NASA: Η Απάτη με τα δήθεν ταξείδια στο διάστημα συνεχίζεται... Διαγγελέας

Σχόλιο: Αυτός ο τενεκές από αλουμινόχαρτα έφτασε στους εξωτερικούς πλανήτες; Το διαστημικό σκάφος Voyager 1

Πώς τα Voyager της NASA έφτασαν στους εξωτερικούς πλανήτες και το διαστρικό διάστημα

Το 1958, ο Νόμος για την Εθνική Αεροναυτική και το Διάστημα οδήγησε στην ίδρυση της Εθνικής Υπηρεσίας Αεροναυτικής και Διαστήματος (National Aeronautics and Space Administration – NASA) των ΗΠΑ. Η ίδρυσή της έγινε την κατάλληλη στιγμή – όχι μόνο λόγω του Διαστημικού Αγώνα με τους Σοβιετικούς. Ένα αστρολογικό φαινόμενο θα λάμβανε χώρα μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, ένα γεγονός που συνέβαινε μία φορά κάθε 176 χρόνια. Το φαινόμενο αυτό ανακαλύφθηκε μόλις λίγα χρόνια μετά τη δημιουργία της NASA.

Τον Ιανουάριο του 1958, μερικούς μήνες πριν από τη δημιουργία της NASA, η Υπηρεσία Βαλλιστικών Πυραύλων του Στρατού (Army Ballistic Missile Agency-ABMA) των ΗΠΑ εκτόξευσε τον πρώτο αμερικανικής κατασκευής δορυφόρο σε τροχιά. Ο δορυφόρος, που ονομαζόταν Explorer 1, σχεδιάστηκε, κατασκευάστηκε και λειτούργησε από το Εργαστήριο Αεριωθούμενης Πρόωσης (Jet Propulsion Laboratory-JPL) με έδρα την Καλιφόρνια και διένυσε απόσταση 1.563 μιλίων. Περισσότεροι δορυφόροι Explorer εκτοξεύτηκαν το 1958, πριν από τη δημιουργία της NASA, και, ακόμη και μετά τη δημιουργία της, το JPL παρέμεινε ζωτικός εταίρος στην εξερεύνηση του διαστήματος.

Μια εκπληκτική ανακάλυψη

Το 1965, ενώ η NASA διεξήγαγε τις αποστολές Gemini για την εκτόξευση αστροναυτών στο διάστημα, ο Γκάρυ Φλάντρο, μεταπτυχιακός φοιτητής στο Caltech και ερευνητής αεροναυπηγικής μερικής απασχόλησης στο JPL, έκανε μαθηματικούς υπολογισμούς για το πώς θα μπορούσε να φτάσει στους πλανήτες Δία, Κρόνο, Ουρανό και Ποσειδώνα, στις εξωτερικές περιοχές του ηλιακού μας συστήματος.

«Το πρώτο βήμα ήταν να εξετάσω τη γεωμετρία του εξωτερικού ηλιακού συστήματος, οπότε έκανα προσεκτικά σχέδια που έδειχναν τις θέσεις των πλανητών σε συνάρτηση με τον χρόνο», δήλωσε ο Φλάντρο σε συνέντευξή του . «Αποφάσισα να μάθω πώς θα άλλαζαν οι θέσεις των πλανητών μέσα στα επόμενα δέκα έως τριάντα χρόνια. Προς μεγάλη μου έκπληξη, διαπίστωσα ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1970, όλοι οι εξωτερικοί πλανήτες θα βρίσκονταν στην ίδια πλευρά του ήλιου.»

