Δρ Νικόλαος Λάος: Η Δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967


Η ΠΑΡΑΚΡΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΚΡΟΔΕΞΙΩΝ/ΦΑΣΙΣΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ, ΤΟ ΕΥΡΩΑΤΛΑΝΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΣΙΩΝΙΣΤΟΦΑΣΙΣΜΟΣ: 1944‒2014

Κεφάλαιο 5: Η Δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967: το φασιστικό παρακράτος καταλαμβάνει το κράτος

Τα Λ.Ο.Κ. και άλλα όργανα του ελληνικού βραχίονα του δικτύου «Stay Behind» έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στο πραξικόπημα της 21ηςΑπριλίου 1967, το οποίο εκδηλώθηκε έναν μήνα πριν από τις προγραμματισμένες εθνικές εκλογές, τις οποίες προβλεπόταν ότι θα κέρδιζε το κεντρώο κόμμα «Ένωσις Κέντρου», υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Έτσι, ενεργοποιήθηκε ο παρακρατικός μηχανισμός του δικτύου «Stay Behind» στην Ελλάδα, ώστε να αποτραπεί οποιαδήποτε χαλάρωση του σκληρού δεξιού χαρακτήρα της ελληνικής κυβέρνησης. 

Ο Ντάνιελ Γκάνσερ, που όπως προανέφερα συνέγραψε την πρώτη επιστημονική μελέτη του δικτύου «Stay Behind», έχει γράψει για το πραξικόπημα του 1967 στην Ελλάδα τα εξής: «Εξ αιτίας της άμεσης ανάμειξης των Ελληνικών Δυνάμεων Καταδρομών, η ελληνική στρατιωτική χούντα έχει ονομαστεί ‘μια ομάδα Gladio’» (βλ. Ganser, 2005, σελ 221). Επίσης, ο Ρίτσαρντ Νόρτον-Τέιλορ (Richard Norton-Taylor), έγραψε σε άρθρο του στην εφημερίδα The Guardian στις 5 Δεκεμβρίου 1990 τα εξής: «Στην Ελλάδα, όπου είχε την κωδική ονομασία Προβιά, οργανώθηκε ένας πυρήνας από τη CIA στην δεκαετία του 1950, αλλά διαλύθηκε το 1988, σύμφωνα με την κυβέρνηση. Αξιωματικοί αυτής της μυστικής μονάδας ήταν αναμεμειγμένοι στο πραξικόπημα των Συνταγματαρχών το 1967».

Κατά την εκδήλωση του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, τα Λ.Ο.Κ., υπό τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Κώστα Ασλανίδη, κατέλαβαν το ελληνικό υπουργείο άμυνας, ενώ ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός έθεσε υπό τον έλεγχο των πραξικοπηματιών κέντρα τηλεπικοινωνιών, το κοινοβούλιο και τα ανάκτορα, και συνέλαβε περισσότερους από 10.000 ανθρώπους.
 
Ο τότε πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Φίλιπς Τάλμποτ (Phillips Talbot), δεν ενέκρινε το τη στρατιωτική δικτατορία –γνωστή ως «χούντα των Συνταγματαρχών»– που επεβλήθη στην Ελλάδα το 1967, σχολιάζοντας ότι αποτελούσε «βιασμό της δημοκρατίας», για να λάβει την εξής απάντηση από τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα, Τζακ Μόρι (Jack Maury): «Πώς μπορείς να βιάσεις μια πόρνη;» (βλ. Ganser, 2005, σελ. 221).

Στις 27 Απριλίου 1967, ο συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος, με την ιδιότητα του υπουργού Προεδρίας του δικτατορικού καθεστώτος, έδωσε συνέντευξη τύπου σε έλληνες και ξένους δημοσιογράφους. Δικαιολόγησε το πραξικόπημα ισχυριζόμενος ότι η επέμβαση του στρατού ήταν επιβεβλημένη εξαιτίας της πορείας της χώρας προς τον κομμουνισμό. Ο έλεγχος της κυβέρνησης ασκούνταν από την «Επαναστατική Επιτροπή», της οποίας μέλη ήταν ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο οποίος σύντομα συγκέντρωσε στα χέρια του τις σημαντικότερες εξουσίες, ο Στυλιανός Παττακός και ο Νικόλαος Μακαρέζος.

Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος είχε διατελέσει μέλος της οργάνωσης «Χ» του Γρίβα, και, από το 1951, στρατολογούσε νέους αξιωματικούς στη μυστική οργάνωση ΙΔΕΑ, συνεργαζόμενος με τον τότε αντισυνταγματάρχη Οδυσσέα Αγγελή, ο οποίος, επί χούντας διετέλεσε αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων (από το 1968 έως το 1973) και έλαβε τον τίτλο του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας. Επίσης, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος μετεκπαιδεύτηκε στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με αποκαλύψεις που ο δημοσιογράφος Ντέιβιντ Μπάιντερ (David Binder) δημοσίευσε στοIntercontinental Press (τόμος 12) το 1974, ο Παπαδόπουλος ήταν έμμισθος πράκτορας της CIA ήδη από το 1952.

Κατά την περίοδο 1959-1964, ο Γ. Παπαδόπουλος υπηρέτησε στην Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΚΥΠ), και, το 1961, ενεργώντας υπό τις εντολές του αντιστρατήγου Αλεξάνδρου Νάτσινα, είχε συμμετάσχει στη διαμόρφωση του σχεδίου «Περικλής», που είχε ως σκοπό την άσκηση συστηματικής βίας για την υπονόμευση της πολιτικής ισχύος του κόμματος «Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά» (ΕΔΑ). Ο ρόλος του Παπαδόπουλου στο σχέδιο «Περικλής» αποκαλύφθηκε τον Φεβρουάριο του 1965 από την κεντρώα κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου.

Σε τούτο το σημείο, αξίζει να αναφερθεί ότι, στις αρχές του 1964, όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός, απεκάλυψε σκανδαλώδη διαπλοκή μεταξύ της ΚΥΠ και της CIA. Η ΚΥΠ βρισκόταν υπό τον άμεσο έλεγχο της CIA, και, μέχρι το 1964, οι μισθοί των Ελλήνων πρακτόρων της ΚΥΠ καταβάλλονταν απευθείας από τη CIA, κι όχι από το ελληνικό Δημόσιο. Ο Γ. Παπανδρέου, μετά από διαπραγματεύσεις, κατάφερε, το 1964, να πληρώνονται οι υπάλληλοι της ΚΥΠ από το ελληνικό υπουργείο προεδρίας. Ωστόσο, η CIA κάλυπτε το κονδύλιο του ελληνικού υπουργείου προεδρίας για τη μισθοδοσία των υπαλλήλων της ΚΥΠ.

Οι δύο σημαντικότεροι προπαγανδιστές και ιδεολόγοι του φασισμού στη χούντα των Συνταγματαρχών ήταν ο Γεώργιος Γεωργαλάς και ο Κωνσταντίνος Πλεύρης. Ο Γεωργαλάς γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 1928 από Έλληνες γονείς. Αρχικά, ήταν κομμουνιστής, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου ήταν πολιτικός πρόσφυγας, και διετέλεσε εκφωνητής της Ελληνικής Εκπομπής του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Βουδαπέστης και ανταποκριτής του Ουγγρικού Πρακτορείου Ειδήσεων στην Αίγυπτο κατά τη διάρκεια του πολέμου με το Ισραήλ. Στην Ουγγαρία, ο Γεωργαλάς εκπαιδεύτηκε από τους κομμουνιστές στην προπαγάνδα. Μετά από τη σοβιετική στρατιωτική επέμβαση στην Ουγγαρία το 1956, ο Γεωργαλάς άλλαξε στρατόπεδο, και το 1957 εγκαταστάθηκε μονίμως στην Ελλάδα.

Από το 1958, ο Γ. Γεωργαλάς διετέλεσε ειδικός συνεργάτης του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ) στον τομέα «Διαφώτισης» (δηλαδή αντικομμουνιστικής προπαγάνδας) και ως καθηγητής σχολών αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Από το 1960, εργάστηκε και στην υπηρεσία «Διαφώτισης» της Προεδρίας της Κυβερνήσεως, από την οποία παραιτήθηκε το 1964, καταγγέλλοντας μέσω του τύπου διείσδυση κομμουνιστικών στοιχείων. Επίσης, υπήρξε συνεργάτης του ραδιοσταθμού Ενόπλων Δυνάμεων και, κατά το χρονικό διάστημα 1960-1964, εξέδιδε το μηνιαίο περιοδικό Σοβιετολογία. Στην περίοδο της δικτατορικής κυβέρνησης του Γεωργίου Παπαδόπουλου διετέλεσε υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, αρμόδιος για θέματα προπαγάνδας. Το 1967, ο Γεωργαλάς εξέδωσε το βιβλίο του υπό τον τίτλο Η Προπαγάνδα: Μεθοδική και Τεχνική της Αγωγής των Μαζών.

Ο Κωνσταντίνος Πλεύρης ήταν αρχηγός της οργάνωσης «4η Αυγούστου», σύμβουλος του Ιωάννη Λαδά (ο οποίος υπηρέτησε κατά την περίοδο της χούντας των Συνταγματαρχών σε διάφορες θέσεις: διοικητής της ΕΑΤ-ΕΣΑ (Ειδικό Ανακριτικό Τμήμα της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας), γενικός γραμματέας στα υπουργεία δημόσιας τάξης και τουρισμού, υφυπουργός εσωτερικών και υπουργός κοινωνικών υπηρεσιών) και στέλεχος της χουντικής ΚΥΠ. Ο Πλεύρης έπαιξε σημαντικό ρόλο ως σύνδεσμος μεταξύ της ελληνικής χούντας και Ιταλών φασιστών, ενισχύοντας το δίκτυο «Stay Behind»/Gladio. Ο Πλεύρης έχει καταστήσει σαφή τον φασιστικό και ρατσιστικό χαρακτήρα του ιδεολογικού προσανατολισμού του στα εξής βιβλία του: Κοινωνιολογία (εκδ. Νέα Θέσις), Ρατσισμός: Από το Ψεύδος στην Αλήθειαν (εκδ. Νέα Θέσις), Ο Καπιταλιστής (εκδ. Νέα Θέσις), και Ο Αντιδημοκράτης (εκδ. Νέα Θέσις). Ακολουθώντας σαφώς φασιστικές και ρατσιστικές πολιτικές θεωρίες, στα προαναφερθέντα βιβλία του, υποστηρίζει την ιδεολογία του εθνικισμού, θέσεις του βιολογικού και του πολιτιστικού ρατσισμού, καθώς και μια συνολιστική-οργανισμική θεώρηση της κοινωνίας, υπό το πρίσμα της οποίας καταφέρεται εναντίον και του καπιταλισμού και της δημοκρατίας. Επίσης, ακολουθώντας τη συγγραφική παράδοση του Γεωργαλά στο πεδίο της προπαγάνδας, ο Πλεύρης συνέγραψε κι αυτός ένα βιβλίο για την προπαγάνδα, υπό τον τίτλο Η Πολιτική Προπαγάνδα (εκδ. Νέα Θέσις).

Σε μια συνέντευξη που έδωσε ο Κ. Πλεύρης στη διακεκριμένη Ιταλίδα δημοσιογράφο και συγγραφέα Οριάνα Φαλάτσι (Oriana Fallaci) και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό L’ Europeo στις 26 Σεπτεμβρίου 1976, είπε τα εξής για τη σχέση του με Ιταλούς φασίστες: «Ναι, αλλά ας ξεκαθαρίσουμε ότι δεν πήγα εγώ σ’ αυτούς. Ήταν αυτοί, που έρχονταν εδώ σ’ εμένα. Η Ιταλία είναι μια χώρα που δεν επισκέπτομαι συχνά. [...] Όταν βρίσκομαι στη Ρώμη γνωρίζω ότι η αστυνομία με παρακολουθεί και κατά συνέπεια δεν εργάζομαι καλά, δεν αισθάνομαι ήσυχος. Αντιθέτως, όταν βρίσκομαι εδώ εργάζομαι καλά και αισθάνομαι ήσυχος. Έτσι μένω εδώ και βλέπω όποιον θέλω. Βλέπω τον Πίνο Ραούτι (Pino Rauti), τον Τζούλιο Ματσερατίνι (Giulio Maceratini) [...] και ίσως οργανώνω και κάτι μαζί τους». Όπως προανέφερα στην αρχή του παρόντος κεφαλαίου, ο Πίνο Ραούτι ήταν ο αρχηγός του φασιστικού κόμματος «MSI Fiamma-Tricolore» και ο ιδρυτής της φασιστικής ανατρεπτικής οργάνωσης «Όρντινε Νουόβο», η οποία ήταν μέρος της Gladio.

Στην ανωτέρω συνέντευξη, ο Πλεύρης αναφέρει τα εξής για τη γνωριμία του με τον Πίνο Ραούτι το 1967: «Μετά από το πραξικόπημα ήρθε σ’ εμένα ως δημοσιογράφος για να μου πάρει συνέντευξη. Όπως όλοι οι Ιταλοί που έρχονται εδώ, είχε σύγχυση στις ιδέες του. Αλλά, μετά από εκείνη τη φορά, επέστρεψε με περισσότερο καθαρές ιδέες: για να ζητήσει βοήθεια. Όχι [...] όχι χρηματική βοήθεια [...] Ήθελε να συνεργαστεί με την “4η Αυγούστου”. Ήθελε να διοργανώσει ένα συνέδριο στο οποίο θα συμμετείχαν: η εφημερίδα του, εμείς της “4ης Αυγούστου” και η Όρντινε Νουόβο (Ordine Nuovo)». Επίσης, στην ίδια συνέντευξη, ο Πλεύρης εκφράζει τον θαυμασμό του προς την «Όρντινε Νουόβο»: «Στην Ιταλία δεν υπάρχει παρά μόνον η Όρντινε Νουόβο. Αυτή πράγματι είναι σοβαρή. Πολύ σοβαρή οργάνωση. Η Όρντινε Νουόβο εκπροσωπεί ό,τι καλύτερο για την ιταλική νεολαία, είναι η μόνη ελπίδα για τον φασισμό». Μάλιστα, ο Πλεύρης υπερασπίζεται την «Όρντινε Νουόβο», ακόμη κι όταν η δημοσιογράφος του επισημαίνει τις βομβιστικές ενέργειες που διέπραξε η «Όρντινε Νουόβο». Η απάντηση του Πλεύρη ήταν η εξής: «Όταν ένας δημοκράτης τοποθετεί μια βόμβα. Όταν το κάνει ένας φασίστας είναι εγκληματίας». Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, η Ελλάδα ήταν μια από τις σημαντικότερες χώρες-καταφύγια πολλούς εξτρεμιστές φασίστες που καταζητούνταν από την ιταλική Δικαιοσύνη, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν ο Έλιο Μασαγκράντε (Elio Massagrande) της «Όρντινε Νουόβο», ο Τσεζάρε Φέρι (Cesare Ferri) και ο Πιέρο Μπάτιστον (Piero Battiston) της επίσης φασιστικής οργάνωσης «Λα Φενίτσε» (La Fenice) καθώς και ορισμένοι συνωμότες του κινήματος Μποργκέζε (Borghese).

Αξίζει επίσης να τονιστεί ότι, στην ανωτέρω συνέντευξή του, ο Κ. Πλεύρης παραδέχθηκε την ύπαρξη και λειτουργία στρατοπέδων εκπαίδευσης φασιστών στην Κέρκυρα, λέγοντας τα εξής: «Ναι, τα στρατόπεδα ήταν στην Κέρκυρα. Όμως πιστεύω ότι και η CIA είχε τα δικά της στην Κέρκυρα. Σε κάθε περίπτωση, ήταν σίγουρα στην Κέρκυρα. Ήρθαν εδώ δύο ή τρεις Ιταλοί που ήθελαν να οργανώσουν αυτά τα στρατόπεδα [...] για [...] τουρισμό [...] Δύο ή τρεις μισίνι [σημείωση: εννοεί μέλη του φασιστικού κόμματος MSI]. Δεν θυμάμαι ποιοι ήταν. Μπορώ να σας πως ότι ο ένας ήταν ο Ραούτι, αυτός και δύο ή τρεις μισίνι. Ήθελαν να κάνουν κάμπινγκ για να εκπαιδευτούν και το έκαναν. Και μάλιστα, όχι ένα, αλλά δύο ή τρία κάμπινγκ. Πήγε και η Αστυνομία να τα ελέγξει, αλλά όλα ήταν κανονικά και τα κάμπινγκ συνέχισαν να λειτουργούν».

Ήδη τον Απρίλιο του 1968, στην επέτειο του ελληνικού πραξικοπήματος, περισσότεροι από 50 εξτρεμιστές των ιταλικών φασιστικών οργανώσεων «Όρντινε Νουόβο» και «Αβανγκουάρντια Νατσιονάλε» (Avanguardia Nazionale) πραγματοποίησαν εκπαιδευτικό ταξίδι στην Ελλάδα, προσκεκλημένοι της ελληνικής στρατιωτικής κυβέρνησης. Επίσης, τον Ιούνιο του 1967, ιδρύθηκε στη Ρώμη ο «Εθνικός Σύνδεσμος Ελλήνων Σπουδαστών Ιταλίας» (ΕΣΕΣΙ), με γραφεία στις κυριότερες πόλεις της Ιταλίας που διαθέτουν πανεπιστήμια. Σκοποί του ΕΣΕΣΙ ήταν αφενός η διεξαγωγή προπαγάνδας υπέρ του ελληνικού δικτατορικού καθεστώτος, αφετέρου το φακέλωμα αντιφασιστών Ελλήνων φοιτητών στην Ιταλία.

Το εθνικιστικό κόμμα Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός (ΛΑΟΣ) του Γεωργίου Καρατζαφέρη όρισε τον Κωνσταντίνο Πλεύρη επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας του εν λόγω κόμματος στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2012. Επίσης, ο υιός του Κωνσταντίνου Πλεύρη, Αθανάσιος Πλεύρης, εξελέγη βουλευτής Α’ Αθηνών με το ΛΑΟΣ το 2007, ευρωβουλευτής με το ΛΑΟΣ το 2009, και πάλι βουλευτής Α’ Αθηνών με το ΛΑΟΣ το 2009, ενώ, τον Μάιο του 2012, προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία ως υποψήφιος βουλευτής Α’ Αθηνών.

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη