Τα Δημοκρατικά Τάγματα Θανάτου : «Ο Άρης Βελουχιώτης, ο Εβραίος, και το ματωμένο Κρίκελλο»
Στο πλευρό του Βελουχιώτη μάχεται και ο Γιώργος Πασοκοντονίκας, με μοναδικό σκοπό να συλλάβη τον αδελφό του Κώστα Πασοκοντονίκα, που πολεμούσε με τον λόχο του κατά των Γερμανών. Πράγματι, ανακαλύπτει τον λόχο του Κώστα Πασοκοντονίκα στην περιοχή της κοινότητος Βουλγαρελίσυ Άρτας, επιτίθεται εναντίον του και κατορθώνει όχι μόνο να τον διαλύση, αλλά και συλλαμβάνει μόνος του με τα χέρια του, ο ίδιος, τον αδελφό του. Τον αφοπλίζει, του ξηλώνει τα γαλόνια (ήταν υπολοχαγός), του αφαιρεί ακόμη την ταυτότητα και τα στρατιωτικά ρούχα, και έτσι γυμνόν τον στέλνει στο Κρίκελλο, συνοδεία δυο ανταρτών. Νικητής και τροπαιούχος πια ο Γιώργος Πασοκοντονίκας γυρίζει κι αυτός στο Κρίκελλο για ν’ αρχίση καινούργιος καυγάς, καθώς επέμενε να πείσει τον αδελφό του να ενταχθεί στον ΕΛΑΣ.
Την νύχτα της 2 του Νοέμβρη 1943, ο Κώστας Πασοκοντονίκας έφυγε κρυφά… Μετά από μέρες, έφθασε στήν Αθήνα. Στην Αθήνα κατέλυσε στο σπίτι του θείου του, του Δημήτρη Κατσάρη, αρχιτέκτονος, στου Χαροκόπου, οδός Αριστείδου 78. Ο αδελφός του μόλις έμαθε την φυγή του απ’ το Κρίκελλο, έγινε έξω φρενών! Έθεσε σε κίνησι θεούς και δαίμονες να μάθη το κρησφύγετο… Οπότε μια μέρα ήρθε το μήνυμα, ότι ο αδελφός του έφθασε στην Αθήνα και μένει στο σπίτι του θείου του αρχιτέκτονα Δημήτρη Κατσάρη στου Χαροκόπου.
Δεν χάνει καιρό. Παίρνει την ταυτότητα του αδελφού του, βγάζει την φωτογραφία και μ’ ένα έγγραφο την στέλνει στην Αθήνα στο ΕΑΜ Καλλιθέας, γράφοντας: «Ο εικονιζόμενος σ’ αυτή την φωτογραφία ονομάζεται Κων/νος Πασοκοντονίκας, διαμένει εις την συνοικία Χαροκόπου, οδός Αριστείδου 78, είναι μόνιμος ανθυπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού και ακραιφνής φασίστας, ανήκων εις την οργάνωσι του ΕΔΕΣ. Διατέλεσε διοικητής λόχου εις την περιφέρειαν Άρτας, ο δε λόχος του διελύθη κατά την επίθεσι του ΕΛΑΣ εναντίον του ΕΔΕΣ. Να συλληφθή και να μεταφερθή συνοδεία στο Κρίκελλο Καρπενησιού. 15.12.1943. (Εκ του Αρχηγείου του ΕΛΑΣ) (Τ.Σ.)».
Η ΟΠΛΑ Καλλιθέας στην οποία και έφθασε το παραπάνω έγγραφο, ανέθεσε την όλη υπόθεσι στην κατάσκοπο Άννα Σταυρίδου, φανατική κομμουνίστρια και όργανο του ΕΑΜ Καλλιθέας. Η Σταυρίδου, δεν άργησε ν’ ανακαλύψη το θύμα της, βάσει των στοιχείων που είχε και το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου 1943, παραμονές Χριστουγέννων, κατορθώνει να παρασύρη τον Κώστα Πασοκοντονίκα, τον αγνόν αυτόν πατριώτη, μέχρι τις όχθες του Ιλισσού, προσφέροντάς του δήθεν τον έρωτά της. Εκεί, λοιπόν, στις χωματένιες όχθες του Ιλισσού, την ώρα που, η Άννα Σταυρίδου, έδινε στον Κώστα Πασοκοντονίκα το φιλί του Ιούδα, ένας αλήτης της ΟΠΛΑ, πίσω του, έμπηχνε το μαχαίρι στην πλάτη του άτυχου νέου. Την άλλη μέρα το πρωί, βρήκαν το πτώμα του άτυχου νέου πάνω στο ανάχωμα του Ιλισσού.
