Η κρίση της τουλίπας του 1637

Η κρίση της τουλίπας του 1637...Κάποια στιγμή όμως οι αγοραστές δεν υπάρχουν


Για την καλύτερη κατανόηση της σημερινής κρίσης θα κάνουμε μια αναδρομή στις κυριότερες οικονομικές κρίσεις της ιστορίας, ξεκινώντας με την κρίση της τουλίπας στην Ολλανδία του 1637.

Πολύ πριν το κρατικό χρέος, τα CDS και τα υπόλοιπα παράγωγα υπήρχε η Semper Augustus. Μια τουλίπα απαράμιλλης ομορφιάς, της οποίας τα βαθιά μπλε πέταλα που διακοσμούνταν από άσπρες φλόγες στην κορυφή, προκάλεσε τρέλα στους κατοίκους της Ολλανδίας τη δεκαετία του 1630.

Όταν αναφερόμαστε στην κρίση της τουλίπας, εννοούμε την κατάρρευση της τιμής της τουλίπας που έλαβε χώρα στην Ολλανδία το Φεβρουάριο του 1637. Της κρίσης προηγήθηκε η ξέφρενη αύξηση των τιμών της τουλίπας κατά τα προηγούμενα έτη, μια περίοδος που ονομάζεται σήμερα ως τουλιπομανία και αποτελεί την πρώτη ευρέως καταγεγραμμένη «φούσκα» στη σύγχρονη ιστορία.

Η τουλίπα εισήχθη στην Ολλανδία από την Οθωμανική αυτοκρατορία τον 16ο αιώνα και άρχισε να καλλιεργείται συστηματικά γύρω στο 1593. Σιγά σιγά εξελίχθηκε σε είδος πολυτελείας και η τιμή του ανέβηκε.

Οι τουλίπες καλλιεργούνται από βολβούς, οι οποίοι μπορεί να προέρχονται είτε από σπόρους είτε από αποστήματα άλλων βολβών. Οι σπόροι εξελίσσονται σε ανθοφόρο βολβό σε 7-12 έτη ενώ ένα απόστημα μπορεί να αναπτυχθεί σε 1-3 έτη. Οι τουλίπες ανθίζουν την περίοδο Απριλίου – Μαΐου μια μία εβδομάδα. Οι βολβοί μπορούν να ξεριζωθούν και να μεταφυτευτούν μεταξύ Ιουνίου και Σεπτεμβρίου, γεγονός που περιορίζει την αγοραπωλησία βολβών σε τρεις μήνες το χρόνο. Κατά την υπόλοιπη περίοδο του χρόνου, έμποροι υπέγραφαν συμφωνητικά, παρουσία συμβολαιογράφου για την αγοραπωλησία βολβών στο τέλος της σεζόν.

Στην πράξη αυτή ήταν η πρώτη συστηματική εμφάνιση συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης (futures). Οι Ολλανδοί λοιπόν, οι οποίοι ανέπτυξαν πολλές από τις πρακτικές της σύγχρονης χρηματοοικονομικής, δημιούργησαν μια οργανωμένη αγορά για ανθεκτικούς βολβούς τουλίπας. Τα συμβόλαια διαπραγματεύονταν κυρίως σε αίθουσες πανδοχείων, παρουσία ουδέτερων μερών από οργανωμένες ομάδες που ονομάζονταν κολέγια. Η διαπραγμάτευση αυτή είχε πολλά από τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης χρηματοοικονομικής συναλλαγής, συγκεκριμένο χρόνο δυνατότητας συναλλαγής, τρόπο, τυποποιημένα έγγραφα, προμήθεια που πληρωνόταν σε μεσάζοντα κλπ.

Κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1636-37 οι τιμές της τουλίπας ανέβηκαν με ιλιγγιώδη ρυθμό, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα την είσοδο στην αγορά κερδοσκόπων που δεν είχαν σκοπό να αγοράσουν πραγματικούς βολβούς, αλλά μόνο να τους μεταπωλήσουν για να αποκομίσουν κέρδος. Η κερδοσκοπία έφτασε στα ύψη με κάποιους βολβούς να αλλάζουν χέρια, στα χαρτιά πάντα, μέχρι και δέκα φορές τη μέρα. Η τιμή ενός βολβού έφτασε να αξίζει όσο οι μισθοί ενός εξειδικευμένου εργάτη για δέκα χρόνια. Κόσμος πουλούσε τις περιουσίες του για την απόκτηση ενός βολβού με σκοπό να τον μεταπωλήσει. Στις 3 Φεβρουαρίου η τιμή του βολβού έφτασε στο απόγειό της.

Σε εκείνη τη στιγμή ένα φαινομενικά τυχαίο γεγονός έδωσε το έναυσμα της κατάρρευσης. Μια δημοπρασία στο Χάρλεμ ακυρώθηκε όταν οι αγοραστές δεν εμφανίστηκαν, πιθανότατα λόγω ενός ξεσπάσματος βουβωνικής πανώλης στην περιοχή. Η πτώση πήρε μορφή χιονοστιβάδας. Μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα η τιμή του βολβού τουλίπας είχε εξισωθεί με το βολβό του κρεμμυδιού.

Τι όμως συνέβη στην πραγματικότητα; Πως δημιουργήθηκε αυτή η κερδοσκοπική φούσκα; Η εξήγηση δεν είναι απλή. Πολλοί συντελεστές βοήθησαν. Η Ολλανδία, όπως και ολόκληρη η Ευρώπη μαστιζόταν εκείνη την εποχή από την επιδημία της βουβωνικής πανώλης. Σε μια περίοδο που κανείς δεν μπορούσε να είναι βέβαιος ότι θα επιζήσει μετά από μερικές εβδομάδες, η ανάληψη ρίσκων δεν ήταν και τόσο παράλογη.

Επιπρόσθετα από νομικής απόψεως το χειμώνα του 1936-37 υπήρχαν πιέσεις προς την Ολλανδική βουλή να ψηφίσει νόμο που να μετατρέπει όλα τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης που είχαν συναφθεί μετά τις 30 Νοεμβρίου του 1636 σε απλά δικαιώματα (μετατροπή futures σε options). Ο κάτοχος του συμβολαίου μπορούσε να πληρώσει μια μικρή ρήτρα ίση με το 3,5% του συμβολαίου και να το ακυρώσει. Γνωρίζοντας λοιπόν οι επενδυτές ότι η πιθανή χασούρα τους περιοριζόταν στο 3,5% του συμβολαίου με ευκολία προέβαιναν στη σύναψή του.

Για να δημιουργηθεί όμως μια φούσκα εκτός των παραπάνω θα πρέπει να υπάρχει και διαθέσιμο εισόδημα για να επενδυθεί σε μια υποκείμενη αξία, της οποίας η τιμή θα πρέπει να αυξηθεί δυσανάλογα με την αξία της. Ας εξετάσουμε πως συνέβη αυτό στην Ολλανδία.

Οι αρχές του 17ου αιώνα υπήρξαν για την Ολλανδία μια χρυσή εποχή. Το εμπόριο άνθιζε και μεγάλος πλούτος ερχόταν στην Ευρώπη από το νέο κόσμο που πρόσφατα είχε ανακαλυφθεί. Γιατί όμως η φούσκα εκδηλώθηκε στην Ολλανδία και όχι σε κάποια άλλη χώρα εκείνης της εποχής. Πως αυξήθηκε το χρήμα στην Ολλανδική οικονομία σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες;

Μετά την πτώση του Βυζαντίου, επικρατούσε νομισματικό χάος στην Ευρώπη. Ο κάθε Ευρωπαίος μονάρχης έκοβε νόμισμα με το πρόσωπό του, πράγμα που έκανε εξαιρετικά δύσκολη την παρακολούθηση της αξίας του νομίσματος της κάθε χώρας. Επιπρόσθετα οι μονάρχες σύντομα συνειδητοποίησαν ότι μπορούσαν εύκολα να γεμίσουν τα κρατικά ταμεία κόβοντας νέο νόμισμα, υποτιμώντας παράλληλα το ήδη κυκλοφορούν. Ένας από τους πιο επιρρεπής μονάρχες σε αυτή την τακτική ήταν ο Κάρολος ο πέμπτος της Ολλανδίας.

Ο Κάρολος ξεκίνησε αυτή την πρακτική το 1524 προκαλώντας δυσαρέσκεια στους υπηκόους του, οι οποίοι έβλεπαν την αξία των αποταμιεύσεών τους να ελαττώνεται. Ο Κάρολος ακολούθησε παρόμοιες πρακτικές μέχρι το 1546, οπότε και ο λαός εξουθενωμένος από τις απανωτές υποτιμήσεις επαναστάτησε. Παρά το γεγονός ότι ο Κάρολος κατάφερε να ελέγξει την επανάσταση, ο διάδοχός του ο Φίλιππος του Μπιγκό δεν τα κατάφερε. Οι επαναστάτες κατέλαβαν την εξουσία το 1572. Ένα από τα πρώτα μέτρα που εισήγαγαν ήταν η ελεύθερη κοπή νομίσματος. Οποιοσδήποτε κάτοχος μετάλλου από το οποίο κόβεται νόμισμα μπορούσε να προσέρχεται στο κράτος και το κράτος έκοβε νόμισμα από αυτό το μέταλλο κρατώντας μόνο ένα μικρό ποσοστό για τα έξοδά του. Το νομισματοκοπείο λειτουργούσε με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα ένα ελαιοτριβείο, μόνο που αντί για ελιές πήγαινες μέταλλο και αντί για λάδι έπαιρνες χρήμα.

Η επιτυχία του μέτρου ήταν άμεση. Οι κάτοχοι χρυσού και αργύρου από το νέο κόσμο συνέρρεαν στην Ολλανδία για να αποφύγουν τους αυστηρούς νομισματικούς περιορισμούς των υπολοίπων ευρωπαίων ηγεμόνων. Ταυτόχρονα ιδρύθηκε η τράπεζα του Άμστερνταμ, κύριος σκοπός της λειτουργίας της οποίας ήταν η διασφάλιση της μη κυκλοφορίας πλαστών ή ελειποβαρών νομισμάτων στην αγορά.

Η Ολλανδία λοιπόν καθιερώνοντας μια φιλελεύθερη και σταθερή νομισματική πολιτική, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα κράτη εκείνης της εποχής, προσέλκυσε κεφάλαια από ολόκληρο τον κόσμο, τα οποία σε συνδυασμό με την περιστασιακή κατάσχεση του φορτίου μιας ισπανικής γαλέρας, αύξησαν δραματικά το απόθεμα χρήματος της οικονομίας, το οποίο με τη σειρά του επενδύθηκε στο κατ’ εξοχήν είδος πολυτελείας της εποχής, την τουλίπα, εκτοξεύοντας την τιμή της στα ύψη.

Η κρίση της τουλίπας αποτελεί δίδαγμα για το γεγονός ότι στην οικονομία μπορεί εύκολα να ισχύσει ο κανόνας του μεγαλύτερου ηλιθίου. Ένας επενδυτής προβαίνει σε μια επένδυση γνωρίζοντας ότι το αντικείμενο που αποκτά είναι υπερτιμημένο με την ελπίδα να βρεθεί κάποιος περισσότερο ηλίθιος από αυτόν που θα αγοράσει σε μεγαλύτερη τιμή. Δημιουργείται λοιπόν μια «φούσκα», μια κατάσταση στην οποία για ένα μικρό χρονικό διάστημα οι τιμές ενός αγαθού διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα κυρίως λόγω του ενθουσιασμού των επενδυτών και όχι λόγω της υψηλής αξίας του εμπορεύσιμου αγαθού.

Κάποια στιγμή όμως οι αγοραστές απλώς στερεύουν …

Η μουσική σταματάει και κάποιος ή κάποιοι δε βρίσκουν καρέκλα να καθίσουν …

https://oikonomica.com/2012/01/14/tulip_mania/

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη