ΝΑΤΟ απένειμε στον εαυτό του έναν ρόλο παγκόσμιου χωροφύλακα σχετικά με οτιδήποτε θεωρούσε ως κατάλληλη πολιτική λύση σε παγκόσμια προβλήματα. Η πρώτη και κυριότερη απόπειρα ενσάρκωσης του νέου αυτού ρόλου διαδραματίστηκε στη σύρραξη στο Κοσσυφοπέδιο/Σερβία, οπότε και η κυβέρνηση των Η.Π.Α. υποκίνησε την εγκαθίδρυση του κράτους του Κοσσυφοπεδίου και την αλλαγή του καθεστώτος στη Σερβία. Το εγχείρημα αυτό το διαδέχθηκαν και άλλες παρόμοιες προσπάθειες- στο Αφγανιστάν το 2001 για την εκδίωξη των Ταλιμπάν, στο Ιράκ το 2003 για την αλλαγή του καθεστώτος στη Βαγδάτη, το 2014 εναντίον του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) στο Ιράκ και τη Συρία, καθώς και το 2013-2014 για την υποστήριξη των επονομαζόμενων φιλο-Δυτικών δυνάμεων στην Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα, η χρησιμοποίηση του ίδιο του Νάτο αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση για τις Η.Π.Α. Αφενός, ανέκυπταν διαφόρων ειδών αντιρρήσεις από μέρους των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ σχετικά με τις ανειλημμένες δράσεις. Αφετέρου, όταν το ΝΑΤΟ εμπλεκόταν επίσημα, όπως στο Κοσσυφοπέδιο, οι στρατιωτικές δυνάμεις των Η.Π.Α. αισθάνθηκαν να περιορίζονται από τις καθυστερήσεις στη λήψη αποφάσεων για στρατιωτική δράση.
Τότε, γιατί διευρύνθηκε το ΝΑΤΟ αντί να διαλυθεί;
Η επίσημη μυθολογία είναι ότι ανάμεσα στο 1945 (ή 1946) και το 1989 (ή 1991) οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση (ΕΣΣΔ) ερχόντουσαν συνεχώς αντιμέτωποι, πολιτικά, στρατιωτικά και πάνω απ' όλα ιδεολογικά. Αυτό αποκλήθηκε “ψυχρός πόλεμος”. Αν και ήταν πόλεμος, η λέξη που θα έπρεπε να υπογραμμιστεί είναι “ψυχρός”, δεδομένου ότι οι δύο δυνάμεις δεν ενεπλάκησαν σε οποιαδήποτε άμεση στρατιωτική δράση, ο ένας εναντίον του άλλου, καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου.
Υπήρχαν ωστόσο, πολλές θεσμικές αντανακλάσεις αυτού του ψυχρού πολέμου, και για κάθε μία ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και όχι η ΕΣΣΔ που έκανε το πρώτο βήμα. Το 1949, οι τρεις δυτικές χώρες καταλαμβάνοντας την Γερμανία συνδύασαν τις ζώνες τους για να εγκαθιδρύσουν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (FRG) ως κράτος. Η Σοβιετική Ένωση ανταπάντησε, μετασχηματίζοντας τη ζώνη της σε Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (GDR).
Το 1949, το ΝΑΤΟ εγκαθιδρύθηκε από δώδεκα έθνη. Στις 5 Μαΐου, το 1955, οι τρεις δυτικές δυνάμεις σήμαναν και επίσημα τη λήξη της κατάληψης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (FRG), αναγνωρίζοντάς την ως ανεξάρτητο κράτος. Τέσσερις ημέρες αργότερα, επικυρώθηκε η ένταξη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (FRG) ως μέλος στο ΝΑΤΟ. Ως απάντηση σε αυτό το διάβημα, η ΕΣΣΔ ίδρυσε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, συμπεριλαμβάνοντας - ως ένα εκ των μελών της - την Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (GDR).
Η συνθήκη για την ίδρυση του ΝΑΤΟ επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή μονάχα εντός της Ευρώπης. Ένας λόγος ήταν το γεγονός ότι οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης είχαν ακόμη αποικίες εκτός Ευρώπης και δεν ήταν διατεθειμένες να παραχωρήσουν σε κανέναν οργανισμό την εξουσιοδότηση να παρεμβαίνει άμεσα στις πολιτικές τους αποφάσεις σχετικά με τις αποικίες αυτές. Οι στιγμές της εμφανώς οξυμμένης αντιπαράθεσης των δύο πλευρών - ο αποκλεισμός του Βερολίνου, η πυραυλική κρίση της Κούβας - όλες κατέληγαν σε μια προϋπάρχουσα κατάσταση ως αποτέλεσμα.
Η σημαντικότερη επίκληση των συνθηκών με απώτερο σκοπό να εμπλακούν στη στρατιωτική δράση ήταν εκείνη της ΕΣΣΔ να δράσει εντός των ορίων της δικής της ζώνης ενάντια στις εξελίξεις που θεωρήθηκαν επικίνδυνες για την ΕΣΣΔ- η Ουγγαρία το 1956, η Τσεχοσλοβακία το 1968, η Πολωνία το 1981. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρενέβησαν πολιτικά υπό παρόμοιες συνθήκες, όπως η πιθανή είσοδος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος στην ιταλική κυβέρνηση.
Αυτή η σύντομη σύνοψη είναι ενδεικτική της πραγματικής στόχευσης του ψυχρού πολέμου. Ο ψυχρός πόλεμος δεν είχε σκοπό να μετατρέψει τις πολιτικές πραγματικότητες της άλλης πλευράς (εκτός από κάποια στιγμή πολύ μακριά στο μέλλον). Ο ψυχρός πόλεμος ήταν ένας μηχανισμός για κάθε πλευρά για να κρατήσει τους δορυφόρους της υπό έλεγχο, διατηρώντας, παράλληλα, την επικυρωμένη συμφωνία των δύο δυνάμεων για μακροχρόνια διαίρεση του κόσμου σε δύο σφαίρες, με το ένα τρίτο να αποδίδεται στον έλεγχο και την εποπτεία της ΕΣΣΔ και τα δύο τρίτα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Προτεραιότητα δόθηκε από κάθε πλευρά ώστε να διασφαλιστεί η μη χρησιμοποίηση της στρατιωτικής δύναμης (ειδικά των πυρηνικών όπλων) του ενός εναντίον του άλλου. Αυτό έγινε γνωστό ως εχέγγυο κατά της «αμοιβαίως εξασφαλισμένης καταστροφής».
Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ σε δύο στάδια- η απόσυρση από την Ανατολική Ευρώπη το 1989 και η επίσημη διάλυση της ΕΣΣΔ το 1991- θα έπρεπε να σημαίνει θεωρητικά τον τερματισμό κάθε λειτουργίας του ΝΑΤΟ. Πράγματι, είναι ευρέως γνωστό ότι, όταν ο Πρόεδρος, Μιχαήλ Γκορμπατσοφ, της ΕΣΣΔ συμφώνησε την ενσωμάτωση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (GDR) στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (FRG), του δόθηκε η υπόσχεση ότι δεν θα προβλεπόταν η ένταξη των μελών του ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου) στο ΝΑΤΟ. Αυτή η υπόσχεση παραβιάστηκε. Αντίθετα, το ΝΑΤΟ ανέλαβε έναν ριζικά καινούργιο ρόλο.
Μετά το 1991, το ΝΑΤΟ απένειμε στον εαυτό του έναν ρόλο παγκόσμιου χωροφύλακα σχετικά με οτιδήποτε θεωρούσε ως κατάλληλη πολιτική λύση σε παγκόσμια προβλήματα. Η πρώτη και κυριότερη απόπειρα ενσάρκωσης του νέου αυτού ρόλου διαδραματίστηκε στη σύρραξη στο Κοσσυφοπέδιο/Σερβία, οπότε και η κυβέρνηση των Η.Π.Α. υποκίνησε την εγκαθίδρυση του κράτους του Κοσσυφοπεδίου και την αλλαγή του καθεστώτος στη Σερβία. Το εγχείρημα αυτό το διαδέχθηκαν και άλλες παρόμοιες προσπάθειες- στο Αφγανιστάν το 2001 για την εκδίωξη των Ταλιμπάν, στο Ιράκ το 2003 για την αλλαγή του καθεστώτος στη Βαγδάτη, το 2014 εναντίον του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) στο Ιράκ και τη Συρία, καθώς και το 2013-2014 για την υποστήριξη των επονομαζόμενων φιλο-Δυτικών δυνάμεων στην Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα, η χρησιμοποίηση του ίδιο του Νάτο αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση για τις Η.Π.Α. Αφενός, ανέκυπταν διαφόρων ειδών αντιρρήσεις από μέρους των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ σχετικά με τις ανειλημμένες δράσεις. Αφετέρου, όταν το ΝΑΤΟ εμπλεκόταν επίσημα, όπως στο Κοσσυφοπέδιο, οι στρατιωτικές δυνάμεις των Η.Π.Α. αισθάνθηκαν να περιορίζονται από τις καθυστερήσεις στη λήψη αποφάσεων για στρατιωτική δράση.
Τότε, γιατί διευρύνθηκε το ΝΑΤΟ αντί να διαλυθεί;
Αυτό σχετίζεται, για ακόμη μία φορά, με την ενδο-ευρωπαϊκή πολιτική καθώς και με την επιθυμία των Η.Π.Α. να ελέγχουν του φερόμενους συμμάχους τους. Ήταν επί καθεστώτος Μπους όταν ο τότε Υπουργός Αμύνης, Ντόναλντ Ράμσφελντ μίλησε για μια “νέα” και μία “παλιά” Ευρώπη. Με τον όρο παλιά Ευρώπη, αναφερόταν ειδικότερα στην απροθυμία Γάλλων και Γερμανών να συμφωνήσουν με τις στρατηγικές των Η.Π.Α. . Είδε τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης να αποδεσμεύονται από τις Η.Π.Α. . Πράγματι, η αντίληψή του αυτή ήταν σωστή. Ως ανταπάντηση, οι Η.Π.Α. ήλπιζαν να κόψουν τα φτερά των Δυτικοευρωπαίων με την ένταξη στο ΝΑΤΟ χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, τις οποίες οι Η.Π.Α. θεωρούσαν ως πιο αξιόπιστους συμμάχους.
