Μια Αυτοκρατορία χωρίς στρατιωτική στρατηγική
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι πλέον το «απαραίτητο έθνος» παρά μόνο στους λόγους του προέδρου Ομπάμα.
Ο πρόεδρος Ομπάμα ανάλυσε τη στρατιωτική στρατηγική του στο Ουέστ Πόιντ (West Point). Στην ομιλία του, επανέλαβε τη στρατιωτική παντοδυναμία των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ οι τελευταίες είναι τεχνικά παρωχημένες τόσο από τη Ρωσία όσο και από τη Κίνα. Ανίκανος να αντιμετωπίσει τη Μόσχα, σιώπησε για την απώλεια της Κριμαίας και προτίμησε να ορίσει τον μόνο εχθρό που αξίζει: τη τρομοκρατία. Ενώ στρατόπεδα της αλ-Κάιντα βρίσκονται σε χώρες υπό κατοχή του ΝΑΤΟ ή μελών του ΝΑΤΟ, ανακοίνωσε ένα ευρύ πρόγραμμα για την καταπολέμησή της. Τέλος, επανέλαβε την υποστήριξή του υπέρ της «συριακής αντιπολίτευσης» και υποσχέθηκε ότι δεν θα παραλείψει να της φέρει βοήθεια... όταν θα καταφέρει να πάρει την έγκριση του Κογκρέσου.
Ο Πρόεδρος Ομπάμα εκφώνησε στις 28 Μαΐου, έναν σημαντικό λόγο αναλύοντας το στρατηγικό δόγμα του με την ευκαιρία της αποφοίτησης των Δοκίμων της Στρατιωτικής Ακαδημίας του Ουέστ Πόιντ [1].
Χωρίς έκπληξη, ο Πρόεδρος υπενθύμισε ότι ο ίδιος κράτησε την υπόσχεσή του να επαναπατριστούν τα στρατεύματα που είχαν αναπτυχθεί στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, και ότι κατάφερε να εξαλείψει τον Οσάμα Μπιν Λάντεν. Αλλά αυτά που παρουσίασε ως δήθεν εγκωμιαστικό απολογισμό, δεν ισχύουν: οι GI’s επέστρεψαν εξαντλημένοι από το Αφγανιστάν και εγκατέλειψαν το Ιράκ πριν να τους απελάσει η λαϊκή αντίσταση. Το υπέρογκο κόστος αυτών των εκστρατειών -πάνω από 1.000 δις. Δολάρια- εμπόδισε το Πεντάγωνο να διατηρήσει το οπλοστάσιό του. Όσον αφορά το θάνατο του Μπιν Λάντεν, δεν είναι παρά ένα παιδικό παραμύθι: ο Οσάμα Μπιν Λάντεν δεν είχε καμία σχέση με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, πέθανε από ασθένεια και θάφτηκε το Δεκέμβριο του 2001, όπως το έχει πιστοποιήσει η βρετανική MI6 [2].
Δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει την αμερικανική ικανότητα να συνεχίσει την αφήγηση μιας φανταστικής πραγματικότητας, η οποία έχει διαψευστεί με αδιάσειστα στοιχεία, και τη πάντα πιστή αφήγηση των ατλαντικών μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Στην ομιλία του, ο πρόεδρος περιέγραψε τη χώρα του ως «απαραίτητο έθνος», το ισχυρότερο τόσο στρατιωτικά όσο και οικονομικά. Όμως, ούτε ο ένας από τους δυο ισχυρισμούς δεν ισχύει πλέον.
Στις 14 Μαΐου, ο Στρατηγός Μάρτιν Ντεμπσέι (Martin Dempsey), πρόεδρος των Αρχηγών των Γενικών Επιτελείων, αναγνώρισε ενώπιον του Atlantic Council ότι οι ένοπλες δυνάμεις του σίγουρα θα ξεπεραστούν εντός της δεκαετίας, αν δεν εφαρμοστεί αμέσως μια τεράστια προσπάθεια εκσυγχρονισμού [3], μια απίθανη προσπάθεια μετά τους δημοσιονομικούς περιορισμούς. Το Πεντάγωνο παρατηρεί ότι η καθυστέρηση στο τομέα της στρατιωτικής έρευνας είναι μάλλον μη αναστρέψιμη. Οι στρατιωτικές τεχνολογίες κορυφής της Ρωσίας και της Κίνας είναι σήμερα πιο προχωρημένες από εκείνες των Ηνωμένων Πολιτειών.
Παρά είναι αργά για να καλυφθεί η διαφορά. Η φαινομενική ανωτερότητα της Ουάσιγκτον στέκει μόνο επειδή τα στρατεύματα της είναι τα μοναδικά που έχουν αναπτυχθεί σε όλο τον κόσμο. Υφίσταται επομένως σε ορισμένα θέατρα επιχειρήσεων, αλλά όχι εναντίον της Ρωσίας, ούτε έναντι της Κίνας, οι οποίες θα νικούσαν σε περίπτωση Παγκοσμίου Πολέμου.
Όσον αφορά την οικονομία, η πλειοψηφία των καταναλωτικών αγαθών που καταναλώνονται στις ΗΠΑ κατασκευάζονται στην Κίνα.
Με αυτή τη φαντασμαγορική βάση, σύμφωνα με την έκφραση της Washington Post , που αναφέρεται μόνο στη σχετική στρατιωτική αδυναμία των Ηνωμένων Πολιτειών [4], ο Πρόεδρος Ομπάμα ανακοίνωσε ότι η χώρα του δεν θα διστάσει να παρέμβει στο εξωτερικό, όταν θίγονται άμεσα συμφέροντά της , αλλά θα καταφύγει σε διεθνείς συμμαχίες για να διαχειριστεί πιο απομακρυσμένα προβλήματα. Δήλωσε ότι, σε αντίθεση με τη περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, η Ρωσία δεν αντιπροσωπεύει πλέον άμεσο κίνδυνο, αλλά ότι ο κύριος εχθρός είναι η τρομοκρατία.
Συνεπώς, καμιά σημασία δεν έχει η προσχώρηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία. Η Ουάσιγκτον δεν θα πολεμήσει για κάτι που παρουσιάζει κατά τα άλλα ως «προσάρτηση» που παραβιάζει σοβαρά το διεθνές δίκαιο, μη διστάζοντας να συγκρίνει τον Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν με τον Αδόλφο Χίτλερ.
Προπαντός, στο τέλος του 13-χρόνου «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», η Ουάσιγκτον ισχυρίζεται ότι έχει εξαλείψει τους μερικούς φανατικούς που συνέθεταν τη διεθνή ηγεσία της Αλ Κάιντα, αλλά πρέπει από τώρα και στο εξής να αντιμετωπίσει ένα πιο σοβαρό πρόβλημα: τις πάρα πολλές ομάδες συνδεδεμένες με την Αλ-Κάιντα οι οποίες διαμορφώθηκαν σχεδόν παντού στον κόσμο.
Αυτός ο «πόλεμος χωρίς τέλος» έχει το πλεονέκτημα ότι επιτρέπονται τα πάντα. Παρουσιάζοντας την ίδια να είναι σε αυτοάμυνα από το 2001, η Ουάσιγκτον δίνει στον εαυτό της το δικαίωμα να παραβιάζει την κυριαρχία των άλλων κρατών προκειμένου να απαγάγει ή να βομβαρδίσει όποιον γουστάρει, και όταν το γουστάρει. Για να συνεχίσει αυτόν τον πόλεμο, ο Πρόεδρος Ομπάμα ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός «Ταμείου εταιρικής σχέσης κατά της τρομοκρατίας», με προϋπολογισμό 5 δις. δολάρια. Θα έχει ως στόχο να εκπαιδεύσει τις υπηρεσίες ασφάλειας των σύμμαχων κρατών.