Στις 2 Ιουνίου 1948, ο Γεώργιος Πασοκοντονίκας συνελήφθη. Είχε αποφύγει ν’ αναμιχθή φανερά στο δεύτερο αντάρτικο. Κι έτσι, σαν υποψήφιος παπάς, διότι εν τω μεταξύ είχε φοιτήσει στην Ιερατική Σχολή Λαμίας, ανέλαβε κατ’ εντολήν των ανταρτών, ως δάσκαλος Κρικέλλου. Ερευνώντας ο στρατός την οροφή του σχολείου για τυχόν κρυμμένα όπλα, βρήκε ορισμένα χαρτιά κρυμμένα, μεταξύ των οποίων και έναν κατάλογο των αγοριών του σχολείου. Εις ερώτησιν του λοχαγού, τι σημαίνει ο κατάλογος αυτός, ο Πασοκοντονίκας απέφυγε ν’ απαντήση, ούτε προσεπάθησε να δικαιολογηθή. Κατόπιν τούτου, έσπευσαν να ερευνήσουν και το σπίτι του ως ύποπτο. Εκεί ανευρέθη ημερολόγιο της Κατοχής, γραμμένο απ’ τα ίδια του τα χέρια και στο οποίο ανεγράφοντο λεπτομερώς τα κατά την Κατοχήν διαπραχθέντα υπό του Βελουχιώτη και της ομάδος του εγκλήματα. Κυρίως όμως κατηγορήθη, ότι με τον ύποπτο κατάλογο των αρρένων μαθητών του σχολείου, προητοίμαζε το παιδομάζωμα, ένα απ’ τα μεγαλύτερα και σατανικώτερα εγκλήματα του αιώνος μας. Ο Γεώργιος Πασοκοντονίκας, κρατούμενος εις τας φύλακας της Λαμίας καταδικάζεται σε θάνατο την 10ην Ιουνίου 1948 και την 22 Ιουνίου στήθηκε μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο ατυχής Δημ. Κατσαντώνης, ένας αθώος χωρικός, ξένος και ανίδεος για όσα συνέβαιναν γύρω του, χωρίς ν’ αναμιχθή ούτε με αριστερούς, ούτε με δεξιούς, ήλθε απ’ το χωριό του μαζί με άλλους κατοίκους να παραλάβη τρόφιμα απ’ το Κρίκελλο. Το Κρίκελλο είχε ορισθή μεταπολεμικώς, κέντρο διανομής τροφίμων της «ΟΥΝΡΑ» δι’ ολόκληρο την νότιο Ευρυτανία και την ορεινή Ναυπακτία. Έτσι, ο άτυχος Κατσαντώνης βρέθηκε στο Κρίκελλο για να παραλάβη τα τρόφιμα και είχε ακόμα μεγαλύτερα ατυχία να πέση επάνω στον καπετάν Κορώζη.
— «Πώς λέγεσαι και από πού έρχεσαι;», τον ρωτάει ο Κορώζης.
— «Ονομάζομαι Μήτσος Κατσαντώνης κι ερχόμαστε απ’ την Αβόρανη Ναυπακτίας για να πάρουμε τα τρόφιμα».
— «Εδώ που ερχόσουνα, είδες χωροφύλακες στον δρόμο;», ερωτά πονηρά ο καπετάν Κορώζης.
Ο άτυχος Κατσαντώνης, αντικρύζοντας το αγριεμένο βλέμμα του αιμοβόρου Κορώζη και σαστισμένος απ’ την απροσδόκητη ερώτησι, φοβήθηκε να πη την αλήθεια: «Όχι», είπε, «δεν είδα πουθενά χωροφύλακες».
Τότε, αμέσως ο Κορώζης φώναξε μια γυναίκα από την παρέα του Κατσαντώνη και έκανε την ίδια ερώτησι. Η γυναίκα, μη γνωρίζουσα την συνέχεια και περισσότερο ειλικρινής, είπε: «Είδαμε πολλούς χωροφύλακες και στρατό στη ράχη “Καράβι”».
Η ειλικρινής απάντησις της γυναίκας απετέλεσε καταδικαστική απόφασι για τον χωριανό της και δυστυχισμένο Κατσαντώνη… Έτσι ο καπετάν Κορώζης, ο ακόρεστος αυτός τύπος, άνευ άλλης διατυπώσεως, το ίδιο εκείνο βράδυ, 25 Ιανουαρίου 1947, αφού τον έσυρε τον άτυχο Κατσαντώνη με δεμένα τα χέρια πίσω, τον εξετέλεσε μπροστά στην εκκλησία του Άη Νικόλα. Δυο μαχαιριές στην πλάτη την ώρα που ο άμοιρος Κατσαντώνης φώναζε: «Είμαι αθώος… Είμαι αθώος… Δεν έκανα τίποτε… Λυπήσου τα παιδάκια μου… Έχω πέντε παιδιά… Θα μείνουν ορφανά!».
Το άλλο πρωί, οι κάτοικοι Κρικέλλου βρήκαν το πτώμα του Κατσαντώνη μπροστά στον Άη Νικόλα, ριγμένο ανάσκελα, και μια χάρτινη ταμπέλλα, κρεμασμένη στο στήθος, έγραφε: «Έτσι τιμωρούνται οι προδότες!».
Απεφασίσθη σε κοινή σύσκεψι των καπεταναίων Μπελή και Ερμή, να επιστρατεύσουν, ή μάλλον να απαγάγουν διά της βίας από μέσα απ’ το Κρίκελλο, 25 κορίτσια. Επειδή όμως δεν θα ήταν εύκολο η σύλληψίς των, προεκρίθη η αρπαγή να γίνη από μέσα από την εκκλησία, την ώρα της Θείας Λειτουργίας. Και σαν τέτοια ημέρα ωρίσθη η 25η Μαρτίου 1948. Έλειπε όμως ο εκτελεστής του σχεδίου και έπρεπε να ευρεθή ένας για να εκτελέση το ατιμωτικό σχέδιο. Ως τοιούτος, λοιπόν, εκλήθη ο Νίκος Μπαλκούρας, ο πιο φανατικός κομμουνιστής για κείνη την εποχή. Ο Μπαλκούρας, ανέλαβε πρόθυμα να εξυπηρετήση τα άνομα και ξενόδουλα σχέδια των κομμουνιστών εις βάρος της τιμής και αξιοπρέπειας του χωριού του. Συνέταξε λοιπόν έναν κατάλογο της αρεσκείας του, με 25 ονόματα και πρασεπάθησε να συμπεριλάβη εις αυτόν κορίτσια 17—19 ετών.
Στις 25 Μαρτίου 1948, ώρα 9 το πρωί, ο Νίκος Μπαλκούρας, συνοδευόμενος από 5-6 αντάρτες, έφερε μια βόλτα τον Άγιο Νικόλαο και στάθηκε στη βορεινή πόρτα της εκκλησίας. Εκεί άφησε δυο σκοπούς κι αυτός πήγε στη δυτική πόρτα. Οι εκκλησιαζόμενοι επληροφορούντο ότι απαγορεύεται να φύγουν απ’ την άλλη πόρτα, αλλά μόνο απ’ αυτήν που διέταξε ο Μπαλκούρας. Έτσι, σε λίγο άρχισαν να βγαίνουν οι χριστιανοί και ο Μπαλκούρας απ’ τα είκοσι πέντε κορίτσια πού είχε γραμμένα στον κατάλογο, συνέλαβε στην είσοδο μονάχα τα εννέα. Τα άλλα απουσίαζαν. Γι’ αυτό, ο Μπαλκούρας για να μη χάση καιρό, έστειλε αμέσως τους αντάρτες του σε δυο ομάδες να συλλάβουν τα υπόλοιπα. Αλλά, απ’ την στιγμή που διαδόθηκε στο χωριό η είδησις, τα κορίτσια έσπευσαν να εξαφανισθούν από τα σπίτια τους, οπότε άρχισε άγριο κυνηγητό!