Η σύγκρουση επί του ζητήματος της Ουκρανίας αναδεικνύει τον κίνδυνο του ΝΑΤΟ. Οι Η.Π.Α. έχουν επιδιώξει να δημιουργήσουν νέες στρατιωτικές δομές, προφανώς με στόχο τη Ρωσία, με το πρόσχημα ότι προορίζονται για την αντιμετώπιση της υποτιθέμενης ιρανικής απειλής. Καθώς η ουκρανική διαμάχη συνεχίζεται, η γλώσσα του ψυχρού πολέμου αναβιώνει. Οι Η.Π.Α. χρησιμοποιούν το ΝΑΤΟ, ώστε να πιέσει τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης να συμφωνήσουν με αντί-ρωσικές ενέργειες. Αλλά και εντός των Η.Π.Α. ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα βρίσκεται υπό πίεση ώστε να προχωρήσει δυναμικά εναντίον της φερόμενης ρωσικής απειλής κατά της Ουκρανίας. Αυτό συνδυάζεται με τη μεγάλη εχθρότητα που παρουσιάζει το Κογκρέσο των Η.Π.Α. σχετικά με οποιαδήποτε συμφωνία με τους Ιρανούς για την πυρηνική ανάπτυξη.
Οι δυνάμεις στις Η.Π.Α. και στη Δυτική Ευρώπη, οι οποίες επιδιώκουν να αποφύγουν την μιλιταριστική παράνοια, ρισκάρουν να αποσοβηθούν με κάτι που μπορεί να αποκληθεί ως μπαράζ πολέμων. Το ΝΑΤΟ και ό,τι αυτό συμβολίζει σήμερα ενσαρκώνει έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο, καθώς αναπαριστά την αξίωση των δυτικών χωρών να παρεμβαίνουν παντού στο όνομα δυτικών ερμηνειών της γεωπολιτικής πραγματικότητας. Αυτό μπορεί μόνο να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη, άκρως επικίνδυνη, σύγκρουση. Η αποκήρυξη του ΝΑΤΟ ως δομή, θα ήταν ένα πρώτο βήμα προς την εκλογίκευση και την επιβίωση του κόσμου.
Μετάφραση: Σταματίνα Τσιμοπούλου
Immanuel Wallerstein
Η σύγκρουση επί του ζητήματος της Ουκρανίας αναδεικνύει τον κίνδυνο του ΝΑΤΟ. Οι Η.Π.Α. έχουν επιδιώξει να δημιουργήσουν νέες στρατιωτικές δομές, προφανώς με στόχο τη Ρωσία, με το πρόσχημα ότι προορίζονται για την αντιμετώπιση της υποτιθέμενης ιρανικής απειλής. Καθώς η ουκρανική διαμάχη συνεχίζεται, η γλώσσα του ψυχρού πολέμου αναβιώνει. Οι Η.Π.Α. χρησιμοποιούν το ΝΑΤΟ, ώστε να πιέσει τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης να συμφωνήσουν με αντί-ρωσικές ενέργειες. Αλλά και εντός των Η.Π.Α. ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα βρίσκεται υπό πίεση ώστε να προχωρήσει δυναμικά εναντίον της φερόμενης ρωσικής απειλής κατά της Ουκρανίας. Αυτό συνδυάζεται με τη μεγάλη εχθρότητα που παρουσιάζει το Κογκρέσο των Η.Π.Α. σχετικά με οποιαδήποτε συμφωνία με τους Ιρανούς για την πυρηνική ανάπτυξη.
Οι δυνάμεις στις Η.Π.Α. και στη Δυτική Ευρώπη, οι οποίες επιδιώκουν να αποφύγουν την μιλιταριστική παράνοια, ρισκάρουν να αποσοβηθούν με κάτι που μπορεί να αποκληθεί ως μπαράζ πολέμων. Το ΝΑΤΟ και ό,τι αυτό συμβολίζει σήμερα ενσαρκώνει έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο, καθώς αναπαριστά την αξίωση των δυτικών χωρών να παρεμβαίνουν παντού στο όνομα δυτικών ερμηνειών της γεωπολιτικής πραγματικότητας. Αυτό μπορεί μόνο να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη, άκρως επικίνδυνη, σύγκρουση. Η αποκήρυξη του ΝΑΤΟ ως δομή, θα ήταν ένα πρώτο βήμα προς την εκλογίκευση και την επιβίωση του κόσμου.
Μετάφραση: Σταματίνα Τσιμοπούλου
Immanuel Wallerstein