ANTIFA: Antony Mueller - Ιδιωτικός Εβραϊκός στρατός δολοφόνων

Κίνημα Antifa: Φασίστες με καλύτερο marketing


Ενώ αυτοαποκαλούνται «αντιφασίστες» και κατονομάζουν σαν εχθρό τους τον φασισμό, το ίδιο το κίνημα των antifa είναι πρώτιστα ένα κίνημα φασιστικό.

Του Antony Mueller
Απόδοση στα Ελληνικά: Νίκος Μαρής

Οι «antifa» δεν είναι αντίπαλοι του φασισμού, αλλά αυθεντικοί εκπρόσωποί του

Ένα φρικτό φάντασμα πλανάται πάνω από την Αμερική: το φάντασμα του αντι-καπιταλισμού. Νεαροί βηματίζουν σε παράταξη πίσω από τον σοσιαλιστικό συρμό της εποχής, και κάποιοι ακτιβιστές φιμώνουν την ελευθερία του λόγου ως μέλη μιας ομάδας που ονομάζεται Antifa.

Αυτό το «αντιφασιστικό» κίνημα εμπλέκεται συχνά σε στρατιωτικού τύπου διαμαρτυρίες και δεν έχει καθόλου ενδοιασμούς ως προς τη χρήση βίας. Ως τμήμα της ακροαριστεράς, τα μέλη του «antifa κινήματος» αυτοπροσδιορίζονται ως «αντι-καπιταλιστές» και δηλώνουν «εχθροί της δεξιάς». Αποκαλούνται «αντιφασίστες», όταν στην πραγματικότητα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ιδεολογία, εκείνη που χαρακτηρίζει το δικό τους κίνημα είναι ο φασισμός.

Ωστόσο, τι είναι ο φασισμός και ποιο είναι το περιεχόμενο αυτής της ιδεολογίας;

Το «φασιστικό μανιφέστο»

Το φασιστικό μανιφέστο διακηρύχθηκε το 1919 από τους Alceste De Ambris και Filippo Tommaso Marienetti. Στο φυλλάδιο τους, οι συντάκτες ζητούσαν την καθιέρωση της οκτάωρης εργασίας και του κατώτατου μισθού. Απαιτούσαν την εκπροσώπηση των εργαζομένων στην διοίκηση των βιομηχανιών, και την ισοτιμία των συνδικαλιστών, των βιομηχανικών στελεχών και των δημοσίων υπαλλήλων.

Οι συντάκτες του Φασιστικού Μανιφέστου απαιτούσαν προοδευτική φορολογία [σ.σ. με την έννοια του προοδευτικά αυξανόμενου ποσοστού], ασφάλιση αναπηρίας, και άλλους τύπους κοινωνικών παροχών, καθώς και τη μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης. Το Μανιφέστο απαιτούσε τη δήμευση της περιουσίας όλων των θρησκευτικών ιδρυμάτων και την εθνικοποίηση της εξοπλιστικής βιομηχανίας.

Οι συντάκτες του Φασιστικού Μανιφέστου ζητούσαν τη δημιουργία ενός κορπορατιστικού συστήματος «εθνικών συμβουλίων» που θα συγκροτούσαν εμπειρογνώμονες, οι οποίοι θα εκλέγονταν από τις επαγγελματικές τους οργανώσεις, και οι οποίοι θα έπρεπε να διαθέτουν νομοθετική εξουσία στους αντίστοιχους τομείς τους.

Οι De Ambris και Marienetti απαίτησαν έναν ισχυρό προοδευτικό φόρο επί του κεφαλαίου, με σκοπό την απαλλοτρίωση ενός μέρους του συνολικού πλούτου, και την κατάσχεση όλων των περιουσιακών στοιχείων όλων των θρησκευτικών δογμάτων, μαζί με την εθνικοποίηση της βιομηχανίας όπλων.

Το 1922, ο σοσιαλιστής Μπενίτο Μουσολίνι ήρθε στην εξουσία στην Ιταλία υπό τη σημαία του φασισμού και έθεσε σε εφαρμογή το μεγαλύτερο μέρος του φασιστικού προγράμματος, όπως είχε διακηρυχθεί στο Μανιφέστο μερικά χρόνια νωρίτερα.

