Ο Εβραίος Χορστ Ράιχενμπαχ στην Ελλάδα
Ο Εβραίος Καρλ Κλόντιους, ο προκάτοχος του Ράιχενμπαχ επί Κατοχής
Το γνωστό γερμανικό περιοδικό Spiegel (11 Σεπ. 1948) περιγράφει την έκπληξη ενός Σέρβου δημοσιογράφου όταν συνάντησε μπροστά του στο μεταπολεμικό Βελιγράδι τον γνώριμο από τα χρόνια της γερμανικής κατοχής Κλόντιους να ηγείται πολυάριθμου επιτελείου Σοβιετικών διπλωματών και οικονομολόγων, ενώ του είχαν διατεθεί μεγάλα γραφεία και εξαιρετικές διευκολύνσεις.
Κάρολος Αύγουστος Κλόντιους
Ο Ράιχενμπαχ της Κατοχής
Η πολυσυζητημένη προσωπικότητα του Γερμανού γραφειοκράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης Χορστ Ράιχενμπαχ, ο οποίος με το πολυπληθές επιτελείο του έχει καταστεί ένας παντοδύναμος άτυπος γκαουλάιτερ, θυμίζει σε πολλά έναν άλλον ομοεθνή του, ο οποίος επίσης είχε σταλεί με παρόμοια ειδική αφαιμαξιακή αποστολή στην κατεχόμενη Ελλάδα, τον Καρλ Κλόντιους. Όπως και σήμερα, έτσι και τότε, η ειδική αυτή αποστολή χαρακτηριζόταν ότι είχε ως αποκλειστική μέριμνα την οικονομική και δημοσιονομική βελτίωση.
Στο κατωτέρω απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο του ιστορικού συγγραφέα Δημοσθένη Κούκουνα «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια», που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ερωδιός (τηλ. 2310 282782), παρουσιάζεται η περίπτωσή του σε ό,τι αφορά τη δράση του στην Ελλάδα.
ΕΙΔΙΚΟΣ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΛΕΓΞΕΙ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΑΝ ΥΠΗΡΧΑΝ ΑΛΛΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΣ ΑΝΤΛΗΣΗ
Για την ελληνική χρεοκοπία κατά την Κατοχή, ιεραρχικά δεύτερη προσωπικότητα, μετά τον Χέρμαν Νοϊμπάχερ, τον πληρεξούσιο του Φύρερ για την Ελλάδα με ευρύτερες δικαιοδοσίες για όλα τα Βαλκάνια, ήταν ο πρεσβευτής Καρλ Κλόντιους (Carl August Clodius), ο οποίος είχε αυξημένες αρμοδιότητες για τα οικονομικά θέματα στην Ελλάδα. Αποστολή του ήταν να «νοικοκυρέψει» την ελληνική οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση.
Ας αρχίσουμε όμως από το βιολογικό τέλος του. Ο Κλόντιους, που από τον Σεπτέμβριο 1944 είχε αιχμαλωτισθεί μαζί με τη σύζυγό του στο Βουκουρέστι, μόλις τα σοβιετικά στρατεύματα αιφνιδίασαν με την κατάληψη της Ρουμανίας, έχασε μυστηριωδώς τη ζωή του τον Ιανουάριο 1952 «κάπου στη Ρωσία»[1]. Έπειτα από μια σύντομη περίοδο αιχμαλωσίας και αφού είχε πλήρως καταρρεύσει το Τρίτο Ράιχ, ο Κλόντιους προθυμοποιήθηκε να προσφέρει την εμπειρία του από τη γερμανική διπλωματική υπηρεσία και τις γνώσεις του ως οικονομολόγος ειδικευμένος στο εξωτερικό εμπόριο στον Στάλιν.
Η προσφορά, που είναι άγνωστο πόσο πραγματικά εθελοντική ήταν, έγινε αποδεκτή στη Μόσχα και ο πρώην Γερμανός διπλωμάτης ανέλαβε διάφορες μελέτες και αποστολές. Η σημαντικότερη απ’ αυτές ήταν, με σοβιετική εντολή, να μελετήσει και να οργανώσει τη μεταπολεμική οικονομία στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο, όταν ακόμη δεν είχε επέλθει η ρήξη με τη Μόσχα.
Σύμφωνα με ένα παλαιό στέλεχος του ΚΚΕ, οι μεταπολεμικές αρμοδιότητες του Κλόντιους κάλυπταν ευρύτερο χώρο στα Βαλκάνια και μεταξύ άλλων είχε χειριστεί θέματα σχετικά με την οικονομική βοήθεια από τις γειτονικές βαλκανικές χώρες προς το ΚΚΕ και τον «Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας» όταν ο εμφύλιος πόλεμος βρισκόταν σε έξαρση. Δεν υπάρχει ειδική τεκμηρίωση γι’ αυτό, αλλά θεωρείται αυτονόητο ότι η εξουσιοδότησή του – τουλάχιστον όσο οι σχέσεις Στάλιν-Τίτο ήταν ομαλές – περιελάμβανε και την οικονομική ενίσχυση των Ελλήνων ανταρτών[2]. Τη χρηματοδότηση του λεγόμενου δεύτερου αντάρτικου είχαν επωμισθεί οι γειτονικές χώρες και είναι ατυχές που μέχρι σήμερα δεν έχει ερευνηθεί το όλο ζήτημα αξιόπιστα από τους ειδικούς ερευνητές του εμφυλίου, ώστε εν προκειμένω να δούμε πώς ο ευφυής αυτός οικονομολόγος χρησιμοποίησε την εμπειρία του από την κατοχική Ελλάδα για να βρει εφικτές λύσεις για την εμφυλιακή.
Ούτως ή άλλως, ο Κλόντιους είχε πλούσια εμπειρία από τη βαλκανική οικονομία γενικότερα, ώστε να είναι εξαιρετικά ρεαλιστικοί οι ιθύνοντες της μεταπολεμικής Μόσχας όταν τον επιστράτευσαν. Ο μυστηριώδης θάνατός του, που απλώς δημοσιοποιήθηκε ότι έγινε τον Ιανουάριο 1952, χωρίς καμιά άλλη πληροφόρηση, ούτε καν για τα αίτια και τον τόπο του θανάτου του, αφήνει ανοικτές πολλές εικασίες. Σύμφωνα με νεώτερες έρευνες, βρήκε τον θάνατο στο κρεβάτι του νοσοκομείου Μπουτίρσκα της Μόσχας, στο οποίο νοσηλευόταν ως κρατούμενος. Αυτό, ότι δηλαδή ήταν φυλακισμένος και σε κατάσταση ανάκρισης και όχι ως κατάδικος, ενισχύει την εικασία ότι είχε περιπέσει στη δυσμένεια των σοβιετικών αρχών ασφαλείας, πιθανότατα όταν ανακλήθηκε από το Βελιγράδι μαζί με την πολυπληθή συνοδεία του. Φαίνεται πως έγινε το επίκεντρο υποψιών αναφορικά με την αμερικανική διείσδυση στο Βελιγράδι, που επέτρεψε την κοσμοϊστορική αλλαγή της πολιτικής του Τίτο, στην οποία άλλωστε κατά ένα μέρος οφείλεται το τέλος του ελληνικού εμφυλίου πολέμου.
H ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ
Στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχουν πολλές αναφορές για την επιδίωξη του Χίτλερ να ηγηθεί μιας μεταπολεμικής ευρωπαϊκής οντότητας, εάν και εφόσον θα είχε κερδίσει τον πόλεμο. Παρά το γεγονός ότι πολλές από τις επιδιώξεις και τα οράματά του είχαν καταγραφεί στο Mein Kampf, δεν είχε ασχοληθεί στον πρώτο τόμο του βιβλίου αυτού με την Ηνωμένη Ευρώπη. Ίσως να είχε την πρόθεση να ασχοληθεί με το θέμα αυτό στον δεύτερο τόμο, ο οποίος όμως ποτέ δεν κυκλοφόρησε και μάλλον δεν γράφτηκε ποτέ.
Πάντως το βέβαιο είναι ότι ελάχιστη συζήτηση είχε γίνει στην εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία μέχρι την κήρυξη του παγκοσμίου πολέμου περί ευρωπαϊκής ιδέας και σχεδόν καθόλου περί ενότητας, αν εξαιρέσει κανείς τις ιδεοληπτικές και εντελώς προσωπικές προσπάθειες του Αυστροελληνογιαπωνέζου κόμη Richard Coudenhove-Kalergi και του περισσότερο πιστού στον Χίτλερ Αυστριακού πρίγκιπα Karl Anton Rohan. Ξαφνικά όμως αυτές οι μέχρι τότε αδιάφορες για την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία απόψεις επιστρατεύθηκαν, αφού αρκετές χώρες είχαν ήδη καταληφθεί στην Ευρώπη. Είναι προφανές ότι κάποια στιγμή στο Βερολίνο θέλησαν να χρησιμοποιήσουν το ιδεολόγημα της ενιαίας Ευρώπης προς εξωτερική κατανάλωση, όπως δεν είχαν κάνει σε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Διότι, ανεξάρτητα από το τι έπραττε ο ήκιστα ευρωπαϊστικός φασισμός του Μουσολίνι, ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός δεν παρέλειπε πάντοτε να διακηρύσσει ότι δεν είναι εξαγώγιμος, εξ ου και αδιαφορούσε για οποιαδήποτε μεταλαμπάδευσή του σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, πλην των όμαιμων σκανδιναβικών.
Είναι πολύ πιθανόν ότι ο Γκαίμπελς ήταν εκείνος που εμπνεύστηκε το ευρωπαϊκό ιδεολόγημα, σ’ αυτή την περίπτωση με την απόλυτη έγκριση του Χίτλερ. Άλλωστε ο καλοστημένος προπαγανδιστικός μηχανισμός του υπουργείου Προπαγάνδας χρησίμευσε για τη διάδοση του ιδεολογήματος σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Η εικόνα αυτή ήταν αρκετή για να παρέχεται ιδεολογικό κάλυμμα σε προσωπικότητες των κατεχόμενων χωρών που είχαν διάθεση συνεργασίας. Αυτό το βλέπουμε πολύ καθαρά στην περίπτωση της Γαλλίας, τόσο της κατεχόμενης όσο και εκείνης του Βισύ[3], όπου τα δόγματα της ενωμένης Ευρώπης έγιναν αποδεκτά και κατανοητά σε εκτενή στρώματα. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ήταν εντελώς ελάχιστες οι περιπτώσεις αυτές και ίσως με αυτή τη διάθεση καιροσκόπησαν κάποιοι νεαροί τότε επιστήμονες και καθηγητές, οι οποίοι στα μεταπολεμικά χρόνια επανεμφανίστηκαν περισσότερο ευρωπαϊστές από τους άλλους, αφού είχαν διαγράψει το κατοχικό παρελθόν τους.
Η γερμανική αυτή εκστρατεία χρησιμοποίησε το σύνθημα «Νέα Ευρώπη» και διαμορφώθηκε στα τέλη του 1941, ενώ από τον επόμενο χρόνο είχε ξεκαθαρίσει τους στόχους της: πολιτικούς και οικονομικούς. Εκτός από τη δημιουργία ιδεολογικού αντίβαρου σε κάθε μορφή αντιστασιακής δράσης σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη, δεν παραλειπόταν το βασικό ιδεολόγημα του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού περί ζωτικού χώρου, τουτέστιν ο οικονομικός συντονισμός σε όλη την έκταση της γερμανοϊταλικής κατοχής στις ευρωπαϊκές και βαλκανικές χώρες, με ιδανικό στόχο την επίτευξη πλήρους οικονομικής και επισιτιστικής αυτάρκειας και συνεργασίας.
Επομένως η Διεύθυνση Εξωτερικού Εμπορίου του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, της οποίας ένας από τους επικεφαλής στο Βερολίνο ήταν ο Καρλ Κλόντιους[4], βρισκόταν στο επίκεντρο της χιτλερικής «Νέας Ευρώπης». Ήταν αρκετά ευέλικτος και δημιουργικός ο ίδιος, πλην των ειδικών γνώσεων που είχε αποκτήσει, ώστε να κληθεί από τον Γερμανό υπουργό Εθνικής Οικονομίας Βάλτερ Φουνκ για να διατυπώσει το δόγμα της κοινής ευρωπαϊκής οικονομίας, που στην πραγματικότητα ελάχιστα διέφερε από εκείνο του ζωτικού χώρου[5].
Το 1942 λοιπόν είχε τεθεί κατά μέρος, χωρίς όμως να εγκαταλειφθεί, το σύνθημα της «Νέας Τάξης Πραγμάτων», που είχε δεσπόσει από τη σύμπηξη του Συμφώνου του Άξονα. Η Νέα Τάξη αναφερόταν σε μια πιο αντιπροσωπευτική και δικαιότερη, κατά την αντίληψή τους, αναδιάταξη των εθνικών συνόρων παγκοσμίως, ενώ η Νέα Ευρώπη περιοριζόταν σε γενικότερες ρυθμίσεις στη συγκεκριμένη ήπειρο. Ήδη δηλαδή, κατά τις προσλήψεις της διεθνούς κοινής γνώμης, οι δύο βασικές δυνάμεις του Άξονα, η Γερμανία και η Ιταλία, περιόριζαν ονομαστικά και εν μέσω πολέμω τις κοσμοκρατορικές επιδιώξεις τους στον ευρωπαϊκό χώρο. Και, αντίθετα απ’ ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί, η έννοια της ευρωπαϊκής οικονομικής συνεργασίας δεν βασιζόταν κυνικά στην εκμετάλλευση όλων των άλλων ευρωπαϊκών λαών από τη Γερμανία. Δεν θα έπαυε ασφαλώς να είναι η ιθύνουσα δύναμη, αλλά στον εαυτό της δεν επεφύλασσε τον μεταπολεμικό ρόλο ενός στυγνού κατακτητή που διά της βίας θα ασκούσε την εξουσία στα ευρωπαϊκά κράτη. Ενδιαφερόταν πρωτίστως για την αδιαμφισβήτητη οικονομική επιρροή της επ’ αυτών μετά το τέλος του πολέμου.
Βεβαίως ο Χίτλερ, ο Γκαίμπελς και οι λοιποί φανατικοί εθνικοσοσιαλιστές ηγέτες δεν επέζησαν του πολέμου για να δουν το αποτέλεσμα. Ωστόσο, ένας από τους βασικούς εντολοδόχους της χιτλερικής ηγεσίας, ο Βάλτερ Φουνκ, ο οποίος πειθαρχικά είχε θέσει σε εφαρμογή, με τη βοήθεια καθηγητών και άλλων οικονομολόγων, κυρίως όμως με τη συνδρομή του Κλόντιους, ήταν εκείνος που πριν πεθάνει, το 1960, είδε την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα να γίνεται πραγματικότητα. Και, οπωσδήποτε, σε μερικές περιπτώσεις θα διαπίστωσε ότι η γερμανική οικονομία ήταν πιο ωφελημένη με τα νέα μεταπολεμικά δεδομένα παρά στα χρόνια του πολέμου! Η γερμανική ηγεμονία είχε ένα νέο προφίλ, λιγότερο προκλητικό και περισσότερο αποδοτικό.
ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ο Κλόντιους είχε γεννηθεί στη Βρέμη το 1897 και από το 1921 εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία της Γερμανίας. Υπηρέτησε διαδοχικά στις γερμανικές πρεσβείες των Παρισίων, Βιέννης και Σόφιας, απ’ όπου το 1934 επανήλθε στην κεντρική υπηρεσία. Από τον Μάιο 1933 είχε γίνει μέλος του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και το 1938 τοποθετήθηκε ως τμηματάρχης (σύμβουλος πρεσβείας α΄) στη διεύθυνση εξωτερικού εμπορίου του υπουργείου Εξωτερικών, στο Βερολίνο. Ανέλαβε επιτυχώς διάφορες αποστολές και το 1943 προήχθη σε διευθυντή, έχοντας ήδη τον βαθμό του πρεσβευτή.
Η εμφάνιση του Καρλ Κλόντιους στην κατοχική Ελλάδα έγινε αθόρυβα ήδη από τους πρώτους μήνες της Κατοχής. Προηγουμένως, είχε διεξαγάγει επιτυχείς διαπραγματεύσεις με τη ρουμανική κυβέρνηση για την προμήθεια πετρελαίων, στα τέλη Απριλίου 1941 είχε διαπραγματευθεί στη Σόφια με τον Βούλγαρο υπουργό Εξωτερικών τα οικονομικά θέματα της γερμανοβουλγαρικής συμμαχίας, ενώ τον επόμενο Σεπτέμβριο είχε πραγματοποιήσει ταξίδια στην Άγκυρα για να επιτύχει οικονομικές συμφωνίες[6], ιδίως αναφορικά με αγορές χρωμίου.
Η παρουσία του στην Τουρκία είχε συνδυασθεί, προφανώς από συγκυρία, και με το ζήτημα της εξεύρεσης τροφίμων για την Ελλάδα, όταν ακόμη ήταν σε ισχύ ο συμμαχικός επισιτιστικός αποκλεισμός. Ο Κλόντιους ήταν πολύ καλά ενημερωμένος για το εξωτερικό εμπόριο σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, συνεπώς και για την Ελλάδα, το εξωτερικό εμπόριο της οποίας το παρακολουθούσε επιμελώς από τα προπολεμικά χρόνια. Άλλωστε είναι γνωστό ότι αφότου ανήλθε ο Χίτλερ στην εξουσία, στις αρχές του 1933, υπήρχε πρακτικά σε εξέλιξη διεθνές μποϋκοτάζ κατά των γερμανικών προϊόντων, όπως είχε αποφασιστεί από το Παγκόσμιο Εβραϊκό Συμβούλιο στη Νέα Υόρκη, φορέα που επηρέαζε άμεσα τους διεθνείς εμπορικούς και χρηματιστηριακούς οίκους που ελέγχονταν από εβραϊκά συμφέροντα[7].
Τα παράξενα για πολλούς ειδικούς οικονομικά δόγματα του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού, όπως η «ταχεία διακίνηση του χρήματος», εδράζονται σ’ αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα που διαμορφώθηκε με την οικονομική «επίθεση» του διεθνούς κεφαλαίου. Το αντίβαρο των διμερών κλήριγκ συν τω χρόνω, ιδίως μετά την έναρξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, επεκτάθηκε με την ευρωπαϊκή οικονομική «συνεργασία», στο μέτρο που μπορούσε να επιβληθεί. Αφηνόταν όμως ανοικτό το περιθώριο για ευρείες ανακατατάξεις μετά το τέλος του πολέμου, φυσικά υπό την προϋπόθεση της γερμανικής νίκης.
Τότε η Ελλάδα θα βρισκόταν μοιραία και αυτή εντός του νέου πλαισίου, εκούσα άκουσα. Αυτό είχε επανειλημμένα αποτυπωθεί κατά τη διάρκεια της Κατοχής ως ευνοϊκό, αλλά δεν ήταν τίποτα περισσότερο από κάτι αυτονόητο. Διότι η συμμετοχή της Ελλάδος στη «Νοτιοανατολή», όπως αρέσκονταν οι Γερμανοί να χαρακτηρίζουν την ευρύτερη περιοχή, θα είχε αντιστοιχία, αν μη τι άλλο, με τα νέα εδαφικά της όρια και τα εντός αυτής παραγωγικά αποτελέσματα. Μόνο που η Ελλάδα προβλεπόταν να είναι συρρικνωμένη, η δε οικονομία της υπό πυκνό οικονομικό έλεγχο. Η Γερμανία, έχοντας ήδη εξαιρέσει τους πόρους από τις φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές της, της επεφύλασσε περιορισμένο ρόλο αγροτικής παραγωγής και δευτερευόντως λάμβανε υπόψη τον τουρισμό και το εμπόριό της, το οποίο στη συγκεκριμένη συγκυρία ήταν δηλητηριασμένο από τις συνθήκες της μαύρης αγοράς, ενώ αγνοούσε πλήρως την παραδοσιακή επίδοση της χώρας στην εμπορική ναυτιλία.
Ωστόσο η Ελλάδα θα είχε αδιαμφισβήτητη παρουσία στο υπό εκκόλαψη συγκρότημα της «Νέας Ευρώπης», γι’ αυτό και στα αντίστοιχα προπαγανδιστικά έντυπα που κυκλοφορούσαν τότε σε διάφορες γλώσσες, ανάμεσά τους και στην ελληνική βέβαια, δεν παραλείπονταν κολακευτικές αναφορές για να υπογραμμισθεί η προέλευση από τις αμφικτυονίες κλπ. Αυτό όμως σε καμιά περίπτωση δεν αναιρούσε τα πρακτικά οικονομικά αποτελέσματα που απαιτούσαν διαρκούντος του πολέμου.
Αυτή ακριβώς ήταν η αποστολή του Καρλ Κλόντιους. Ο ίδιος ήταν πλήρως ενήμερος για την πραγματική οικονομική κατάσταση που υπήρχε στη χώρα μας και η υπηρεσία του στο υπουργείο Εξωτερικών ήταν εκείνη που είχε προετοιμασθεί πριν από τη γερμανική εισβολή του Απριλίου 1941 πώς θα έθετε υπό τον έλεγχό της την ελληνική παραγωγή και το ελληνικό εμπόριο. Οι βιομηχανίες, τα μεταλλεία και κάθε παραγωγική μονάδα είχαν προγραφεί ήδη πριν από την έκρηξη του ελληνογερμανικού πολέμου, τη συνδρομή διαφόρων στελεχών της γερμανικής πρεσβείας Αθηνών και κατά καιρούς ειδικών απεσταλμένων.
Οι δραματικά υπέρογκες και συνεχώς αυξανόμενες δαπάνες κατοχής, όπως είναι γνωστό, οδήγησαν στη συμφωνία της Ρώμης τον Μάρτιο 1942 και ορίστηκαν ανώτατα όρια. Ο Κλόντιους είχε διαδραματίσει ρόλο στις ιταλογερμανικές εκείνες διαπραγματεύσεις, οι οποίες ολοκληρώθηκαν ερήμην της ελληνικής πλευράς.
Αλλά η συμφωνία εκείνη οδηγήθηκε σε απόλυτο αδιέξοδο συνεπεία της απληστίας των κατακτητών, ενώ ακόμη δεν είχαν ρυθμισθεί οι βασικές επισιτιστικές ανάγκες. Τον επόμενο Σεπτέμβριο κλήθηκε στο Βερολίνο ο κατοχικός υπουργός Οικονομικών Σωτήριος Γκοτζαμάνης και άρχισαν διαβουλεύσεις για την επίλυση του νομισματικού και πληθωριστικού χάους που είχε δημιουργηθεί. Δεν κατέληξαν θετικά οι συνομιλίες εκείνες στο Βερολίνο και αποφασίστηκε να συνεχισθούν στη Ρώμη. Αμέσως μετά διορίζεται ο Κλόντιους ως ειδικός οικονομικός εμπειρογνώμονας για την Ελλάδα, ενώ από ιταλικής πλευράς θα επιλεγεί ο τραπεζίτης Αλμπέρτο Ντ’ Αγκοστίνο.
Ερχόμενος στην Ελλάδα, ανέλαβε πρώτα να αξιοποιήσει κάθε πλουτοπαραγωγική πηγή, ενόσω αυτό θα γινόταν χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Αίφνης το ζήτημα των ελληνικών πετρελαίων, πολύ γνωστό ήδη από δεκαετιών, καθώς προϋπήρχαν μελέτες και σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν γίνει έρευνες[8], παραμερίστηκε διότι απαιτούνταν έξοδα και χρόνος. Περί μεταλλείων και λοιπού ορυκτου πλούτου, μεταξύ των οποίων ο λιγνίτης, δεν γινόταν λόγος, διότι είχαν ήδη προηγηθεί ανάλογες κινήσεις. Πιο πρακτικά μέτρα ήταν η μεγαλύτερη αποστράγγιση της προβληματικής αγροτικής παραγωγής, η συγκέντρωση παντός είδους αποθεμάτων που τυχόν είχαν απομείνει και η επιμονή των Γερμανών να μειωθεί η ανεργία είτε με την πολιτική επιστράτευση, περί της οποίας τόσο λόγος είχε γίνει τότε και αργότερα, είτε με την εκ περιτροπής εργασία, η οποία επανήλθε ως ευδόκιμη ιδέα στα τελευταία χρόνια της κρίσης που αντιμετωπίζει η χώρα μας και ως μία από τις στοιχειώδεις ιδεοληψίες του περιλάλητου μνημονίου και της τρόικας.
Σ’ ένα δημοσίευμα οικονομικής εφημερίδας της εποχής[9], προτείνεται σθεναρά η ιδέα της εκ περιτροπής εργασίας, όχι όμως ως μέσο περιορισμού της ανεργίας, αλλά για να μειωθεί η ταλαιπωρία των δημοσίων ιδίως υπαλλήλων λόγω των συγκοινωνιακών δυσχερειών που επικρατούσαν. Εξίσου και η πολιτική επιστράτευση, αν και τελικά αποτράπηκε, δεν είχε την έννοια της υποχρεωτικής επί πληρωμή εργασίας, αλλά της αντιμετώπισης των απεργιών.
Μια άλλη επινόηση γερμανικών εγκεφάλων ήταν η προώθηση του τζόγου, που ως γνωστόν αναπτύσσεται υπέρμετρα σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Εκτός από τις διάφορες νόμιμες ρουλέτες και καζίνα, για τα οποία είχαν εξαναγκάσει την ελληνική αστυνομία να εκδίδει άδειες σε συγκεκριμένα πρόσωπα στα αστικά κέντρα (προκειμένου να μισθοδοτείται από τα έσοδα αυτά το ελληνικό προσωπικό των υπηρεσιών αντικατασκοπίας), επιχειρήθηκε να αποσπασθεί η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων από το υπουργείο Οικονομικών και να ιδιωτικοποιηθεί. Προφανώς κάποιος ευφάνταστος ξένος «επενδυτής» είχε τη φαεινή ιδέα να εξαγοράσει με μηνιαίες καταβολές (μικρότερες από τα μηνιαία καθαρά κέρδη των λαχείων) το προνόμιο των κρατικών λαχείων, ώστε άκοπα να εισπράττει αενάως τα έσοδα. Ευτυχώς αυτό τότε δεν έγινε, αλλά στα νεώτερα χρόνια θεωρείται βέβαιο ότι η υπηρεσία αυτή θα «ιδιωτικοποιηθεί».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Αν και ο Κλόντιους βρισκόταν στη λίστα των εγκληματιών πολέμου, ως τυπικά αναμεμιγμένος σε διώξεις Εβραίων της Ρουμανίας, οι σοβιετικές αρχές όχι μόνο δεν τον παρέπεμψαν να δικασθεί, αλλά συνεργάσθηκαν μαζί του. Για έναν άγνωστο μέχρι στιγμής λόγο έπεσε αργότερα στη δυσμένεια του καθεστώτος και φέρεται ότι πέθανε φυλακισμένος και νοσηλευόμενος. Η γυναίκα του, η οποία επέστρεψε από την αιχμαλωσία το 1955, δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες για τον θάνατό του.
[2] Το γνωστό γερμανικό περιοδικό Spiegel (11 Σεπ. 1948) περιγράφει την έκπληξη ενός Σέρβου δημοσιογράφου όταν συνάντησε μπροστά του στο μεταπολεμικό Βελιγράδι τον γνώριμο από τα χρόνια της γερμανικής κατοχής Κλόντιους να ηγείται πολυάριθμου επιτελείου Σοβιετικών διπλωματών και οικονομολόγων, ενώ του είχαν διατεθεί μεγάλα γραφεία και εξαιρετικές διευκολύνσεις.
[3] Άλλωστε και ο Robert Schuman (1886-1963), που θεωρείται ως ένας εκ των βασικών οραματιστών και θεμελιωτών της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιδέας, είχε διακηρύξει τις αρχές αυτές, και μάλιστα στη βάση μιας γαλλογερμανικής συνεργασίας, σε περιόδους που εύκολα θα μπορούσε να γίνει στόχος επικρίσεων. Δηλαδή, τόσο κατά τη διάρκεια του γαλλογερμανικού πολέμου 1939-40, όσο και αμέσως μετά. Το γεγονός ότι είχε αυτές τις αντιλήψεις διευκόλυνε υψηλόβαθμους αξιωματούχους του Τρίτου Ράιχ, όπως ο Γιόζεφ Μπύρκελ, να τον απελευθερώσουν με προσωπική ευθύνη τους, όταν στην αρχή της γερμανικής κατοχής είχε συλληφθεί από τη Γκεστάπο και στη συνέχεια, από το 1942, να δραστηριοποιηθεί στο Βισύ του Πεταίν, μην παραλείποντας να διατυπώνει τις ίδιες απόψεις.
[4] Ο μόνος που έχει ασχοληθεί, έστω και ακροθιγώς, με τη δράση του Κλόντιους ως προς τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, είναι παρ’ ημίν ο νομικός Μιχάλης Ρέλλος, κυρίως με διαδικτυακά δημοσιεύματα. Προφανώς χρησιμοποίησε σύγχρονες πηγές αντιευρωπαϊστών, οι οποίες δεν εμβαθύνουν στο ζήτημα και αρκούνται μόνο στο να καταγγέλλουν την Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχέση με τη γερμανική ηγεμονία ως παράγωγο της χιτλερικής Γερμανίας.
[5] Ο βασικός κύκλος των Γερμανών ειδικών που ασχολήθηκαν θεωρητικά με την οικονομική διάσταση της «Νέας Ευρώπης» ήταν στρατευμένοι εθνικοσοσιαλιστές οικονομολόγοι. Σ’ ένα (από μια πολύ ευρύτερη σειρά) γερμανικό έντυπο υπό τον τίτλο «Europäische WirtschaftsGemeinschaft», δηλαδή «Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα», που εκδόθηκε στο Βερολίνο το 1942 περιλαμβάνονται κείμενα του υπουργού Βάλτερ Φουνκ, του Anton Reithinger, επικεφαλής του πολιτικο-οικονομικού τμήματος της IG Farben (1898-;), του καθηγητή οικονομικών του Πανεπιστημίου Βερολίνου Horst Jecht (1901-65), του αγροτοοικονομολόγου καθηγητή EmilWoermann (1899-1980), ο οποίος αν και μέλος του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος αναμίχθηκε στην απόπειρα της 20ής Ιουλίου 1944 και στη συνέχεια φυλακίστηκε από το καθεστώς, τουHeinrich Hunke (1902-2000), καθηγητή και ανώτερου στελέχους του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, του Bernhard Benning (1902-74), επίσης ανώτερου στελέχους του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας (και μεταπολεμικά της Ομοσπονδιακής Γερμανικής Τράπεζας). Σχεδόν όλοι τους κατέλαβαν θέσεις λίγο ώς πολύ στη μεταπολεμική Γερμανία και βεβαίως δεν είχαν κανέναν λόγο να μην εκδηλωθούν φανατικοί ευρωπαϊστές, αφού άλλωστε υπήρξαν πρωτοπόροι της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ούτως ή άλλως.
[6] Περιοδικό Time (13 Οκτ. 1941). Βλ. αναλυτικότερα για τις γερμανικές εισαγωγές τουρκικού χρωμίου και τον ρόλο του Κλόντιους: Christian Leitz, Nazi Germany and NeutralEurope during the Second World War, Manchester University Press, Manchester 2000, σελ. 102 κ.έ.
[7] Χαρακτηριστικό είναι το πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της γνωστής βρετανικής εφημερίδαςDaily Express (24 Μαρτίου 1933), υπό τους οκτάστηλους τίτλους «Η Ιουδαία κηρύσσει τον πόλεμο στη Γερμανία – Εβραίοι όλου του κόσμου ενωθείτε για δράση – Μποϋκοτάζ των γερμανικών προϊόντων». Αυτή ήταν η απάντηση του διεθνούς εβραϊσμού στην άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, σε διάστημα μικρότερο των δύο μηνών. Η βεντέτα Χίτλερ-Εβραίων έπαιρνε αναμφίβολα άλλες διαστάσεις, εντελώς απρόβλεπτες τότε. Είναι γεγονός ότι εξαρχής λοιπόν η γερμανική οικονομία υπό τον Χίτλερ περνούσε σε φάση απομόνωσης και μοιραία θα αναζητήσει στα επόμενα χρόνια νέα μοντέλα ανάπτυξης, εν πολλοίς βασισμένα στην ιδεατή αυτάρκεια και στα κλήριγκ. Κατά ένα μέρος αυτός ο προσανατολισμός ευνόησε την ελληνική οικονομία, στην περίοδο της μεταξικής δικτατορίας ιδίως, παρά τις ποικίλες αντιδράσεις του Λονδίνου.
[8] Ο καθηγητής Γεώργιος Γεωργαλάς (ειρήσθω εν παρόδω ότι στο τέλος της Κατοχής βρέθηκε ως …πολιτικός καθοδηγητής της ΕΠΟΝ) ήδη από το 1920 είχε ασχοληθεί επιστημονικά με το ζήτημα, χωρίς οι απόψεις του να προωθηθούν αποτελεσματικά. Μια νέα απόπειρά του επί Μεταξά, του οποίου τότε εμφανίσθηκε ως θερμός θιασώτης, είχε ως συνέχεια την επίσημη ανάθεση από την τότε κυβέρνηση στον Ελληνοαμερικανό επιχειρηματία και πετρελαιοπαραγωγό του Τέξας Γουίλιαμ-Βασίλειο Χέλη του δικαιώματος των ερευνών. Εκείνος, ενώ στην αρχή παρουσιάστηκε εξαιρετικά δραστήριος και ήλθε αεροπορικά επικεφαλής πολυπληθούς ομάδας Αμερικανών ειδικών για να διεξαγάγει έρευνες, αρχικά στο Κατάκωλο, αίφνης ανέκρουσε πρύμνα. Ίσως λόγω των νεφών του επερχόμενου πολέμου, ίσως λόγω μεταπώλησης των δικαιωμάτων που είχε αποκτήσει με απόφαση της κυβέρνησης Μεταξάς προς τις μεγάλες αμερικανικές εταιρίες. Το γεγονός είναι ότι οι έρευνες αυτές σταμάτησαν και δεν συνεχίστηκαν ούτε μετά τον πόλεμο, ακριβώς επειδή ο ίδιος διατηρούσε τα δικαιώματα. Ο υιός του, που τον διαδέχτηκε στις επιχειρήσεις του όταν πέθανε, εξακολούθησε την ίδια στάση και μέσα από την αγωγή διαζυγίου της πρώην γυναίκας του τελευταίου, πολλά χρόνια αργότερα, μπορεί να πληροφορηθεί κανείς ότι τελικά αυτά είχαν μεταπωληθεί σε μεγάλες αμερικανικές εταιρίες.[9] Εφημερίδα Οικονομικός Ταχυδρόμος 20.1.1942.
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα στην πραγματικότητα είχε ιδρυθεί τουλάχιστον πριν από εβδομήντα χρόνια, όπως αποδεικνύει αυτό το εξώφυλλο μιας έκδοσης του 1942. Ο Καρλ Κλόντιους ανήκε στον βασικό πυρήνα αυτής της ομάδας.
To περιοδικό "Spiegel" του 1948, που αναφέρεται στη δράση του Καρλ Κλόντιους ως οικονομικού εμπειρογνώμονα τον οποίο έστειλαν οι Σοβιετικοί στον Τίτο και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Ο Κλόντιους αξιοποιώντας την προηγούμενη εμπειρία του επί Κατοχής, ιδίως σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ασχολήθηκε μεταξύ άλλων και με την οικονομική ενίσχυση των κομμουνιστών ανταρτών στον εμφύλιο.
Αψευδής μάρτυς του γεγονότος ότι ο πόλεμος δεν άρχισε τον Σεπτέμβριο 1939, αλλά ήδη από τον Μάρτιο 1933 είχε αρχίσει η βεντέτα του Χίτλερ με τον διεθνή εβραϊσμό: Εφημερίδα "Daily Express", 24 Μαρτίου 1933.
http://aera2012.blogspot.gr/2012/05/blog-post.html