Ποιος μπορεί να πιστέψει σε ένα τέτοιο πρόγραμμα;
Σήμερα, οι τρομοκράτες εκπαιδεύονται σε μόνιμα στρατόπεδα της Αλ Κάιντα, που βρίσκονται στη λιβυκή έρημο, χώρα που κατέχεται από το ΝΑΤΟ. Ενώ τρία άλλα στρατόπεδα της Αλ Κάιντα είναι εγκατεστημένα στη Şanlıurfa, Osmaniye και Karaman, στη Τουρκία, χώρα μέλος του ΝΑΤΟ [5].
Οι Σύροι θυμούνται τις τηλεοπτικές ομολογίες εκείνου του Εμίρη του Μετώπου Al-Nosra (παρακλάδι της Αλ Κάιντα), ο οποίος μετέφερε χημικούς πυραύλους από μια τουρκική στρατιωτική βάση μέχρι τη Γκούτα της Δαμασκού. Σύμφωνα, όχι μόνο τα όπλα του παραδόθηκαν από το στρατό χώρας μέλους του ΝΑΤΟ, αλλά ότι η διαταγή να τα χρησιμοποιήσει με «ψευδή σημαία (false flag)» για να δικαιολογηθεί ο βομβαρδισμός της Συρίας από τις ΗΠΑ, του ήρθε από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
13 χρόνια μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, ποιός μπορεί ακόμα να πιστεύει ότι η Αλ Κάιντα είναι ο κύριος εχθρός του «απαραίτητου έθνους», ενώ ο ίδιος ο Μπαράκ Ομπάμα περιέγραψε τα στοιχεία που συνδέονται με την Αλ Κάιντα ως «λιγότερο ικανά» σε σύγκριση με τη μητρική τους οργάνωση, στην ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας, στις 28 Μαΐου 2013; [6]. Δήλωνε τότε ότι ο κίνδυνος είχε γίνει σχετικός και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έπρεπε πλέον να τον θεωρήσουν ως προτεραιότητά τους.
Σχετικά με τη Συρία, ο Πρόεδρος Ομπάμα συνέχισε στο Ουέστ Πόιντ δηλώνοντας ότι πρέπει να «βοηθήσει τον συριακό λαό να αντισταθεί σε έναν δικτάτορα, ο οποίος βομβαρδίζει και λιμοκτονεί τον λαό του» (sic). Για αυτό το λόγο, η Ουάσινγκτον θα βοηθήσει «εκείνους που μάχονται για το δικαίωμα όλων των Σύρων πολιτών να είναι οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες για το μέλλον τους» (διαβάστε: όχι οι ίδιοι οι Σύροι οι οποίοι ψηφίζουν για να εκλέξουν τον πρόεδρό τους, αλλά μόνο εκείνους που είναι πρόθυμοι να συνεργάζονται με μια αποικιακή κυβέρνηση που θα διοριστεί από το ΝΑΤΟ).
Εντούτοις, γιατί να παρέμβει μόνο στη Συρία; Επειδή «ο συριακός εμφύλιος πόλεμος εξαπλώνεται πέρα από τα σύνορα της χώρας, και η ικανότητα των έμπειρων εξτρεμιστικών ομάδων να μας πάρουν ως στόχο θα αυξηθεί συνεχώς». Με άλλα λόγια, μετά την πυρπόληση της Συρίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί και να επηρεαστούν από την φωτιά που οι ίδιες άναψαν.
«Θα εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να υποστηρίξουμε τους γείτονες της Συρίας, την Ιορδανία και το Λίβανο, τη Τουρκία και το Ιράκ, που διαχειρίζονται το πρόβλημα των προσφύγων. Θα συνεργαστώ με το Κογκρέσο για την αύξηση της βοήθειας προς τα στοιχεία της συριακής αντιπολίτευσης που προσφέρουν την καλύτερη εναλλακτική λύση για τους τρομοκράτες και έναν βάναυσο δικτάτορα. Επιπλέον, θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε με τους φίλους και συμμάχους μας στην Ευρώπη και τον Αραβικό Κόσμο για την εξεύρεση πολιτικής λύσης για αυτή τη κρίση και να διασφαλίσω ότι οι χώρες αυτές, όχι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα αναλάβουν ένα δίκαιο μερίδιο για τα μέτρα βοήθειας προς το συριακό λαό», συνέχισε.
