18 Σεπ 1914 Η εκτέλεση των Μανιατών οπλαρχηγών Αντώνη Λεοντακιανάκου και Γεωργίου Στεφανάκου στο Βεράτι Αλβανίας.

Ο Αλβανός Διοικητής παρέδωσε άνευ όρων την πόλη στον Αυτονομιακό Στρατό. Μετά από λίγες ώρες έφτασε και το Απόσπασμα με επικεφαλής το Λοχαγό Λεοντοκιανάκο. Το Βεράτι είχε σκεπαστεί από χιλιάδες ελληνικές σημαίες και όλοι οι Έλληνες κάτοικοι είχαν συγκεντρωθεί στην είσοδο και τους δρόμους για να υποδεχθούν τους στρατιώτες

Ο Λεοντοκιανάκος επέτρεψε στους Αλβανούς αξιωματικούς να φέρουν τα ξίφη τους, ενώ η αλβανική χωροφυλακή αφοπλίστηκε, αλλά παρέμεινε στις θέσεις της. Οι φυλακισμένοι για πολιτικά αδικήματα και όλοι οι Έλληνες μετά από διαταγή αποφυλακίστηκαν και τέλος για την εδραίωση της τάξης πάρθηκαν όλα τα αναγκαία μέτρα και κηρύχθηκε ο στρατιωτικός νόμος.

Στον Στρατιωτικό και Πολιτικό Αρχηγό Κολώνιας – Πρεμετής Θεόδωρο Μαντούβαλο εστάλη τηλεγράφημα που πληροφορούσε για την κατάληψη του Βερατίου και ζητούνταν ενισχύσεις άμεσα. 

Η Κυβέρνηση της Αυτονόμου Ηπείρου πληροφορηθείσα τα γεγονότα και δεσμευμένη από προηγηθείσες σχετικές συμφωνίες αποστέλλει το επείγον τηλεγράφημα προς τον Μαντούβαλο:

  • «Εγκαταλείψατε Βεράτιον, ύψιστα εθνικά συμφέροντα καταστρέφονται. Γ. Ζωγράφος – Δ. Δούλης».

Τα πράγματα αρχίζουν σύντομα να μεταβάλλονται. Πριν κοπάσουν οι πανηγυρισμοί με τηλεγράφημα από Έλληνες του Δυρραχίου γίνεται γνωστό ότι πάνω από 2000 Αλβανοί στρατιώτες κατευθύνονται προς το Βεράτι υπό την αρχηγία του Συνταγματάρχη Μουσά Κιαζήμ.

Ο Υπολοχαγός Δρέλλιας με εντολή του Λεοντοκιανάκου κινήθηκε προς τα νότια για να βρει τα υπόλοιπα Αυτονομιακά Σώματα προς ενίσχυση και στις 16 Σεπτεμβρίου συνάντησε τον Ταγματάρχη Τσίπουρα, ο οποίος του μεταβίβασε ότι μετά από εντολή της Ελληνικής Κυβέρνησης ο Ελληνικός Στρατός ανακαταλαμβάνει τη Βόρειο Ήπειρο, δίνοντας του τη διαταγή να ειδοποιήσει όσους βρίσκονταν στο Βεράτι να επιστρέψουν στις θέσεις τους.

Τότε το Απόσπασμα Λεοντοκιανάκου βγήκε από το Βεράτι για να αντιμετωπίσει τις αλβανικές δυνάμεις που έρχονταν από το Δυρράχιο. Μόλις έφτασαν στη γέφυρα Χασάν Μπέουτ και πριν προλάβουν να εγκατασταθούν εμφανίστηκαν οι Αλβανοί που άρχισαν να βάλουν κατά των Αυτονομιακών οι οποίοι έσπευσαν να λάβουν γρήγορα πρόχειρες θέσεις άμυνας.

Η μάχη που ακολούθησε ήταν άνιση και απεγνωσμένη. Ο εχθρός διέθετε πολύ περισσότερες δυνάμεις (αναλογία 12 προς 1), πολυβόλα, πυροβολικό και άφθονα πυρομαχικά. Οι Αλβανοί εκμεταλλεύτηκαν το πυροβολικό τους και αποδεκάτισαν τους Αυτονομιακούς οι οποίοι παρόλα αυτά απέκρουσαν όσες επιθέσεις γίνονταν για να εκτοπιστούν από τις θέσεις τους. Οι απώλειες ήταν μεγάλες και για τις δύο πλευρές. Ο Λεοντοκιανάκος σε κάποια στιγμή διέταξε τις σάλπιγγες να σημάνουν έφοδο στις γραμμές των κατάπληκτων Αλβανών. Οι εχθρικές γραμμές κλονίστηκαν και άρχισαν να οπισθοχωρούν.

Τα πολυβόλα τους αχρηστεύτηκαν και τρία από αυτά έπεσαν στα χέρια των Αυτονομιακών οι οποίοι έμειναν όμως με 70 άνδρες. Οι μόνοι επικεφαλής που ζούσαν ακόμα ήταν ο Λεοντοκιανάκος και ο Γαλάνης οι οποίοι οργάνωσαν τη μεταφορά των τραυματιών και την υποχώρηση στο Βεράτι. 

Οι Αλβανοί είχαν περίπου 400 νεκρούς. Την επομένη, 17 Σεπτεμβρίου, ο Λοχαγός Λεοντοκιανάκος με τον ξάδερφο του Γεώργιο Στεφανάκο εγκατέστησαν φυλάκια προς την κατεύθυνση του εχθρού ο οποίος επιτέθηκε την αυγή από πολλά σημεία συγχρόνως. Οι Αυτονομιακοί προσπάθησαν να διασπάσουν τον κλοιό με ηρωική έξοδο. Ελάχιστοι όμως το κατόρθωσαν. Συνελήφθησαν αιχμάλωτοι 25 άνδρες, μεταξύ των οποίων οι Λεοντοκιανάκος και Στεφανάκος. Από τους τραυματίες δεν επέζησε κανείς.

Στις 18 Σεπτεμβρίου επέρχεται το τέλος και των δύο αυτών όντως ηρώων, τους οποίους αφού περιήγαγαν οι δήμιοι με χλευασμούς και βασανιστήρια ανά την πόλη, τους έστησαν στα εδώλια της εκτελέσεως στην πλατεία. Πρώτα εκτέλεσαν δια ριπών πολυβόλου τον Γεώργιο Στεφανάκο τον οποίον εκπνέοντα ασπάζεται ο Λεοντοκιανάκος για να ακολουθήσει ο παρακάτω διάλογος: -Μουσά Κιαζήμ: Εάν ζητωκραυγάσεις υπέρ της Αλβανίας θα σου χαρίσω τη ζωή. -Αντώνης Λεοντοκιανάκος: Εάν εκ τούτου εξαρτάται η ζωή μου, φωνάζω με όλη μου τη δύναμη «ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΣ»! και εξέπνευσε επαναλαμβάνοντας τα τελευταία αυτά λόγια, δεχόμενος τις σφαίρες από το πιστόλι του Κιαζήμ και τις μαχαιριές ενός άγριου Αλβανού δημίου του.

Την ίδια τύχη αλλά δι’ απαγχονισμού είχε και ο κατ’ εξοχήν ανθρωπιστής και πατριώτης ιατρός Καϊάνας καθώς και άλλοι, που εξετέθησαν στην υποδοχή των τολμηρών Αυτονομιακών.

Έτσι ήθελησε ο εθνομάρτυς Αντώνιος Λεωντακιανάκος. Τα σώματα των δύο ηρώων μεταφέρθηκαν από χριστιανούς και θάφτηκαν στη θύρα του ελληνικού σχολείου του Βερατίου όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα, για να δείχνουν στους νέους του Βερατίου την ανδρεία των δύο Ελλήνων.

Το ηρωικό αυτό ολοκαύτωμα δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από άλλα ανάλογα της ελληνικής ιστορίας, τα οποία πρέπει να προβάλλονται ως πρότυπα ηρωισμού αυτοθυσίας για κάθε υψηλό ιδεώδες και δη για την Πατρίδα. 

Ο Λεοντοκιανάκος και οι Στρατιώτες του στέκονται επάξια μαζί με τον Λεωνίδα και τους 300 του και όσους εθελοντές ήρωες ακολούθησαν σε αντίστοιχες ηρωικές πράξεις.

https://x.com/NAppelaios/status/1970172903338746308