Κομμουνιστικό μανιφέστο

Μια σύγκριση με το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, που γράφτηκε από τους Μαρξ και Ένγκελς, και δημοσιεύθηκε το 1848, αποκαλύπτει τη συγγένεια του φασισμού και του κομμουνισμού.

Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο πριν από 170 χρόνια απαίτησε:

  • Εξαιρετικά προοδευτική φορολόγηση [σ.σ. με την έννοια που προαναφέρθηκε]
  • Συγκέντρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα στα χέρια του κράτους μέσω μιας εθνικής τράπεζας με κρατικά κεφάλαια και με αποκλειστικό μονοπώλιο
  • Συγκέντρωση του συστήματος μεταφορών στα χέρια του κράτους
  • Ενοποίηση των αγροτεμαχίων της γεωργίας με την βιομηχανία, με στόχο την σταδιακή εξάλειψη της αντίθεσης μεταξύ πόλεων και επαρχίας.
  • Δωρεάν δημόσια εκπαίδευση όλων των παιδιών, εξάλειψη της παιδικής εργασίας -στην τότε μορφή της- σε εργοστάσια, σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή προϊόντων.

Σύμφωνα με τον Κομμουνιστικό Δεκαλόγο, τα ζητήματα που απέμεναν για την επίτευξη του πλήρους σοσιαλισμού ήταν:

Απαίτηση 1 – Απαλλοτρίωση της γης και χρήση του βασικών της προσόδων για κρατικές δαπάνες
Απαίτηση 4 – Κατάσχεση της περιουσίας όλων των μεταναστών του εξωτερικού και των αντιφρονούντων
Απαίτηση 8 – Ίση υποχρέωση εργασίας για όλους · δημιουργία στρατού εργατών, συμπεριλαμβανομένων των γεωργών.


Τόσο το Κομμουνιστικό όσο και το Φασιστικό Μανιφέστο απηχούν στο επίσημο Κομματικό Πρόγραμμα των Ναζί, το οποίο παρουσιάστηκε το 1920.

Απαιτήσεις του Ναζιστικού Κόμματος

Ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ ήταν παρών όταν ανακοινώθηκαν τα 25 σημεία του προγράμματος του Ναζιστικού Κόμματος, στις 24 Φεβρουαρίου του 1920. Το ίδιο το όνομα του Ναζισμού τα λέει όλα: είναι η συντομογραφία του NSDAP που σημαίνει Nationalsozialistische Deutsche Arbeiterpartei (Εθνικό Σοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα).

Το 1925, η Γενική Συνέλευση του NSDAP ανακήρυξε το πρόγραμμα του 1920 ως «αμετάβλητο» και το 1941 ο Αδόλφος Χίτλερ αποφάσισε ότι όλοι οι μελλοντικοί ηγέτες του Ράιχ έπρεπε να ορκίζονται για την τήρηση των 25 σημείων του.

Το Πρόγραμμα του Ναζιστικού Κόμματος περιλαμβάνει απαιτήσεις όπως:

  • Κρατικοποίηση μονοπωλιακών εταιρειών
  • Απόδοση των μεγάλων πολυκαταστημάτων στην τοπική αυτοδιοίκηση
  • Απαλλοτρίωση της γης για φιλανθρωπικούς σκοπούς
  • Αποτροπή της κερδοσκοπίας στην αγορά ακινήτων
  • Επέκταση ολόκληρου του κρατικού εκπαιδευτικού συστήματος
  • Ένα ολοκληρωμένο σύστημα δωρεάν δημόσιων σχολείων και γενναιόδωρων επιδομάτων και επιδοτήσεων σπουδών
  • Ένα καθαρό περιβάλλον, σε συνδυασμό με την προώθηση της υγείας και της φυσικής κατάστασης του λαού.

Ειδικότερα, το πρόγραμμα του ναζιστικού κόμματος απαιτούσε:

  • Την απαγόρευση του εύκολου εισοδήματος που δεν προέρχεται από εργασία (σημείο 11)
  • Την δήμευση των πολεμικών κερδών (σημείο 12)
  • Την εθνικοποίηση όλων των επιχειρηματικών τραστ (σημείο 13)
  • Τον διαμοιρασμό τμήματος των κερδών μεγάλων εταιρειών (σημείο 14)
  • Την γενναιόδωρη επέκταση των συνταξιοδοτικών παροχών (σημείο 15)
  • Την δημιουργία μιας υγιούς μεσαίας τάξης (σημείο 16)
  • Τον αναδασμό της γης, προσαρμοσμένο στις εθνικές ανάγκες, δημιουργώντας έναν νόμο για την ανεμπόδιστη απαλλοτρίωση γης για φιλανθρωπικούς σκοπούς. (σημείο 17).