Ο Φλάντρο συνειδητοποίησε ότι οι υπερπτήσεις προς αυτούς τους μεγάλους πλανήτες θα μπορούσαν να γίνουν με τη χρήση της «βαρυτικής υποβοήθησης». Η βαρυτική υποβοήθηση, η οποία παρατηρήθηκε από αστρονόμους των τελών του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα που μελετούσαν τις διαδρομές πτήσης των αστεροειδών, επιτρέπει σε ένα αντικείμενο να χρησιμοποιεί τη βαρυτική έλξη ενός πλανήτη για να επιταχύνει την προώθησή του σαν σφεντόνα. Εάν η NASA μπορούσε να εκτοξεύσει εγκαίρως έναν δορυφόρο, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη βαρυτική υποβοήθηση για να μεταβεί από πλανήτη σε πλανήτη και ενδεχομένως ακόμη και στο διαστρικό διάστημα – το διάστημα έξω από την ηλιόσφαιρα.

«Υπήρχε ελάχιστο ενδιαφέρον για τους εξωτερικούς πλανήτες», δήλωσε ο Φλάντρο, «κυρίως λόγω των μεγάλων αποστάσεων και των μεγάλων χρόνων πτήσης (Δίας 3-5 χρόνια, Κρόνος 10-12 χρόνια, Ουρανός 20-28 χρόνια, Ποσειδώνας 30-45 χρόνια) που απαιτούνται για τη ρομποτική εξερεύνηση. Εκείνη την εποχή, είχε αποδειχθεί δύσκολο να κατασκευαστούν αξιόπιστα διαστημόπλοια που θα μπορούσαν να επιβιώσουν περισσότερο από ένα ή δύο χρόνια στο διαστημικό περιβάλλον.»

Το 1967, η NASA ξεκίνησε τις αποστολές Apollo και το καλοκαίρι του 1969, με το Apollo 11, η NASA έστειλε τον άνθρωπο στο φεγγάρι. Παρόλο που η πρωταρχική εστίαση ήταν το φεγγάρι και οι εσωτερικοί πλανήτες του ηλιακού συστήματος – ο Ερμής, η Αφροδίτη και ο Άρης – η NASA είχε ενδιαφέρον, έστω και «πενιχρό», για την εξερεύνηση πέραν του Άρη. Η NASA άρχισε να διαμορφώνει τα προγράμματα Pioneer 10 και 11 το 1964 και το 1969 αντίστοιχα , ωστόσο σοβαροί δημοσιονομικοί περιορισμοί ανέστειλαν οποιαδήποτε σημαντική εξέλιξη μέχρι την επόμενη δεκαετία.
Pioneer και Mariner Jupiter/Saturn

Το Pioneer 10 καρποφόρησε τελικά στις 2 Μαρτίου 1972, όταν ο 258 κιλών πυρηνικός δορυφόρος ξεκίνησε για να γίνει το πρώτο ρομποτικό διαστημόπλοιο που θα έφευγε από το ηλιακό σύστημα και θα έφτανε στο διαστρικό διάστημα. Ήταν το πρώτο διαστημικό σκάφος που πέρασε από τον Άρη, πέταξε μέσα από την κύρια ζώνη αστεροειδών, πέρασε από τον Δία και στη συνέχεια από τον Ποσειδώνα, κάτι που κατάφερε σε λιγότερο από 12 χρόνια. Ο λόγος για τον οποίο ο δορυφόρος μπόρεσε να φτάσει και να ξεπεράσει τον Ποσειδώνα τόσο γρήγορα ήταν επειδή ήταν επίσης το πρώτο διαστημικό σκάφος που αξιοποίησε τη «βαρυτική υποβοήθηση», χρησιμοποιώντας τη βαρυτική έλξη του Δία. Επιπλέον, αυτό το διαστημικό σκάφος, το οποίο είχε σχεδιαστεί για μια αποστολή 21 μηνών, διήρκεσε περισσότερα από 30 χρόνια, με το τελευταίο του σήμα να στέλνεται στις 23 Ιανουαρίου 2003, από απόσταση 12,2 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων.

