Το ξέρω ότι σε κάποιους θα φανεί ακραίος και προκλητικός και ο τίτλος και το άρθρο, όμως ακόμα πιο ακραία και πιο προκλητική είναι η σιωπή που επιβλήθηκε για το τι συμβολίζει η 29η Αυγούστου 1949. Μια σιωπή που δυστυχώς αποτελεί μια από τις συμβάσεις της Μεταπολίτευσης.
Έτσι, όσοι γεννήθηκαν μετά το 1980 ελάχιστα γνωρίζουν για τον Εμφύλιο πόλεμο και ακόμα λιγότερα για τις διακυβεύσεις του. Και οι ευθύνες είναι πολύ συγκεκριμένες και αφορούν πρωτίστως τους πολιτικούς και τους διανοούμενους του φιλελεύθερου χώρου και της Κεντροδεξιάς. Δεν είναι περίεργο λοιπόν που πολύ λίγα νέα παιδιά έχουν τις στοιχειώδεις γνώσεις για αυτή την ταραγμένη περίοδο, αγνοούν παντελώς την 29η Αυγούστου 1949 και το ότι η ημερομηνία αυτή συμβόλιζε και εξακολουθεί να συμβολίζει την παραμονή της Ελλάδας στον ελεύθερο κόσμο.
Διότι η βασική διακύβευση του Εμφυλίου πολέμου ήταν πρώτα ο γεωπολιτικός προσανατολισμός της πατρίδας μας και συνακόλουθα το κοινωνικό της καθεστώς. Δηλαδή αν θα εντασσόμασταν στο μπλοκ του σοβιετικού «παραδείσου» και αν θα είχαμε καθεστώς σαν αυτά των λαϊκών δημοκρατιών. Τελικά, ο Ελληνικός Στρατός επικράτησε και ο κίνδυνος που ελλόχευε από το 1944 εξαλείφθηκε ολοσχερώς.
Για ποιο λόγο ηττήθηκε ο «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας»;* Διότι ο ελληνικός λαός, στη συντριπτική του πλειοψηφία, δεν ήθελε η πατρίδα του να αποκτήσει κομμουνιστικό καθεστώς. Το βίωσε την περίοδο της Εαμοκρατίας. Ακόμα και ένα μεγάλο μέρος των αριστερών πολιτών δεν ενέκρινε την επιλογή του ένοπλου αγώνα και αρνήθηκε να βγει στο βουνό για να πολεμήσει. Το λεγόμενο πρόβλημα των εφεδρειών του Ζαχαριάδη δεν ήταν τεχνικό - οργανωτικό. Ήταν βαθύτατα πολιτικό. Οι Έλληνες, μετά την Κατοχή, ήθελαν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους και η ηγεσία του ΚΚΕ επέλεξε εν ψυχρώ τον Εμφύλιο πόλεμο. Έτσι, όταν οι αντάρτες καταλάμβαναν χωριά και πόλεις δεν αντιμετωπιζόταν ως απελευθερωτές, αλλά ως επιδρομείς που θα λεηλατούσαν, θα άρπαζαν, θα σκότωναν.
Στη συνέχεια, είχαμε καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, μια δημοκρατία που αποκλήθηκε «χλωμή» και «καχεκτική», διότι αποκλείστηκε από αυτήν το Κομμουνιστικό Κόμμα. Κι όμως, ήταν η καλύτερη δημοκρατία που μπορούσαμε να είχαμε, δεδομένων των ιστορικών συνθηκών. Μια δημοκρατία που το 1958 ανέδειξε την ΕΔΑ δεύτερο κόμμα. Μερικά χρόνια μετά τη λήξη ενός αιματηρού Εμφυλίου πολέμου, που κατέστρεψε όλη την ύπαιθρο, δεν θα μπορούσαν οι ηττημένοι, αυτοί που πρωταγωνίστησαν, να λάβουν το συγχωροχάρτι για τα όσα διέπραξαν. Οι ιστορικοί της Αριστεράς πιστεύουν πως η ανθρώπινη μνήμη που διαμορφώνει τις συνειδήσεις, λειτουργεί με έναν διακόπτη ο οποίος διαγράφει αυτά που θέλουν αυτοί να διαγραφούν. Όμως η ιστορική μνήμη έχει τους δικούς της κανόνες, τις αντιστάσεις της, αλλά και τις ανοχές της.
Στην περίπτωσή μας, ο αντικομμουνισμός της δεκαετίας του 1950 δεν ήρθε από την κορυφή του πολιτικού συστήματος. Αναδύθηκε μέσα από την ελληνική κοινωνία καθώς όσοι γνώρισαν, οι ίδιοι ή οι συγγενείς τους, την κόκκινη βία της περιόδου 1943-1949, όσοι είδαν τις περιουσίες τους να καταστρέφονται, ξεπερνούσαν τις 700-800.000 πολίτες, κυρίως της υπαίθρου. Αυτή η κατάσταση αποκλήθηκε «βιωμένος αντικομμουνισμός», διήρκεσε σχεδόν μια δεκαετία και καθόρισε το πολιτικό κλίμα.
Σήμερα, όσοι μεγαλώσαμε σε μια Ελλάδα ενταγμένη στον ελεύθερο κόσμο, το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε απέναντι σε αυτούς που πολέμησαν τότε, είναι να τους θυμούμαστε και να τιμάμε τη μνήμη τους. Το ελάχιστο και ούτε αυτό δεν κάνουμε.
*Αυτή είναι η επίσημη ονομασία του στρατού του ΚΚΕ με βάση τον ν.1863/1989 της κυβέρνησης Τζαννετάκη.
Διότι η βασική διακύβευση του Εμφυλίου πολέμου ήταν πρώτα ο γεωπολιτικός προσανατολισμός της πατρίδας μας και συνακόλουθα το κοινωνικό της καθεστώς. Δηλαδή αν θα εντασσόμασταν στο μπλοκ του σοβιετικού «παραδείσου» και αν θα είχαμε καθεστώς σαν αυτά των λαϊκών δημοκρατιών. Τελικά, ο Ελληνικός Στρατός επικράτησε και ο κίνδυνος που ελλόχευε από το 1944 εξαλείφθηκε ολοσχερώς.
Για ποιο λόγο ηττήθηκε ο «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας»;* Διότι ο ελληνικός λαός, στη συντριπτική του πλειοψηφία, δεν ήθελε η πατρίδα του να αποκτήσει κομμουνιστικό καθεστώς. Το βίωσε την περίοδο της Εαμοκρατίας. Ακόμα και ένα μεγάλο μέρος των αριστερών πολιτών δεν ενέκρινε την επιλογή του ένοπλου αγώνα και αρνήθηκε να βγει στο βουνό για να πολεμήσει. Το λεγόμενο πρόβλημα των εφεδρειών του Ζαχαριάδη δεν ήταν τεχνικό - οργανωτικό. Ήταν βαθύτατα πολιτικό. Οι Έλληνες, μετά την Κατοχή, ήθελαν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους και η ηγεσία του ΚΚΕ επέλεξε εν ψυχρώ τον Εμφύλιο πόλεμο. Έτσι, όταν οι αντάρτες καταλάμβαναν χωριά και πόλεις δεν αντιμετωπιζόταν ως απελευθερωτές, αλλά ως επιδρομείς που θα λεηλατούσαν, θα άρπαζαν, θα σκότωναν.
Στη συνέχεια, είχαμε καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, μια δημοκρατία που αποκλήθηκε «χλωμή» και «καχεκτική», διότι αποκλείστηκε από αυτήν το Κομμουνιστικό Κόμμα. Κι όμως, ήταν η καλύτερη δημοκρατία που μπορούσαμε να είχαμε, δεδομένων των ιστορικών συνθηκών. Μια δημοκρατία που το 1958 ανέδειξε την ΕΔΑ δεύτερο κόμμα. Μερικά χρόνια μετά τη λήξη ενός αιματηρού Εμφυλίου πολέμου, που κατέστρεψε όλη την ύπαιθρο, δεν θα μπορούσαν οι ηττημένοι, αυτοί που πρωταγωνίστησαν, να λάβουν το συγχωροχάρτι για τα όσα διέπραξαν. Οι ιστορικοί της Αριστεράς πιστεύουν πως η ανθρώπινη μνήμη που διαμορφώνει τις συνειδήσεις, λειτουργεί με έναν διακόπτη ο οποίος διαγράφει αυτά που θέλουν αυτοί να διαγραφούν. Όμως η ιστορική μνήμη έχει τους δικούς της κανόνες, τις αντιστάσεις της, αλλά και τις ανοχές της.
Στην περίπτωσή μας, ο αντικομμουνισμός της δεκαετίας του 1950 δεν ήρθε από την κορυφή του πολιτικού συστήματος. Αναδύθηκε μέσα από την ελληνική κοινωνία καθώς όσοι γνώρισαν, οι ίδιοι ή οι συγγενείς τους, την κόκκινη βία της περιόδου 1943-1949, όσοι είδαν τις περιουσίες τους να καταστρέφονται, ξεπερνούσαν τις 700-800.000 πολίτες, κυρίως της υπαίθρου. Αυτή η κατάσταση αποκλήθηκε «βιωμένος αντικομμουνισμός», διήρκεσε σχεδόν μια δεκαετία και καθόρισε το πολιτικό κλίμα.
Σήμερα, όσοι μεγαλώσαμε σε μια Ελλάδα ενταγμένη στον ελεύθερο κόσμο, το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε απέναντι σε αυτούς που πολέμησαν τότε, είναι να τους θυμούμαστε και να τιμάμε τη μνήμη τους. Το ελάχιστο και ούτε αυτό δεν κάνουμε.
*Αυτή είναι η επίσημη ονομασία του στρατού του ΚΚΕ με βάση τον ν.1863/1989 της κυβέρνησης Τζαννετάκη.
https://www.liberal.gr/arthrografoi/sakis-moymtzis