Προκειμένου νά συλληφθούν τα υπόλοιπα κορίτσια, ο Μπαλκούρας διέταξε να γίνουν δυο ομάδες ανταρτών εκ των οποίων η μία με «ξεναγό» τον Νικόλαο Σαρρή θα κατηυθύνετο προς τα «Κρετσέικα», και η άλλη με «ξεναγό» τον Επαμεινώνδα Μαστραπά προς την συνοικία «Λουκάς». Επί ολόκληρο εικοσιτετράωρο το χωριό εσπαράσσετο από τις κραυγές των συλλαμβανομένων κοριτσιών και τις κατάρες των μανάδων. Φυσικά, τα περισσότερα κορίτσια, ηρνούντο ν’ ακολουθήσουν τους δημίους των. Συρόμενα διά της βίας, προς τον τόπο συγκεντρώσεως, το δράμα μεγάλωνε με την επέμβασι των μανάδων. Ιδίως στο σπίτι της χήρας Μαρίας Βότζολου, όπου η πρώτη ομάς άρπαξε και τα δυο ορφανά κορίτσια της, τόσον η χήρα μητέρα, όσο και τα δυο ορφανά, αφού στην αρχή εξήντλησαν τις παρακλήσεις και τις ικεσίες, κλαίουσαι και οδυρόμεναι, ύστερα αγρίεψαν κι αυτές, δηλώνοντας τελεία άρνησι. Τότε οι αντάρτες χρησιμοποίησαν βία και έσυραν κυριολεκτικά τα δυο κορίτσια μέχρι του σχολείου…
(«Ο Άρης Βελουχιώτης και το ματωμένο Κρίκελλο» – Ασημάκης Γκιούσας)
https://www.pare-dose.net/4990?
ΕΒΡΑΙΟΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ
Στο πλευρό του Βελουχιώτη μάχεται και ο Γιώργος Πασοκοντονίκας, με μοναδικό σκοπό να συλλάβη τον αδελφό του Κώστα Πασοκοντονίκα, που πολεμούσε με τον λόχο του κατά των Γερμανών. Πράγματι, ανακαλύπτει τον λόχο του Κώστα Πασοκοντονίκα στην περιοχή της κοινότητος Βουλγαρελίσυ Άρτας, επιτίθεται εναντίον του και κατορθώνει όχι μόνο να τον διαλύση, αλλά και συλλαμβάνει μόνος του με τα χέρια του, ο ίδιος, τον αδελφό του. Τον αφοπλίζει, του ξηλώνει τα γαλόνια (ήταν υπολοχαγός), του αφαιρεί ακόμη την ταυτότητα και τα στρατιωτικά ρούχα, και έτσι γυμνόν τον στέλνει στο Κρίκελλο, συνοδεία δυο ανταρτών. Νικητής και τροπαιούχος πια ο Γιώργος Πασοκοντονίκας γυρίζει κι αυτός στο Κρίκελλο για ν’ αρχίση καινούργιος καυγάς, καθώς επέμενε να πείσει τον αδελφό του να ενταχθεί στον ΕΛΑΣ.
Την νύχτα της 2 του Νοέμβρη 1943, ο Κώστας Πασοκοντονίκας έφυγε κρυφά… Μετά από μέρες, έφθασε στήν Αθήνα. Στην Αθήνα κατέλυσε στο σπίτι του θείου του, του Δημήτρη Κατσάρη, αρχιτέκτονος, στου Χαροκόπου, οδός Αριστείδου 78. Ο αδελφός του μόλις έμαθε την φυγή του απ’ το Κρίκελλο, έγινε έξω φρενών! Έθεσε σε κίνησι θεούς και δαίμονες να μάθη το κρησφύγετο… Οπότε μια μέρα ήρθε το μήνυμα, ότι ο αδελφός του έφθασε στην Αθήνα και μένει στο σπίτι του θείου του αρχιτέκτονα Δημήτρη Κατσάρη στου Χαροκόπου.
Δεν χάνει καιρό. Παίρνει την ταυτότητα του αδελφού του, βγάζει την φωτογραφία και μ’ ένα έγγραφο την στέλνει στην Αθήνα στο ΕΑΜ Καλλιθέας, γράφοντας: «Ο εικονιζόμενος σ’ αυτή την φωτογραφία ονομάζεται Κων/νος Πασοκοντονίκας, διαμένει εις την συνοικία Χαροκόπου, οδός Αριστείδου 78, είναι μόνιμος ανθυπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού και ακραιφνής φασίστας, ανήκων εις την οργάνωσι του ΕΔΕΣ. Διατέλεσε διοικητής λόχου εις την περιφέρειαν Άρτας, ο δε λόχος του διελύθη κατά την επίθεσι του ΕΛΑΣ εναντίον του ΕΔΕΣ. Να συλληφθή και να μεταφερθή συνοδεία στο Κρίκελλο Καρπενησιού. 15.12.1943. (Εκ του Αρχηγείου του ΕΛΑΣ) (Τ.Σ.)».
Η ΟΠΛΑ Καλλιθέας στην οποία και έφθασε το παραπάνω έγγραφο, ανέθεσε την όλη υπόθεσι στην κατάσκοπο Άννα Σταυρίδου, φανατική κομμουνίστρια και όργανο του ΕΑΜ Καλλιθέας. Η Σταυρίδου, δεν άργησε ν’ ανακαλύψη το θύμα της, βάσει των στοιχείων που είχε και το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου 1943, παραμονές Χριστουγέννων, κατορθώνει να παρασύρη τον Κώστα Πασοκοντονίκα, τον αγνόν αυτόν πατριώτη, μέχρι τις όχθες του Ιλισσού, προσφέροντάς του δήθεν τον έρωτά της. Εκεί, λοιπόν, στις χωματένιες όχθες του Ιλισσού, την ώρα που, η Άννα Σταυρίδου, έδινε στον Κώστα Πασοκοντονίκα το φιλί του Ιούδα, ένας αλήτης της ΟΠΛΑ, πίσω του, έμπηχνε το μαχαίρι στην πλάτη του άτυχου νέου. Την άλλη μέρα το πρωί, βρήκαν το πτώμα του άτυχου νέου πάνω στο ανάχωμα του Ιλισσού.
Στις 2 Ιουνίου 1948, ο Γεώργιος Πασοκοντονίκας συνελήφθη. Είχε αποφύγει ν’ αναμιχθή φανερά στο δεύτερο αντάρτικο. Κι έτσι, σαν υποψήφιος παπάς, διότι εν τω μεταξύ είχε φοιτήσει στην Ιερατική Σχολή Λαμίας, ανέλαβε κατ’ εντολήν των ανταρτών, ως δάσκαλος Κρικέλλου. Ερευνώντας ο στρατός την οροφή του σχολείου για τυχόν κρυμμένα όπλα, βρήκε ορισμένα χαρτιά κρυμμένα, μεταξύ των οποίων και έναν κατάλογο των αγοριών του σχολείου. Εις ερώτησιν του λοχαγού, τι σημαίνει ο κατάλογος αυτός, ο Πασοκοντονίκας απέφυγε ν’ απαντήση, ούτε προσεπάθησε να δικαιολογηθή. Κατόπιν τούτου, έσπευσαν να ερευνήσουν και το σπίτι του ως ύποπτο. Εκεί ανευρέθη ημερολόγιο της Κατοχής, γραμμένο απ’ τα ίδια του τα χέρια και στο οποίο ανεγράφοντο λεπτομερώς τα κατά την Κατοχήν διαπραχθέντα υπό του Βελουχιώτη και της ομάδος του εγκλήματα. Κυρίως όμως κατηγορήθη, ότι με τον ύποπτο κατάλογο των αρρένων μαθητών του σχολείου, προητοίμαζε το παιδομάζωμα, ένα απ’ τα μεγαλύτερα και σατανικώτερα εγκλήματα του αιώνος μας. Ο Γεώργιος Πασοκοντονίκας, κρατούμενος εις τας φύλακας της Λαμίας καταδικάζεται σε θάνατο την 10ην Ιουνίου 1948 και την 22 Ιουνίου στήθηκε μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα.
***
Ο ατυχής Δημ. Κατσαντώνης, ένας αθώος χωρικός, ξένος και ανίδεος για όσα συνέβαιναν γύρω του, χωρίς ν’ αναμιχθή ούτε με αριστερούς, ούτε με δεξιούς, ήλθε απ’ το χωριό του μαζί με άλλους κατοίκους να παραλάβη τρόφιμα απ’ το Κρίκελλο. Το Κρίκελλο είχε ορισθή μεταπολεμικώς, κέντρο διανομής τροφίμων της «ΟΥΝΡΑ» δι’ ολόκληρο την νότιο Ευρυτανία και την ορεινή Ναυπακτία. Έτσι, ο άτυχος Κατσαντώνης βρέθηκε στο Κρίκελλο για να παραλάβη τα τρόφιμα και είχε ακόμα μεγαλύτερα ατυχία να πέση επάνω στον καπετάν Κορώζη.
— «Πώς λέγεσαι και από πού έρχεσαι;», τον ρωτάει ο Κορώζης.
— «Ονομάζομαι Μήτσος Κατσαντώνης κι ερχόμαστε απ’ την Αβόρανη Ναυπακτίας για να πάρουμε τα τρόφιμα».
— «Εδώ που ερχόσουνα, είδες χωροφύλακες στον δρόμο;», ερωτά πονηρά ο καπετάν Κορώζης.
Ο άτυχος Κατσαντώνης, αντικρύζοντας το αγριεμένο βλέμμα του αιμοβόρου Κορώζη και σαστισμένος απ’ την απροσδόκητη ερώτησι, φοβήθηκε να πη την αλήθεια: «Όχι», είπε, «δεν είδα πουθενά χωροφύλακες».
Τότε, αμέσως ο Κορώζης φώναξε μια γυναίκα από την παρέα του Κατσαντώνη και έκανε την ίδια ερώτησι. Η γυναίκα, μη γνωρίζουσα την συνέχεια και περισσότερο ειλικρινής, είπε: «Είδαμε πολλούς χωροφύλακες και στρατό στη ράχη “Καράβι”».
Η ειλικρινής απάντησις της γυναίκας απετέλεσε καταδικαστική απόφασι για τον χωριανό της και δυστυχισμένο Κατσαντώνη… Έτσι ο καπετάν Κορώζης, ο ακόρεστος αυτός τύπος, άνευ άλλης διατυπώσεως, το ίδιο εκείνο βράδυ, 25 Ιανουαρίου 1947, αφού τον έσυρε τον άτυχο Κατσαντώνη με δεμένα τα χέρια πίσω, τον εξετέλεσε μπροστά στην εκκλησία του Άη Νικόλα. Δυο μαχαιριές στην πλάτη την ώρα που ο άμοιρος Κατσαντώνης φώναζε: «Είμαι αθώος… Είμαι αθώος… Δεν έκανα τίποτε… Λυπήσου τα παιδάκια μου… Έχω πέντε παιδιά… Θα μείνουν ορφανά!».
Το άλλο πρωί, οι κάτοικοι Κρικέλλου βρήκαν το πτώμα του Κατσαντώνη μπροστά στον Άη Νικόλα, ριγμένο ανάσκελα, και μια χάρτινη ταμπέλλα, κρεμασμένη στο στήθος, έγραφε: «Έτσι τιμωρούνται οι προδότες!».
***
Απεφασίσθη σε κοινή σύσκεψι των καπεταναίων Μπελή και Ερμή, να επιστρατεύσουν, ή μάλλον να απαγάγουν διά της βίας από μέσα απ’ το Κρίκελλο, 25 κορίτσια. Επειδή όμως δεν θα ήταν εύκολο η σύλληψίς των, προεκρίθη η αρπαγή να γίνη από μέσα από την εκκλησία, την ώρα της Θείας Λειτουργίας. Και σαν τέτοια ημέρα ωρίσθη η 25η Μαρτίου 1948. Έλειπε όμως ο εκτελεστής του σχεδίου και έπρεπε να ευρεθή ένας για να εκτελέση το ατιμωτικό σχέδιο. Ως τοιούτος, λοιπόν, εκλήθη ο Νίκος Μπαλκούρας, ο πιο φανατικός κομμουνιστής για κείνη την εποχή. Ο Μπαλκούρας, ανέλαβε πρόθυμα να εξυπηρετήση τα άνομα και ξενόδουλα σχέδια των κομμουνιστών εις βάρος της τιμής και αξιοπρέπειας του χωριού του. Συνέταξε λοιπόν έναν κατάλογο της αρεσκείας του, με 25 ονόματα και πρασεπάθησε να συμπεριλάβη εις αυτόν κορίτσια 17—19 ετών.
Στις 25 Μαρτίου 1948, ώρα 9 το πρωί, ο Νίκος Μπαλκούρας, συνοδευόμενος από 5-6 αντάρτες, έφερε μια βόλτα τον Άγιο Νικόλαο και στάθηκε στη βορεινή πόρτα της εκκλησίας. Εκεί άφησε δυο σκοπούς κι αυτός πήγε στη δυτική πόρτα. Οι εκκλησιαζόμενοι επληροφορούντο ότι απαγορεύεται να φύγουν απ’ την άλλη πόρτα, αλλά μόνο απ’ αυτήν που διέταξε ο Μπαλκούρας. Έτσι, σε λίγο άρχισαν να βγαίνουν οι χριστιανοί και ο Μπαλκούρας απ’ τα είκοσι πέντε κορίτσια πού είχε γραμμένα στον κατάλογο, συνέλαβε στην είσοδο μονάχα τα εννέα. Τα άλλα απουσίαζαν. Γι’ αυτό, ο Μπαλκούρας για να μη χάση καιρό, έστειλε αμέσως τους αντάρτες του σε δυο ομάδες να συλλάβουν τα υπόλοιπα. Αλλά, απ’ την στιγμή που διαδόθηκε στο χωριό η είδησις, τα κορίτσια έσπευσαν να εξαφανισθούν από τα σπίτια τους, οπότε άρχισε άγριο κυνηγητό!
Προκειμένου νά συλληφθούν τα υπόλοιπα κορίτσια, ο Μπαλκούρας διέταξε να γίνουν δυο ομάδες ανταρτών εκ των οποίων η μία με «ξεναγό» τον Νικόλαο Σαρρή θα κατηυθύνετο προς τα «Κρετσέικα», και η άλλη με «ξεναγό» τον Επαμεινώνδα Μαστραπά προς την συνοικία «Λουκάς». Επί ολόκληρο εικοσιτετράωρο το χωριό εσπαράσσετο από τις κραυγές των συλλαμβανομένων κοριτσιών και τις κατάρες των μανάδων. Φυσικά, τα περισσότερα κορίτσια, ηρνούντο ν’ ακολουθήσουν τους δημίους των. Συρόμενα διά της βίας, προς τον τόπο συγκεντρώσεως, το δράμα μεγάλωνε με την επέμβασι των μανάδων. Ιδίως στο σπίτι της χήρας Μαρίας Βότζολου, όπου η πρώτη ομάς άρπαξε και τα δυο ορφανά κορίτσια της, τόσον η χήρα μητέρα, όσο και τα δυο ορφανά, αφού στην αρχή εξήντλησαν τις παρακλήσεις και τις ικεσίες, κλαίουσαι και οδυρόμεναι, ύστερα αγρίεψαν κι αυτές, δηλώνοντας τελεία άρνησι. Τότε οι αντάρτες χρησιμοποίησαν βία και έσυραν κυριολεκτικά τα δυο κορίτσια μέχρι του σχολείου…
(«Ο Άρης Βελουχιώτης και το ματωμένο Κρίκελλο» – Ασημάκης Γκιούσας)
https://www.pare-dose.net/4990?