Με άλλα λόγια, ο Λευκός Οίκος συνομιλεί με το Κογκρέσο σχετικά με το πώς να υποστηρίξει τις προσωπικές φιλοδοξίες των μελών του Εθνικού Συνασπισμού. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η Ουάσιγκτον θα παράσχει στρατιωτική εκπαίδευση στις γειτονικές χώρες και θα διανέμει καλύτερα όπλα.
Και όμως:
- Εάν η Ουάσινγκτον αρχίζει να εκπαιδεύει και εξοπλίζει Σύρους συνεργάτες, θα πρέπει να παραδεχτεί ότι δεν το έχει κάνει σε μεγάλη κλίμακα πριν και ότι είχε χρησιμοποιήσει κυρίως ξένους μισθοφόρους, μέσω της Αλ Κάιντα
- Εάν 250.000 μισθοφόροι τζιχαντιστές δεν ήταν σε θέση να ανατρέψουν την συριακή κυβέρνηση κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών, πώς θα τα καταφέρουν μερικές χιλιάδες συνεργάτες της Δυτικής αποικιοκρατίας;
- Γιατί τα γειτονικά κράτη, που έχουν ήδη εμπλακεί σε έναν μυστικό πόλεμο, να συμφωνήσουν να μπούνε σε ανοικτό πόλεμο εναντίον της Συρίας, με τους κινδύνους που συνεπάγονται για αυτά;
- Ποία τα πιο εξελιγμένα όπλα που θα παραδοθούν στους συνεργάτες της αποικιοκρατίας και τα οποία δεν θα μπορέσουν κάποια μέρα να χρησιμοποιηθούν εναντίον άλλων στόχων, συμπεριλαμβανομένης της αεροπορικής κυριαρχίας του Ισραήλ;
- Και -το τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό (last, but not least)- ξέροντας ότι όλα αυτά συζητιούνται εδώ και τρία χρόνια, ποια είναι η νέα καινοτομία που θα μας πείθει να πιστέψουμε ότι αυτά τα ερωτήματα μπορούν να βρούνε απάντηση σήμερα; Ο λόγος του Ομπάμα είναι λόγος ανικανότητας: ο ίδιος μπορεί να υπερηφανεύεται ότι έχει αποσύρει τα στρατεύματα του από το Αφγανιστάν και το Ιράκ και ότι σκότωσε ένα φάντασμα που δεν υπήρχε πια για μια δεκαετία παρά μόνο στις κασέτες του Al- Jazeera. Αναγγείλει ότι θα καταπολεμήσει την τρομοκρατία την οποία παντού προστατεύει. Λέει ότι θα υποστηρίξει πιο αποτελεσματικά τη «συριακή αντιπολίτευση», αλλά αμέσως το εκτρέπει προς το Κογκρέσο -το οποίο δεν ήθελε το βομβαρδισμό της χώρας κατά τη διάρκεια της κρίσης για τα χημικά όπλα- σίγουρος ότι το τελευταίο θα περιοριστεί στα ελάχιστα.
Οι νέοι απόφοιτοι της Στρατιωτικής Ακαδημίας του Ουέστ Πόιντ δεν επιφύλαξαν το καθεστώς επευφημίας προς τον Πρόεδρο Ομπάμα.
Αυτή η ομιλία ήταν μόνο μια πολυλογία πρόσοψης η οποία προσπάθησε να κρύψει μια μη αναστρέψιμη παρακμή.
Κατέπληξε το κοινό που κατάλαβε ότι ήρθε η ώρα του τέλους των κατακτητικών ονείρων του.
Κόντρα σε κάθε αναμονή, λιγότερο από το ένα τέταρτο των 1.064 αποφοίτων της Στρατιωτικής Ακαδημίας στο Ουέστ Πόιντ χειροκρότησαν τον πρόεδρο, ενώ η πλειοψηφία παρέμεινε ασυγκίνητη.
Αργοπεθαίνει η Αυτοκρατορία.
http://www.voltairenet.org/auteur29.html?lang=el