Περίπου εννέα μήνες μετά την εκτόξευση του Pioneer 10 το 1972, μια ομάδα επιστημόνων και μηχανικών συναντήθηκε στο Jet Propulsion Laboratory στην Πασαντένα της Καλιφόρνια. Αυτή η ομάδα καθοδήγησης σχηματίστηκε προκειμένου να αναπτύξει μια νέα αποστολή με την ονομασία Mariner Jupiter/Saturn 1977 (MJS ’77) με σκοπό να πραγματοποιήσει τον «μεγάλο γύρο» των τεσσάρων πλανητών. Ο λόγος για αυτό το πενταετές πλάνο ήταν ότι το 1977, σύμφωνα με τους μαθηματικούς υπολογισμούς του Φλάντρο, οι εξωτερικοί πλανήτες θα βρίσκονταν όλοι στην ίδια πλευρά του ήλιου.

Προετοιμασία των Voyager

Στη NASA διατέθηκαν 865 εκατομμύρια δολάρια (περίπου 6,5 δισεκατομμύρια δολάρια σήμερα) για την πραγματοποίηση της αποστολής MJS. Μέχρι να ολοκληρωθεί η διαστημοσυσκευή για το MJS ’77, υπήρχαν δύο πυρηνικά τροφοδοτούμενα διαστημόπλοια, το καθένα περίπου τριπλάσιο σε μάζα από τα Pioneer 10 και 11. Τον Μάρτιο του 1977, το όνομα της αποστολής MJS ’77 άλλαξε σε Voyager και τα δύο διαστημόπλοια μετονομάστηκαν για να αντικατοπτρίζουν την αλλαγή: Voyager 1 και Voyager 2. «Ο στόχος του Voyager 2, το οποίο είχε προγραμματιστεί να εκτοξευθεί πρώτο, ήταν να πραγματοποιήσει διελεύσεις από τον Δία και τον Κρόνο, αλλά και από τον Ουρανό και τον Ποσειδώνα, προτού συνεχίσει στο διαστρικό διάστημα. Το Voyager 1, το οποίο είχε τοποθετηθεί σε συντομότερη τροχιά προς το διαστρικό διάστημα και επομένως θα προσπερνούσε το Voyager 2 (γι’ αυτό και ονομάστηκε Voyager 1), ανέλαβε να πραγματοποιήσει υπερπτήσεις από τον Δία και τον Κρόνου πριν εξέλθει από το ηλιακό σύστημα.

Σε κάθε ένα από αυτά τα διαστημόπλοια υπήρχαν δύο κάμερες Vidicon, η μία με φακό εστιακού μήκους 200 χιλιοστών και η άλλη με φακό 1.500 χιλιοστών. Αυτές οι κάμερες που έμοιαζαν με σωλήνες ήταν ικανές να καταγράφουν «απόψεις και στη συνέχεια να τις μετατρέπουν σε τηλεοπτικά σήματα που θα μπορούσαν να μεταδοθούν από την τροχιά σε επίγειους σταθμούς». Τα διαστημόπλοια Voyager 1 και 2, καθώς και όλα τα άλλα διαστημόπλοια της NASA, είχαν πρόσβαση στο μεγαλύτερο και ισχυρότερο σύστημα τηλεπικοινωνιακού δικτύου στον κόσμο: Το Deep Space Network («Δίκτυο Βαθέως Διαστήματος») της NASA.

Εκκίνηση των Voyager

Στις 20 Αυγούστου 1977, το Voyager 2 εκτοξεύτηκε από το Ακρωτήριο Κανάβεραλ, ακολουθούμενο από το Voyager 1 στις 5 Σεπτεμβρίου. Οι προσδοκίες για αυτή η εξερευνητική αποστολή ήταν πολύ υψηλές . Καθώς τα διαστημόπλοια, τα οποία πετούσαν με ταχύτητες που ξεπερνούσαν τα 38.000 μίλια την ώρα, θα ταξίδευαν σε αχαρτογράφητες περιοχές του ηλιακού συστήματος, οι επιστήμονες δεν ήξεραν τι να περιμένουν. Στα χρόνια που θα ακολουθούσαν, οι ανακαλύψεις θα ήταν πρωτοποριακές.

Μαζί με τη συλλογή «μαγνητικών, ατμοσφαιρικών, σεληνιακών και άλλων δεδομένων», τα Voyager συνάντησαν τον Δία και τα φεγγάρια του – την Αμάλθεια, την Καλλιστώ, την Ευρώπη, τον Γανυμήδη και την Ιώ (με τα άγνωστα μέχρι τότε ενεργά ηφαίστεια) – και ανακάλυψαν δύο νέα φεγγάρια, τη Μέτη και τη Θήβα. Ανακαλύφθηκε ένας αμυδρός δακτύλιος γύρω από τον Δία και εντοπίστηκαν σημαντικές ατμοσφαιρικές αλλαγές (κάτι που δεν είχαν δείξει τα Pioneer 10 και 11). Ανακάλυψαν πέντε νέα φεγγάρια γύρω από τον Κρόνο και παρείχαν νέες πληροφορίες για τον δακτύλιο του πλανήτη.

Από τον Κρόνο, τα Voyager 1 και 2 πήραν δύο εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις. Το Voyager 2 στράφηκε προς τον Ουρανό και τον Ποσειδώνα. Στον Ουρανό, ανακάλυψε 10 νέα φεγγάρια, στα οποία δόθηκαν σαιξπηρικά ονόματα. Στις 25 Αυγούστου 1989, έχοντας καλύψει 6,9 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα, το Voyager 2 έφτασε στον Ποσειδώνα, όπου ανακάλυψε έξι νέα φεγγάρια και τέσσερεις νέους δακτυλίους. Κατέγραψε εικόνες από το μεγαλύτερο φεγγάρι του Ποσειδώνα, τον Τρίτωνα – «το ψυχρότερο γνωστό πλανητικό σώμα στο ηλιακό σύστημα». Μετά από 12 χρόνια, το Voyager 2 είχε επισήμως ολοκληρώσει τον «μεγάλο γύρο» των εξωτερικών περιοχών. Μετά από περίπου 56 εκατομμύρια χιλιόμετρα έξω από το ηλιακό σύστημα, η NASA έθεσε το διαστημόπλοιο σε «λειτουργία χαμηλής ισχύος για εξοικονόμηση ενέργειας».

Ήταν πλέον καιρός για το διαστρικό διάστημα, με αποτέλεσμα η NASA να αλλάξει το όνομα του προγράμματος σε Voyager Interstellar Mission.

Γενικά, «τα δύο Voyager τράβηξαν πάνω από 100.000 εικόνες των εξωτερικών πλανητών, δακτυλίων και δορυφόρων, καθώς και εκατομμύρια μαγνητικές μετρήσεις, χημικά φάσματα και μετρήσεις ακτινοβολίας».

«Ένα οικογενειακό πορτραίτο»

Από αυτές τις εικόνες, μία που λήφθηκε από το Voyager 1 έχει γίνει, αναμφισβήτητα, η πιο διάσημη.

Η Ομάδα Απεικόνισης του Voyager, η οποία επέλεξε τις κάμερες Vidicon και ήταν υπεύθυνη για την οπτική απεικόνιση του προγράμματος, αποτελούνταν από πολλές κορυφαίες αστρονομικές φωνές. Ένας από τους συμμετέχοντας, ο Καρλ Σέιγκαν, με πολλές τηλεοπτικές εμφανίσεις και τη βραβευμένη με Peabody Award σειρά του PBS «Cosmos» στο ενεργητικό του, ήταν ήδη γνωστός στο ευρύ κοινό. Όταν το Voyager 1 είχε ολοκληρώσει την πτήση του γύρω από τον Ποσειδώνα, υπέβαλε ένα αίτημα: ήθελε το διαστημόπλοιο να τραβήξει ένα «οικογενειακό πορτραίτο».

Χρειάστηκαν τρεις ώρες για να ζεσταθεί η κάμερα Vidicon του διαστημοπλοίου και μέχρι τότε το σκάφος απείχε σχεδόν 4 δισεκατομμύρια μίλια από τον ήλιο. Κατά τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας στην ιστορία, στις 14 Φεβρουαρίου 1990, το Voyager 1 τράβηξε φωτογραφίες του Ποσειδώνα, του Ουρανού, του Κρόνου, της Αφροδίτης, της Γης και του Δία. Θα χρειάζονταν περίπου δύο μήνες για να σταλούν αυτές οι εικόνες στη Γη μέσω του Deep Space Network. Όταν οι εικόνες τυπώθηκαν, μία από αυτές ήταν ακριβώς όπως είχε προβλέψει ο Σέιγκαν: μια «ωχρή μπλε κουκκίδα».

Χάρη σε αυτόν, η εικόνα της Γης από δισεκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά έγινε παγκοσμίως γνωστή. Συχνά εξέθετε τη φωτογραφία κατά τη διάρκεια των ομιλιών του και, το 1994, εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο «Pale Blue Dot» («Ωχρή κυανή κουκκίδα»).

Αυτή η έγχρωμη εικόνα της Γης σε στενή γωνία, που ονομάστηκε «Ωχρή κυανή κουκκίδα», αποτελεί μέρος του πρώτου «πορτραίτου» του ηλιακού συστήματος που τραβήχτηκε από το Voyager 1. Από απόσταση μεγαλύτερη των 6,4 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων, η Γη είναι ένα μικρό φωτεινό σημείο, στο κέντρο της δεξιάς ακτίνας φωτός. (Public Domain)

Στο βιβλίο του έγραφε: «Έχει ειπωθεί ότι η αστρονομία είναι μια ταπεινωτική και δημιουργική εμπειρία. Δεν υπάρχει ίσως καλύτερη απόδειξη της ανοησίας των ανθρώπινων πεποιθήσεων από αυτή τη μακρινή εικόνα του μικροσκοπικού μας κόσμου. Για εμένα, υπογραμμίζει την ευθύνη μας να φερθούμε πιο ευγενικά ο ένας στον άλλον και να διατηρήσουμε και να αγαπήσουμε την ‘ωχρή κυανή κουκκίδα’, το μοναδικό σπίτι που γνωρίσαμε ποτέ».

Στα επόμενα 35 χρόνια, τα Voyager 1 και 2 διέσχισαν δισεκατομμύρια μίλια, πηγαίνοντας όλο και μακριά από τη Γη, από όπου ο πλανήτης μας φαινόταν σαν μια ακόμη μικρότερη, αν όχι αόρατη, «κουκκίδα». Και τα δύο διαστημόπλοια βρίσκονται τώρα μακρύτερα από οποιοδήποτε ανθρώπινο αντικείμενο, κατευνόμενα προς το διαστρικό διάστημα (το Pioneer 10 βρίσκεται ήδη στο διαστρικό διάστημα και το Pioneer 11 θα φτάσει στο διαστρικό διάστημα το 2027).

Μένει να δούμε πόσο μακριά στο διάστημα θα φτάσουν τα Voyager 1 και 2 και για πόσο καιρό θα παραμείνουν σε επικοινωνία με τη Γη. Ανεξάρτητα από αυτό, το επίτευγμα της NASA και της JPL, το 1977, παραμένει εντυπωσιακό, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι οφείλεται σε σχετικά λίγους ανθρώπους που συνεργάστηκαν για μια «ωχρή κυανή κουκκίδα».

Του Dustin Bass
https://theepochtimes.gr/pos-ta-voyager-tis-nasa-eftasan-stous-exoterikou/

Σχόλια