Στο σημείο 20 το κομματικό πρόγραμμα απαιτούσε «το κράτος να διασφαλίσει ότι ολόκληρο το εθνικό μας εκπαιδευτικό σύστημα θα επεκταθεί πλήρως» με ένα γενναιόδωρο σύστημα εκπαιδευτικών επιδοτήσεων.

Στο σημείο 21, το πρόγραμμα απαιτούσε «το κράτος να έχει το καθήκον να συμβάλει στην αύξηση του επιπέδου της εθνικής υγείας παρέχοντας κέντρα πρόνοιας μητρότητας, απαγορεύοντας την εργασία ανηλίκων, βελτιώνοντας τη φυσική κατάσταση μέσω της εισαγωγής υποχρεωτικών αθλημάτων και γυμναστικής, και μέσω της μεγαλύτερης δυνατής ενθάρρυνσης συλλόγων που ασχολούνται με τη φυσική αγωγή των νέων ».

Οι Ναζί ζήτησαν τη δημιουργία ενός «Λαϊκού Στρατού» – κάτι παρόμοιο με αυτό που προώθησαν αργότερα οι Κομμουνιστές στην Ανατολική Ευρώπη και την Ασία.

Αυτή η σειρά αιτημάτων από τους κομμουνιστικούς, φασιστικούς και ναζιστικούς καταλόγους δείχνει τον υψηλό βαθμό ομοιότητας στην νοοτροπία μεταξύ αυτών των τριών ιδεολογιών. Αυτό που εκφράζουν οι κομμουνιστές στο σύνθημα «από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του» είναι ισοδύναμο με το ναζιστικό σύνθημα ότι το «κοινό συμφέρον προηγείται του ατομικού συμφέροντος» (Gemeinnutz vor Eigennutz) και το φασιστικό σύνθημα «όλα μέσα στο κράτος, τίποτα έξω από το κράτος, τίποτα ενάντια στο κράτος» .

Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι κομμουνιστικές, φασιστικές και εθνικο-σοσιαλιστικές κυβερνήσεις ενήργησαν ως κατασταλτικά καθεστώτα που δεν έφεραν ούτε ευημερία ούτε ισότητα, ούτε ειρήνη, αλλά δυστυχία, καταπίεση και πόλεμο.

Συμπέρασμα

Αφού πρώτα η αριστερά υπέκλεψε την έννοια του φιλελευθερισμού, και μετέτρεψε τη λέξη σε κάτι αντίθετο από την αρχική της έννοια, τώρα το κίνημα Antifa χρησιμοποιεί μια ψεύτικη ορολογία για να κρύψει την πραγματική του ατζέντα. Ενώ αυτοαποκαλούνται «αντιφασίστες» και κατονομάζουν σαν εχθρό τους τον φασισμό, το ίδιο το κίνημα των antifa είναι πρώτιστα ένα κίνημα φασιστικό.

Τα μέλη του κινήματος Antifa δεν είναι αντίπαλοι του φασισμού, αλλά είναι οι γνήσιοι εκπρόσωποί του, οι ίδιοι. Ο κομμουνισμός, ο σοσιαλισμός, κι ο φασισμός ενώνονται με τα κοινά δεσμά του αντι-καπιταλισμού και του αντι-φιλελευθερισμού.

Το κίνημα Antifa είναι λοιπόν ένα φασιστικό κίνημα. Και ο εχθρός αυτού του κινήματος δεν είναι ο φασισμός, αλλά η ελευθερία, η ειρήνη και η ευημερία.

***

Ο Δρ Antony P. Mueller είναι Γερμανός καθηγητής οικονομικών που διδάσκει επί του παρόντος στη Βραζιλία.

Αυτό το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο Foundation for Economic Education (FEE) ως «Οι απαιτήσεις των Antifa και των πρωταρχικών φασιστών έχουν πολλά κοινά» στις 29 Μαρτίου 2018. Ανατυπώθηκε από το Newsweek με τον τίτλο «Τι κοινό έχουν οι Antifa και το οι πρωταρχικοί φασίστες» στις 2 Απριλίου 2018.

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη